Οι ενήλικες που έλαβαν τουλάχιστον μία δόση του εμβολίου COVID-19 έχουν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου, ανεξάρτητα από την αιτία, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που βασίστηκε στα δεδομένα 28 εκατ. Γάλλων πολιτών
Τα άτομα που έλαβαν τουλάχιστον μία δόση εμβολίου mRNA για την COVID-19 είχαν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες σε σύγκριση με τα μη εμβολιασμένα άτομα, όπως έδειξε μια νέα γαλλική μελέτη.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι, μακριά από το να αυξάνουν τους μακροπρόθεσμους κινδύνους, τα εμβόλια αυτά συνδέονται με μειωμένη θνησιμότητα για μια περίοδο τεσσάρων ετών -από την κορύφωση του εμβολιασμού το 2021.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν χορηγηθεί περισσότερες από 976 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων για την COVID-19 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2023, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) και τα προγράμματα συνεχίζονται έκτοτε με δεκάδες εκατομμύρια πρόσθετες αναμνηστικές δόσεις κάθε σεζόν.
Η μελέτη, η οποία εξέτασε 28 εκατομμύρια Γάλλους ενήλικες ηλικίας 18 έως 59 ετών, διαπίστωσε ότι τα εμβολιασμένα άτομα είχαν 74% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου από σοβαρή νόσηση της COVID-19 και 25% χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από κάθε αιτία.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι ο χαμηλότερος κίνδυνος θνησιμότητας οφειλόταν εν μέρει στην ισχυρή προστασία από τη σοβαρή ασθένεια, με τους εμβολιασμένους ενήλικες να έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από τη λοίμωξη. Ανέφεραν ακόμα ότι οι λιγότερες επιπλοκές που σχετίζονται με την απονομαζόμενη μακρά COVID μπορεί να συμβάλλουν στη συνολική μείωση των θανάτων.
Η έρευνα διεξήχθη από την Epi-Phare, μια ομάδα επιστημονικού ενδιαφέροντος που εποπτεύεται από τον Εθνικό Οργανισμό για την Ασφάλεια των Φαρμάκων και των Προϊόντων Υγείας (ANSM) της Γαλλίας και το Εθνικό Ταμείο Ασφάλισης Υγείας της Γαλλίας. Η ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια αιτιώδης σχέση μεταξύ του εμβολιασμού με mRNA και της υπερβολικής μακροχρόνιας θνησιμότητας φαίνεται πλέον εξαιρετικά απίθανη.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από το Εθνικό Σύστημα Δεδομένων Υγείας της Γαλλίας, η μελέτη περιελάμβανε 22,7 εκατομμύρια άτομα που εμβολιάστηκαν μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου 2021 και 5,9 εκατομμύρια μη εμβολιασμένα άτομα από την 1η Νοεμβρίου 2021, τα οποία παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο 45 μήνες.
Η μελέτη είναι η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα που εξετάζει τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια των εμβολίων mRNA για την COVID-19 στον γενικό πληθυσμό των ενηλίκων.
Οι συμμετέχοντες δεν ήταν μεγαλύτεροι από 59 ετών, πράγμα που σημαίνει ότι τα ευρήματα δεν ισχύουν άμεσα για τις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από το COVID-19.
Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών παρακολούθησης, καταγράφηκαν 98.429 θάνατοι από όλες τις αιτίες (0,4%) μεταξύ των εμβολιασμένων ατόμων, σε σύγκριση με 32.662 (0,6%) μεταξύ των μη εμβολιασμένων.
Οι συγγραφείς δεν ανέφεραν καμία αύξηση των θανάτων από καρκίνο, καρδιαγγειακά νοσήματα, τραυματισμούς από ατύχημα ή οποιαδήποτε άλλη σημαντική αιτία. Σε κάθε κατηγορία, τα εμβολιασμένα άτομα είχαν ίσα ή χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από εκείνα που παρέμειναν ανεμβολίαστα.
Άρθρο της Ντελφίν Ρουκότ στην εφημερίδα Le Monde
Για την έρευνα και τα συμπεράσματά της αρθρογράφησε προ ημερών στην εφημερίδα Le Monde η Ντελφίν Ρουκότ (με το κείμενο να φιλοξενείται στα ελληνικά από το ΑΠΕ-ΜΠΕ στην στήλη «Ιδέες και Απόψεις». Το άρθρο της έχει ως εξής:
Πέντε σχεδόν χρόνια μετά την έναρξη των εμβολιασμών κατά της Covid-19, μια γαλλική μελέτη επιβεβαιώνει ότι τα εμβόλια mRNA που άρχισαν να μοιράζονται μαζικά σε όλο τον κόσμο το 2021 είναι ασφαλή.
