Οι τουρκικές εκλογές προκαλούν ακόμα περισσότερη ένταση στην κουρδική κοινότητα

Οι τουρκικές εκλογές προκαλούν ακόμα περισσότερη ένταση στην κουρδική κοινότητα
Από Euronews
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button
Αντιγραφή/Επικόλληση το λινκ του βίντεο πιο κάτω:Copy to clipboardCopied

Παραμονές των κρίσιμων τουρκικών εκλογών, ταξιδεύουμε στα νοτιοανατολικά της χώρας και βιώνουμε την δύσκολη καθημερινότητα του κόσμου. Λίγα

Παραμονές των κρίσιμων τουρκικών εκλογών, ταξιδεύουμε στα νοτιοανατολικά της χώρας και βιώνουμε την δύσκολη καθημερινότητα του κόσμου.

Λίγα χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορα με το Ιράκ, απλώνεται ο δρόμος του λαθρεμπορίου, που είναι η κύρια πηγή εισοδήματος της περιοχής.

Αυτό που εδώ ονομάζεται διασυνοριακό εμπόριο, έχει αντικαταστήσει τη γεωργία, που έχει καταστεί αδύνατη.

Βασικός λόγος είναι οι νάρκες, απομεινάρια της σύγκρουσης μεταξύ του τουρκικού στρατού και των Κούρδων αυτονομιστών στη δεκαετία του ’90.
Η διαδρομή είναι οικεία για τα μικρά παιδιά των γύρω χωριών.

«Αυτός είναι ο δρόμος που παίρνουμε για να πάμε στο Ιράκ. Είναι πολύ μακριά. Μερικές φορές τα μουλάρια γλιστράνε και σκοτώνονται. Αλλά μερικές φορές, πάμε έτσι κι αλλιώς, φορτώνουμε και επιστρέφουμε. Τα αεροπλάνα μας παρακολουθούν. Μερικές φορές οι στρατιώτες μας ρίχνουν δακρυγόνα. Μας πυροβολούν και σκοτώνουν τα μουλάρια μας. Αλλά ξαναπάμε γιατί δεν έχουμε άλλη επιλογή», λέει ο Ροϊχάτ.

Στα γύρω χωριά, ο στρατός κλείνει τα μάτια σε αυτήν την επιχείρηση.
Όχι όμως και στο διαβόητο κουρδικό χωριό Ρομπόσκι, ή Ουλούντερε στα τουρκικά.

Εδώ, το 2011, τουρκικά μαχητικά F-16 βομβάρδισαν 34 κατοίκους του χωριού. Ήταν άοπλοι και αρκετοί εξ αυτών ανήλικοι.
Είχαν μόλις διασχίσει τα σύνορα.
Από τότε, οι οικογένειές τους ζητούν διερεύνηση της υπόθεσης και ορισμό δικάσιμου.
Μάταια όμως.

Οι αρχές τους πρόσφεραν αποζημίωση για να παραιτηθούν από τη υπόθεση, λέει εκπρόσωπος των οικογενειών των θυμάτων της σφαγής:
«Δεν θα δεχθούμε τα χρήματα. Τα λέμε ματωμένα χρήματα. Θα δώσουμε μάχη για να γίνει η δίκη. Και γι’ αυτό το κράτος ασκεί πίεση στους χωρικούς του Ρομπόσκι. Συλλαμβάνουν κόσμο, τους φυλακίζουν… Γιατί; Γιατί προσπαθούν να μας καταπνίξουν. Βλέπετε τους νέους ανθρώπους. Κάθονται. Δεν υπάρχει δουλειά. Δεν υπάρχουν χωράφια, ή ζώα, ή μια βιοτεχνία για να απασχοληθούν».

Η επαρχία του Σιρνάκ κατοικείται κυρίως από Κούρδους. Είναι μια περιοχή που έχει σημαδευτεί από πολυετείς συγκρούσεις ανάμεσα στον τουρκικό στρατό και τους μαχητές του ΡΚΚ.

Με την συμφωνία κατάπαυσης του πυρός το 2013, τα πράγματα είχαν ηρεμήσει.
Όλα όμως γκρεμίστηκαν μετά τις εκλογές του περασμένου Ιουνίου.

