Λίβανος: Ωρολογιακή βόμβα η κατάσταση των Σύρων προσφύγων

Λίβανος: Ωρολογιακή βόμβα η κατάσταση των Σύρων προσφύγων
Πνευματικά Δικαιώματα 
Από Euronews
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button

Εκατοντάδες άνθρωποι περνούν κάθε μέρα τις πόρτες της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στη Βηρυτό. Κι ενώ ο εμφύλιος στη χώρα τους συνεχίζεται, οι Σύροι εξακολουθούν να αναζητούν καταφύγιο στον όμορο Λίβανο.

Επισήμως, πάνω από 760.000 άτομα είτε πρέπει να καταγραφούν είτε είναι στη διαδικασία της καταγραφής από την Αρμοστεία.

Όμως πολλοί είναι εκείνοι που δεν καταγράφονται. Σύμφωνα με την κυβέρνηση του Λιβάνου, στη χώρα των 4,5 εκατομμυρίων κατοίκων βρίσκονται ήδη 1,3 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες. Την ίδια ώρα, οι εκκλήσεις της Αρμοστείας και της διεθνούς κοινότητας για χρηματοδότηση δεν έχουν την επιθυμητή ανταπόκριση.

Η εκπρόσωπος της Αρμοστείας στον Λίβανο Νινέτ Κέλι επισημαίνει πως «καταγράφουμε από 11 έως 15.000 άτομα κάθε εβδομάδα. Όμως οι αριθμοί κρατούν το ρυθμό τους και συνεχίζουν. Παρά την έκκλησή μας, χρηματοδοτηθήκαμε μόνο κατά το 27%. Κάθε μέρα λοιπόν πρέπει να κάνουμε τραγικές επιλογές μεταξύ υψηλών προτεραιοτήτων. Χρειαζόμαστε πολύ περισσότερα χρήματα. Και για να βοηθήσουμε τους πρόσφυγες και για να συνδράμουμε τις χώρες υποδοχής που, όπως ο Λίβανος, φέρουν ένα δυσανάλογο φορτίο».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρέχει εξαιρετικά σημαντική βοήθεια στους Σύρους πρόσφυγες. Όμως οι πόροι που καταβάλει πόρρω απέχουν από το να καλύψουν όλες τις ανάγκες.

Παίρνουμε το δρόμο για την κοιλάδα της Μπεκάα, κύριο σημείο εισόδου των Σύρων προς τον Λίβανο. Περίπου είκοσι χιλιόμετρα από τη λιβανοσυριακή μεθόριο, η πόλη της Ααρσάλ.

Φτάνουμε σε μία κλινική, την οποία διαχειρίζονται οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Παρέχονται αναπαραγωγικές υπηρεσίες και πρωτοβάθμια περίθαλψη. Μια εναλλακτική για τις υγειονομικές υπηρεσίες του Λιβάνου, οι οποίες παραείναι ακριβές για τους πρόσφυγες, οι ιατρικές δαπάνες των οποίων υποστηρίζονται μόνο εν μέρει από την Ύπατη Αρμοστεία.

Η κλινική είναι πάντα γεμάτη. Ο γιατρός Ραμπίχ Κμπαρ μας λέει ότι «κάθε μέρα βλέπουμε και νέα πρόσωπα, όλοι αυτοί είναι νέοι ασθενείς. Νομίζω πως τους τελευταίους έξι μήνες ο αριθμός τους έχει διπλασιαστεί».

Εντερικές, πνευμονικές, δερματικές παθήσεις, τέτοια προβλήματα υγείας συνδέονται άμεσα με τις φτωχές συνθήκες ζωής και την πλημμελή υγιεινή των προσφύγων.

Κι ενώ κάποιοι διαμένουν κανονικά, πολλοί έχουν βρει καταφύγιο σε υπό κατασκευή ή και ετοιμόρροπα κτήρια, καθώς και αυτοσχέδιους καταυλισμούς.

Η Σαμιγιέ έφτασε εδώ τον Ιούνιο. Έχοντας μαζί της τέσσερα παιδιά, τρέμει τον επικείμενο χειμώνα: «Έχουμε έλλειψη στα πάντα εδώ. Το πιο επείγον είναι οι κουβέρτες για τα παιδιά. Κρυώνουν και αρρωσταίνουν συνέχεια και πηγαίνουν στο γιατρό καθημερινά».