Ο εμβολιασμός κατά της Covid-19 δεν αύξησε τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο θνησιμότητας είτε σε σχέση με τη συγκεκριμένη ασθένεια είτε σε σχέση με άλλες παθολογίες, απέδειξε η ομάδα Epi-Phare. Όπως λέει ο διευθυντής της Μαχμούντ Ζιρεϊκ, «η μελέτη αυτή απαντά στην παραπληροφόρηση που έχει κυκλοφορήσει γύρω από τα εμβόλια mRNA. Η παρουσίαση στοιχείων για την απουσία μακροπρόθεσμου κινδύνου επιτρέπει την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στα εμβόλια που θα παραχθούν και για άλλους ιούς ή ασθένειες.»
Η ανάλυση της ομάδας έγινε σε πάνω από 28 εκατομμύρια ανθρώπους 18 ως 59 ετών που ζούσαν στη Γαλλία την 1η Νοεμβρίου του 2021. Από αυτούς, το 79% έκανε την πρώτη δόση του εμβολίου κατά της Covid-19 μεταξύ Μαϊου και Νοεμβρίου του 2021.
Τα αποτελέσματα είναι αποκαλυπτικά. Τέσσερα χρόνια μετά τον πρώτο αυτόν εμβολιασμό, οι ερευνητές μέτρησαν μια θνησιμότητα μειωμένη κατά 25% μεταξύ αυτών που εμβολιάστηκαν σε σχέση μ’εκείνους που δεν εμβολιάστηκαν. Η μειωμένη αυτή θνησιμότητα συνδέεται με τρεις παράγοντες.
Πρώτον, οι εμβολιασθέντες πέθαναν λιγότερο από Covid. Ο κίνδυνος θανάτου στο νοσοκομείο από Covid ήταν στην ομάδα αυτή μικρότερος κατά 74%. Σε μια περίοδο έξι ως εννέα μηνών μετά τον εμβολιασμό, το 10,5% των μη εμβολιασμένων θανόντων πέθαναν από Covid, έναντι μόλις 1,9% των εμβολιασθέντων θανόντων.
Δεύτερον, οι σοβαρές μορφές Covid, πιο συχνές μεταξύ των μη εμβολιασμένων σε σχέση με τους εμβολιασμένους, έχουν έμμεσες συνέπειες, κυρίως καρδιαγγειακού τύπου, που αυξάνουν τη θνησιμότητα τα επόμενα χρόνια. «Το ότι ο εμβολιασμός αποτρέπει μέρος αυτών των επιπλοκών προκαλεί εμμέσως μείωση της μακροπρόθεσμης θνησιμότητας», τονίζει ο Ζιρεϊκ.
Τρίτον, όσοι επέλεξαν να μην εμβολιαστούν για την Covid-19 έχουν μια διαφορετική σχέση με την πρόληψη και βρίσκονται γενικά πιο μακριά από το σύστημα περίθαλψης. Tα κοινωνικοδημογραφικά στοιχεία δείχνουν ότι οι μη εμβολιασμένοι προέρχονται συνήθως από φτωχότερο περιβάλλον σε σχέση με τους εμβολιασμένους.
Ο λόγος που επελέγη η ομάδα 18-59 ετών είναι ότι κινδυνεύει λιγότερο από μια σοβαρή μορφή της Covid-19 σε σχέση με τους ηλικιωμένους, κατά συνέπεια είναι προτιμότερο να εξεταστεί σε αυτούς η σχέση κέρδους-κινδύνου. Άλλωστε, οι σημαντικότερες μετεμβολιαστικές επιπλοκές παρατηρήθηκαν σε αυτή την ομάδα, με αυξημένους κινδύνους μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας να έχουν παρατηρηθεί την πρώτη εβδομάδα μετά τον εμβολιασμό. «Παρ’όλα αυτά, η ανάλυσή μας έδειξε μικρότερη μακροπρόθεσμη θνησιμότητα ακόμη και σ’ αυτή την κατηγορία του πληθυσμού», επισημαίνει ο Ζιρεϊκ.
Το γεγονός ότι ελήφθησαν υπ’όψη όλες οι αιτίες θανάτου για πολλά χρόνια επιτρέπει το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν σοβαρές συνέπειες ορισμένων ανεπιθύμητων παρενεργειών που συνδέονται με τα εμβόλια. Μια προηγούμενη μελέτη είχε δείξει ότι οι καρδιακές επιπλοκές που ακολούθησαν τις μετεμβολιαστικές μυοκαρδίτιδες είναι λιγότερο σοβαρές από εκείνες που συνδέονται με μυοκαρδίτιδες ύστερα από μόλυνση με την Covid.