Ο τουρκικός στρατός βομβαρδίζει τακτικά τα βουνά, όπου εκτιμάται πως το ΡΚΚ διατηρεί στρατόπεδα.
Οι συγκρούσεις είναι συχνές και μέσα στην πόλη του Σιρνάκ.

Συναντάμε την Λεϊλά Μπιρλίκ, βουλευτή του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών.
Η εκλογική επίδοση του κόμματος στέρησε την πλειοψηφία από το κόμμα του Ερντογάν.

Από τότε, η κρατική παρουσία στο Σιρνάκ εκδηλώνεται μόνο με τα όπλα και την καταστολή, μας λέει η Μπιρλίκ.

Και το νεκροτομείο δεν έχει ποτέ αναδουλειές.
Στις αρχές Οκτωβρίου εκτελέστηκε ο κουνιάδος της από άνδρες της αστυνομίας, κατά τη διάρκεια συγκρούσεων με Κούρδους αποσχιστές.

Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων γέμισαν με τις φρικτές εικόνες από τη σορό του, διάτρητη από σφαίρες, να σύρεται δεμένη πίσω από τεθωρακισμένο όχημα στους δρόμους του Σιρνάκ.
Εικόνες που οι ίδιοι οι αστυνομικοί τράβηξαν και διέδωσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

«Η επιτυχία μας προκάλεσε σοβαρό πρόβλημα στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Για να καταστρέψουν αυτό που επιτύχαμε, αύξησαν τα επίπεδα της βίας μετά τις 7 Ιουνίου. Σε όλες της τις μορφές. Προσαγωγές, συλλήψεις, βομβαρδισμούς στα βουνά του Κουρδιστάν. Επιτίθενται στους ακτιβιστές του κόμματός μας και σε όλα τα κινήματα υπέρ των πολιτικών ελευθεριών των Κούρδων.
Αυτό που έκαναν στον κουνιάδο μου, τον Χάτσι Λοκμάν Μπιρλίκ, δεν ήταν η πρώτη φορά που το έκαναν. Παιδιά του κουρδικού λαού έχουν ήδη συρθεί έτσι στους δρόμους, έχουν ήδη αποκεφαλιστεί στο παρελθόν. Είναι πράγματα που έχουμε ήδη δει, πράγματα που γνωρίζαμε, πράγματα που έχουμε συζητήσει. Τώρα όμως ήρθαν στο προσκήνιο. Με φωτογραφίες που έβγαλαν οι ίδιες οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας», λέει η Μπιρλίκ.

Στο Σιρνάκ, οι κάτοικοι κάνουν λόγο για καθημερινή, αφόρητη πίεση σε όλους τους τομείς.
Μιλήσαμε με μια δημόσια υπάλληλο, μέλος ενός εργατικού συνδικάτου της αντιπολίτευσης.

Δεν είναι Κούρδισσα. Κρύβει την ταυτότητά της, καθώς ο νόμος απαγορεύει στους δημόσιους υπαλλήλους να μιλούν στα μέσα ενημέρωσης. Λέει πως οι διακρίσεις κατά των Κούρδων διατηρούνται και πως πλέον στην πόλη κυριαρχεί ένα κλίμα φόβου.

«Εδώ, μετά τις 5 το απόγευμα δε μπορείς σε καμία περίπτωση να κυκλοφορήσεις στο δρόμο. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Γιατί; Σε προσπερνούν τεθωρακισμένα οχήματα, και πάνω τους οπλισμένοι αστυνομικοί, με το χέρι στη σκανδάλη. Θα μπορούσαν να σε πυροβολήσουν κατά λάθος. Αυτό το κλίμα θέλουν να δημιουργήσου στον κόσμο. Σου δίνουν την εντύπωση πως μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, και ότι εσύ δεν μπορείς να κάνεις τίποτα γι’ αυτό», διηγείται.

Επόμενος σταθμός το Τζίζρε, περίπου 50 χιλιόμετρα μακριά. Ένα από τα προπύργια του Πατριωτικού Επαναστατικού Κινήματος Νέων.

Οι αντάρτες έχουν στήσει οδοφράγματα και έχουν σκάψει χαρακώματα σε διάφορα σημεία της πόλης, για να ανακόψουν την πρόσβαση του στρατού.
Σκληρές μάχες και απαγόρευση κυκλοφορίας επί 9 μέρες, μετέτρεψαν ολόκληρες συνοικίες σε ερείπια.
Στο διάστημα αυτό σκοτώθηκαν 21 άμαχοι.