Η Σαμιγιέ φοβάται επίσης το φάντασμα του πολέμου. Ο άνδρας της σκοτώθηκε. Ένα από τα παιδιά της πυροβολήθηκε στο κεφάλι και θα υποφέρει για πάντα από το τραύμα αυτό. Στην Ααρσάλ δεν νιώθει ασφαλής. Εξάλλου η περιοχή έχει γίνει στόχος πυρών από τον συριακό στρατό.

«Φοβόμαστε ότι κάτι θα συμβεί και θα χρειαστεί να φύγουμε και πάλι. Φοβόμαστε ότι θα κυριαρχήσει το χάος και θα γίνουμε στόχος βομβαρδισμών από την άλλη πλευρά», μας λέει.

Παρόντες στη συνομιλία μας, τρεις νεαροί μας παίρνουν να φύγουμε. Είναι μαχητές του Ελεύθερου Συριακού Στρατού. Όλοι τραυματίστηκαν από τις επιθέσεις των στρατευμάτων του Μπασάρ αλ-Άσαντ τον Ιούνιο εναντίον της πόλης του Κουσάιρ, κοντά στα σύνορα με το Λίβανο.

«Κοιτάξτε, η σφαίρα μπήκε από εδώ και βγήκε από εδώ», λέει ο Φαϊσάλ. Ο Ραζί δείχνει τα χέρια του: «Κοιτάξτε με, κοιτάξτε τα χέρια μου. Θραύσματα παντού, και εδώ. Και παρ‘όλα αυτά, συνεχίζουμε την αντίσταση», ενώ ο Αχμέντ καταγγέλλει: «Κατέσφαξαν ακόμη και τα παιδιά που αιχμαλώτισαν».

Ο Ραζί είναι δυσαρεστημένος από τη στάση της διεθνούς κοινότητας: «έχουν περάσει τρία χρόνια από τότε που ξέσπασε η κρίση. Θέλουμε να ληφθεί μια απόφαση. Όλα τα κράτη συνωμοτούν εναντίον μας. Αν ήθελα να λάβουν μια απόφαση, θα το είχαν κάνει μέσα σε μια ώρα».

Στο ίδιο μήκος κύματος και οι άλλοι δύο. «Ο ΟΗΕ μπορεί να κάνει τα πάντα», λέει ο Φαϊσάλ, ενώ ο Ραζί υπερθεματίζει: «όλα τα κράτη μας απογοήτευσαν. Όλες αυτές οι συναντήσεις και οι ομιλίες είναι ψέμματα. Καλούμε όλες τις χώρες του κόσμου να μας στηρίξουν, δίνοντάς μας όπλα, τίποτα άλλο. Τα υπόλοιπα είναι στο χέρι μας».

Ο καταυλισμός της Ααρσάλ χρησιμεύει και ως βάση ανάκαμψης για τους αντάρτες που έρχονται εδώ για να ξεκουραστούν και να δουν τις οικογένειές τους. Έπειτα, επιστρέφουν στη μάχη, περνώντας μυστικά τα σύνορα.

Όλοι πιστεύουν πως η διεθνής κοινότητα πρέπει να κάνει περισσότερα για να βοηθήσει τους πρόσφυγες.

Ο Καλέντ βρίσκεται εδώ από τότε που έχασε το ένα του πόδι στη μάχη. Όπως λέει, ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός είναι αποφασισμένος να συνεχίσει τη μάχη εναντίον του καθεστώτος Άσαντ. Όμως δεν μπορεί να μην ανησυχεί για την πορεία της μάχης και για συνθήκες ζωής της οικογένειάς του που έχει καταφύγει επίσης στο Λίβανο.

