Ορατός ο κίνδυνος «ατυχήματος»
Η εμπορική διαμάχη μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου κλιμακώθηκε την περασμένη εβδομάδα με την επιβολή δασμών και από τις δύο πλευρές.
Από τον περασμένο Ιούλιο, η Κίνα έχει επιβάλει ανταποδοτικούς δασμούς ύψους 25% σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 110 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Βάσει των υπολογισμών του 2018 από την αμερικανική υπηρεσία απογραφών η Κίνα θα έχει μόνο 10 δισεκατομμύρια σε αμερικανικά αγαθά, όπως για παράδειγμα το αργό πετρέλαιο και τα μεγάλα αεροσκάφη για να μπορέσει να αντισταθμίσει τους φόρους σε μελλοντικούς δασμούς από την πλευρά των ΗΠΑ.
Από την άλλη πλευρά ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απειλεί με δασμούς σε επιπλέον κινεζικά προϊόντα αξίας 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ διαβεβαιώνει ότι οι δασμοί δεν θα πλήξουν τους Αμερικανούς καταναλωτές, οι οικονομολόγοι φαίνεται να έχουν αντίθετη άποψη.
«Κάθε φορά που επιβάλλονται δασμοί το χρηματιστήριο μας πέφτει. Και το χρηματιστήριο της Κίνας πέφτει. Και αυτό αν μη τι άλλο αποτελεί ένδειξη ότι αυτοί που επενδύουν στο κεφάλαιο θεωρούν ότι αυτό είναι κακό και για τις δύο χώρες» δήλωσε ο καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Τζέφρι Σακς.
Ο δεκάμηνος εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη έχει κοστίσει δισεκατομμύρια δολάρια σε εταιρείες των δύο χωρών.
Η οικονομική δραστηριότητα στην Κίνα επιβραδύνθηκε τον προηγούμενο μήνα καθώς η ανάπτυξη της παραγωγής στα εργοστάσια, οι επενδύσεις και οι πωλήσεις λιανικής, επιβραδύνθηκαν.