Πώς λειτουργεί το σύστημα και πού καταλήγουν τα αδιάθετα προϊόντα
Στο χώρο δημοπρασιών του δικτύου BelOrta, πωλούνται κάθε χρόνο 490.000 τόνοι φρούτων και λαχανικών. Η πώληση γίνεται μέσω έξι ρολογιών δημοπρασίας, που δείχνουν το όνομα του προϊόντος, την ποιότητα και την τιμή του. Ο πρώτος υποψήφιος που δηλώνει την πρόθεση να αγοράσει, κλείσει την συναλλαγή.
Ο Τζο Λάμπρεχτ είναι ο διευθυντής πωλήσεων και μάρκετινγκ του δικτύου: «__Αυτή η δημοπρασία, αυτό το ρολόι ξεκινά σε μια ορισμένη τιμή. Αυτή είναι η τιμή του εμπορεύματος με βάση την κατάσταση της αγοράς. Αρχίζει να γυρίζει αντίστροφα από τους δείκτες του ρολογιού, μέχρι τη στιγμή που κάποιος από τους αγοραστές πατήσει το κουμπί σε μια ορισμένη τιμή. Και μετά έρχεται σε επαφή με τα άτομα που είναι μπροστά στο χώρο, που είναι οι πωλητές. Και αποφασίζουν πόση μεγάλη ποσότητα θέλουν να πάρουν στην τιμή που έχει μπει».
Αυτό το σύστημα έχει θετικό αντίκτυπο στη μείωση των τροφίμων που πετάγονται μετά την κάθε δημοπρασία: «__Πουλάμε τα πάντα καθημερινά. Αυτό σημαίνει ότι δεν μένουν προϊόντα, όταν τελειώσει η δημοπρασία. Αύριο θα ξεκινήσουμε με φρέσκα προϊόντα, που μας τα φέρνουν σήμερα το απόγευμα, οι παραγωγοί που συνεργαζόμαστε» αναφέρει ο Λάμπρεχτ.
Εάν μείνουν απούλητα φρούτα και λαχανικά, δεν πωλούνται την επόμενη μέρα. Χαρίζονται σε φιλανθρωπικές οργανώσεις ή τράπεζες τροφίμων.