Όπως μας λέει, «κάποιοι από εμάς ανησυχούν για την κατάσταση και εκεί και εδώ, έχουν τις συζύγους τους εδώ, τα παιδιά τους που πεινούν και κρυώνουν ή είναι άρρωστα. Ελπίζουμε κάποιος να μας βοηθήσει. Ίσως μπορούν να μας δώσουν σπίτια, δωμάτια, για να περάσουμε το χειμώνα ήρεμα. Γιατί κάνει πολύ κρύο εδώ το χειμώνα και δεν μπορούμε να ξεχειμωνιάσουμε στις σκηνές. Οι συνθήκες είναι πολύ δύσκολες. Θέλουμε ο κόσμος να καταλάβει την κατάστασή μας».

Όχι πολύ μακριά από εδώ βρίσκουμε μια κλινική, την οποία τρέχουν Σύροι γιατροί. Είναι κι αυτοί πρόσφυγες που έφτασαν από την Κουσέιρ τον Ιούνιο. Τραυματίες πολέμου φθάνουν εδώ καθημερινά. Κάποιοι είναι μαχητές, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία είναι άμαχοι, όπως μας λέει ο επικεφαλής της κλινικής.

Ο Κασίμ Ελ Ζέιν μας πληροφορεί ότι «οι τραυματισμοί προκαλούνται από αεροπορικές επιδρομές ή επιθέσεις με ρουκέτες. Βαρέα όπλα χρησιμοποιούνται εναντίον αμάχων. Κοιτάξτε, εδώ είναι πολίτες, φοιτητές δίπλα στους μαχητές που πεθαίνουν κάθε μέρα. Έχουμε 100 θανάτους καθημερινά. Για τον κόσμο έχουμε γίνει στατιστικό: 100, 200, 300 θάνατοι την ημέρα. Τα χημικά όπλα σκότωσαν 1.400 άτομα. Έπειτα από αυτές τις επιθέσεις, όλοι αντέδρασαν. Όμως κανείς δε μίλησε για τους επιπλέον 150.000 νεκρούς. Κανείς δεν συγκινήθηκε μέχρι τώρα και δημιουργείται η εντύπωση ότι μας κοροϊδεύουν. Νομίζουν πως μας καθησυχάζουν ότι θα πλήξουν τον Μπασάρ αλ-Άσαντ, αλλά ξέρουμε πως αυτό δεν θα συμβεί. Εμείς θα συνεχίσουμε να πεθαίνουμε και ο κόσμος θα συνεχίσει να μας παρακολουθεί».

Καθένας που συναντάμε έχει χάσει κι έναν από τους δικούς του. Δέκα οικογένειες μοιράζονται αυτό το υπό κατασκευή σπίτι – με 100 δολάρια το μήνα. Γυναικόπαιδα οι περισσότεροι ένοικοι – μεταξύ τους χήρες και ορφανά.

Μόνο λίγες ώρες μετά την άφιξή της στην Ααρσάλ, η Μπαντρί έμαθε για το θάνατο του συζύγου της από μια οβίδα. Μας περιγράφει την κατάσταση: «φύγαμε από την Κουσέιρ ενώ βομβαρδιζόταν. Περνούσαμε ανάμεσα από πτώματα και συνεχίσαμε τη φυγή μας. Μας πήρε εννέα μέρες να φτάσουμε εδώ, περνώντας μέσα από τα βουνά. Χάσαμε τα πάντα. Στη Συρία είχαμε αγελάδες, βοοειδή, είχαμε τους άντρες μας, τώρα τα χάσαμε όλα. Θέλουμε μόνο να πάμε σπίτι μας. Θα πήγαινα σπίτι τώρα, μόνο αυτό ζητώ από το Θεό. Να επιστρέψουμε στο σπίτι μας. Αν δεν επιστρέψουμε, θα ζούμε σε μία σκηνή. Φοβόμαστε μη γίνουμε σαν τους Παλαιστίνιους. Αυτοί που παρέμειναν στη Συρία, θα μείνουν εκεί. Κι εκείνοι που έφυγαν ίσως να μην επιστρέψουν, όπως έγινε και με τους Παλαιστίνιους. Κι αυτό μας τρομάζει».

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Ανταπόκριση των γαλλικών αρχών σε μαζικές επιθέσεις

«Άνεμος (κλιματικής) αλλαγής» στη Γερμανία

Κύπρoς: Το χαλούμι στη νέα εποχή (ΠΟΠ) και η γέφυρα με τους Τουρκοκύπριους