Η άγνωστη προσφορά των προσφύγων στις χώρες υποδοχής

Η άγνωστη προσφορά των προσφύγων στις χώρες υποδοχής
Πνευματικά Δικαιώματα 
Από Euronews
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button
Αντιγραφή/Επικόλληση το λινκ του βίντεο πιο κάτω:Copy to clipboardCopied

Τί προσφέρουν οι αιτούντες άσυλο από την Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ στα ευρωπαϊκά κράτη

Πως μπορείς να καταφέρεις να κάνεις τους απελπισμένους πρόσφυγες να γίνουν οικονομικά κεφάλαια για χώρες όπως η Γερμανία, που τους προσφέρουν ασφαλές καταφύγιο;

Αυτό είναι το θέμα της ανάλυσής της εκπομπής Real Economy αυτής της εβδομάδας.

Περίπου 1,2 εκατ. αιτήσεις ασύλου κατατέθηκαν το 2015. Μόνο το φετινό καλοκαίρι κατατέθηκαν πάνω από 300.000. Αυτό σημαίνει αναλογικά περίπου 600 αιτήσεις για κάθε εκατομμύριο Ευρωπαίων.

Ωστόσο οι κανόνες για το άσυλο στην Ευρώπη μπορεί να μας μπερδέψουν σε σχέση με τον οικονομικό τους αντίκτυπο καθώς είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος τους πραγματικούς πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες.

Όταν οι αιτούντες άσυλο φτάνουν για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος, η χώρα που τους φιλοξενεί πρέπει να ξοδέψει για να παράσχει στους αιτούντες φαγητό, στέγη, περίθαλψη, εκπαίδευση αλλά και τις υπηρεσίες που εξετάζουν τις αιτήσεις τους.

Βραχυπρόθεσμα, το επιπλέον κόστος αυξάνει τη συνολική ζήτηση στην χώρα ή την επονομαζόμενη «δημοσιονομική επέκταση». Αυτό σημαίνει ότι περισσότερα αγαθά πρέπει να παραχθούν και υπηρεσίες να παρασχεθούν.

Αυτό οδηγεί σε μεγαλύτερο διαθέσιμο εισόδημα για τους ντόπιους εργαζόμενους. Έτσι θα υπάρξει μείωση των πιέσεων στους μισθούς και στον πληθωρισμό, όταν οι αιτούντες άσυλο εισέλθουν τελικά στην αγορά εργασίας. Αυτό όμως μπορεί να πάρει μέχρι και δύο χρόνια, ανάλογα με τους διαφορετικούς νόμους των χωρών.

Όταν τελικά μπορούν να αρχίσουν να ψάχνουν για μια δουλειά, οι νεοεισερχόμενο τείνουν να βρίσκονται αρκετά πίσω από τους ντόπιους εργαζόμενους.
Για να μειωθεί το χάσμα, το κλειδί είναι να αυξηθεί γρήγορα η απασχολησιμότητα. Αυτό σημαίνει στέγαση πιο κοντά στον χώρο της δουλειάς, ευέλικτες αγορές εργασίας, παροχή γλωσσικών δεξιοτήτων, εκπαίδευση.

Η επιτυχημένη οικονομική ενσωμάτωση μπορεί να βοηθήσει την οικονομική βιωσιμότητα της χώρας υποδοχής ενώ δυνητικά μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση δημογραφικών προκλήσεων.

Το 60% των αιτούντων άσυλο αυτό το καλοκαίρι προέρχεται από την εμπόλεμη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Πολλοί από αυτούς διαμένουν ήδη ή ταξιδεύουν με σκοπό να φτάσουν στην Ελλάδα, την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Γαλλία και κυρίως την Γερμανία, εκεί όπου κατευθύνονται οι έξι στους δέκα. Εκεί η πολιτική των ανοιχτών θυρών έχει υποστηρικτές και επικριτές.

Η μεγάλη πρόκληση για γερμανικές εταιρείες είναι να φέρουν στις δικές τους αγορές εργασίας τους πρόσφυγες. Τα αρχικά βήματα περιλαμβάνουν πρακτική άσκηση που τους επανεκπαιδεύει για ένα νέο περιβάλλον.

«Το πρώτο δύσκολο πράγμα είναι η γερμανική γλώσσα», επισημαίνει ο Νάσερ, πρόσφυγας από την Συρία. Από την πλευρά του ο Μοχάμεντ με καταγωγή από το Αφγανιστάν επισημαίνει και την διαφορετική κουλτούρα που υπάρχει. Ωστόσο για τις εταιρείες ο τόπος προέλευσης δεν είναι πρόβλημα, αρκεί ο υποψήφιος εργαζόμενος να διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα.

Η Γερμανία χρειάζεται τους πρόσφυγες για να γεμίσει ένα εκατομμύριο κενές θέσεις εργασίας. από τις οποίες οι 685.000 χρειάζονται ειδικές δεξιότητες.

Από τους πάνω από ένα εκατ. πρόσφυγες που έφτασαν στην Γερμανία μέσα σε έναν χρόνο, οι 21.400 βρήκαν δουλειά αλλά μόλις εκατό προσελήφθησαν από τις 30 μεγαλύτερες εταιρείες. Πρόκειται για μικρό ποσοστό, που δεν βοηθά στην ενίσχυση του εργατικού δυναμικού, το οποίο αναμένεται να συρρικνωθεί κατά αρκετά εκατομμύρια στα επόμενα χρόνια.

Το κόστος για τις αφίξεις μεταναστών θα ανέλθει μόνο φέτος στα 10 δισ. ευρώ και στα 20 δισ το 2020. Για να καλυφθεί, η κυβέρνηση αποφάσισε να διαθέτει περίπου 6 δισ. τον χρόνο για την επόμενη διετία, το μισό του δημοσιονομικού πλεονάσματος του 2015. Καθώς όμως το κόστος αυξάνεται, οι εταιρείες λένε ότι είναι καιρός να γίνει πιο αποτελεσματική η μεταναστευτική πολιτική. Αυτό είναι κλειδί για την οικονομική ενσωμάτωση των προσφύγων που βρίσκονται σε κατάλληλη ηλικία για εργασία, σε έναν από τους πληθυσμούς που γερνούν ταχύτερα στον κόσμο.

Το γερμανικό παράδειγμα δημιουργεί μια σειρά από ερωτήματα που απαντά στην εκπομπή ο Ίαν Γκόλντινγκ, παγκοσμίου φήμης ειδικός στην μετανάστευση, συγγραφέας του βιβλίου «Η Ηλικία της Ανακάλυψης» και ιδρυτικός διευθυντής του Oxford Martin School στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Δείτε το βίντεο…

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Πώς ο ευρωπαϊκός Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας επηρεάζει την ελληνική οικονομία;

Πόσο αποτελεσματικός είναι ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας: Το παράδειγμα της Πορτογαλίας

Επείγουσα ανάγκη στην Ε.Ε. για την προστασία εργαζομένων από τον αμίαντο