Όλοι από πυρά των δυνάμεων ασφαλείας, καταγγέλει ο επικεφαλής της επιτροπής προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων της επαρχίας:
«Αναπτύχθηκαν ελεύθεροι σκοπευτές στα γύρω υψώματα. Κάποιοι άνθρωποι σκοτώθηκαν από τους σκοπευτές αυτούς μπροστά στο σπίτι τους, ή ακόμα και μέσα στο σπίτι τους».

Πολλοί κάτοικοι της πόλης θέλουν να μας μιλήσουν. Η Αρσλάν θέλει να μας δείξει πώς καταστράφηκε το εργαστήριό της, ένα έργο ζωής:
«Το γράφει εδώ. Κατασκευάστηκε στην Τουρκία. Πουθενά αλλού δεν χρησιμοποιούνται τέτοια όπλα κατά αμάχων. Απαγορεύεται! Προσπάθησα να δημιουργήσω κάτι, και άνοιξα εδώ το εργαστήριό μου. Είχα όνειρα, αλλά μου τα γκρέμισε ο Ερντογάν».

Σε μια άλλη συνοικία της πόλης, συναντάμε μια ομάδα νεαρών μαχητών. Εκπαιδευμένοι για αντάρτικο πόλης, μας λένε πως κάνουν σκοπιά μέρα- νύχτα, για να εμποδίσουν τις δυνάμεις ασφαλείας να επιτεθούν στους πολίτες.

Έχουν κηρύξει την περιοχή υπό αυτοδιοίκηση, για όσο τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των κατοίκων δεν διασφαλίζονται. Για να αφοπλιστούν, ζητούν επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών.

«Μας επιτίθενται με βόμβες και με τανκς. Είμαστε αναγκασμένοι να προστατέψουμε τον εαυτό μας και τους συμπολίτες μας. Θέλουμε ειρήνη, δεν θέλουμε πόλεμο. Ως νέοι, διεκδικούμε ένα καλύτερο αύριο. Απαιτούμε από το κράτος να σταματήσει την πίεση που μας ασκεί», λέει ένας μαχητής.

Ένα καλύτερο αύριο. Αυτό επιθυμούσε και ο Μπαχράμ για τη δεκάχρονη αδελφή του.
Μας διηγείται πως, τις ημέρες της απαγόρευσης κυκλοφορίας, τα πυρά των ελεύθερων σκοπευτών διαπέρασαν την πόρτα του σπιτιού.
Μία από τις σφαίρες βρήκε την μικρή Τζεμιλέ.
Με την πόλη να βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας, τα ασθενοφόρα δεν μπορούσαν να φτάσουν στη γειτονιά.

Η οικογένεια αναγκάστηκε να διατηρήσει το άψυχο σώμα του παιδιού σε ένα ψυγείο…

«Δεν μπορούσαμε να πάμε τη σορό στο νοσοκομείο.
Ούτε είχαμε τρόπο να κάνουμε καύση. Πυροβολούσαν οποιονδήποτε έβγαινε στο δρόμο», λέει ο Μπαχράμ.

Το 1992, το σπίτι της οικογένειας βομβαρδίστηκε. Επτά μέλη της σκοτώθηκαν και πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν σοβαρά.

«Είναι θλιβερό να βλέπουμε μόνο θάνατο, κι από τις δύο πλευρές. Ας μην υπάρχουν άλλοι θάνατοι. Όχι άλλη αιματοχυσία. Ας μην κλάψουν άλλες μανάδες τα παιδιά τους. Η Τζεμιλέ ήταν ο όγδοος άνθρωπος που χάσαμε στην οικογένειά μου. Πολλοί άλλοι ακρωτηριάστηκαν. Και παρόλ’ αυτά, συνεχίζουμε να λέμε πως τα όπλα δεν είναι λύση. Θέλουμε ειρήνη», προσθέτει.

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Ανταπόκριση των γαλλικών αρχών σε μαζικές επιθέσεις

«Άνεμος (κλιματικής) αλλαγής» στη Γερμανία

Κύπρoς: Το χαλούμι στη νέα εποχή (ΠΟΠ) και η γέφυρα με τους Τουρκοκύπριους