Εξηγεί ότι δεν υπήρχε δυνατότητα διαφυγής: «Υπήρχε ένοπλος πάνω από το κεφάλι μας. Αν κάναμε έστω ένα βήμα πίσω, θα μας πυροβολούσε»
Παρότι είχε σπουδάσει μηχανικός πετρελαίου, ο Αράς Νταρμπαντί είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του πίσω από την κάμερα. Μπήκε στην Αγία Πετρούπολη με τουριστική βίζα και περνούσε τις ημέρες του φωτογραφίζοντας περαστικούς.
«Συνήθιζα να φωτογραφίζω όποιον φορούσε πολύχρωμα ρούχα», λέει. «Αν τους άρεσε η φωτογραφία, μου έδιναν 1.000 ρούβλια», περίπου 10–11 δολάρια.
Ο Ιρανός φωτογράφος γνώριζε ότι η Ρωσία βρισκόταν σε πόλεμο με την Ουκρανία, δεν φανταζόταν όμως ότι ο πόλεμος αυτός θα έμπαινε τόσο βίαια στη δική του ζωή.
Όπως περιγράφει ο ίδιος, όλα άλλαξαν όταν, ύστερα από ένα περιστατικό στον δρόμο, βρέθηκε αιφνιδίως εγκλωβισμένος στη ρωσική πολεμική μηχανή, χωρίς καμία στρατιωτική εμπειρία. «Δεν είχα πιάσει ποτέ όπλο στα χέρια μου. Ούτε καν μαχαίρι», λέει.
Σε συνομιλία του με το UNITED24, ο Νταρμπαντί περιγράφει ανοιχτά πώς μια απλή αναζήτηση εργασίας οδήγησε σε εξαναγκασμό, κράτηση και τελικά σε θητεία στον ρωσικό στρατό, αποκαλύπτοντας –όπως λέει– τους μηχανισμούς με τους οποίους παγιδεύονται ξένοι πολίτες.
«Ή φυλακή ή πόλεμος»
Όπως αφηγείται, όλα ξεκίνησαν στις αρχές Φεβρουαρίου, όταν ενεπλάκη σε καβγά με αστυνομικό στον δρόμο. Συνελήφθη και μεταφέρθηκε σε διοικητικο-στρατιωτική εγκατάσταση, ένα είδος φρουράς μέσα στην πόλη, στην περιοχή της λεωφόρου Λιγκόφσκι.
«Μου είπαν ότι έχω δύο επιλογές: τρία έως πέντε χρόνια φυλακή ή έναν χρόνο στον πόλεμο», λέει. «Τους απάντησα ότι δεν θέλω να πάω στον πόλεμο, ότι έκανα ένα λάθος και, ως ξένος, η μέγιστη νόμιμη ποινή θα έπρεπε να είναι η απέλαση».
Η απάντηση που έλαβε, όπως λέει, ήταν ωμή: «Αυτό δεν είναι Ιράν ούτε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Αυτή είναι η Ρωσία και θα πας στον πόλεμο».
Σύμφωνα με τον ίδιο, κρατήθηκε για δύο με τρεις μήνες σε φρουρά και στη συνέχεια στάλθηκε για στρατιωτική εκπαίδευση σε άλλη περιοχή, κοντά στο Μπέλγκοροντ.
Τραυματισμός «επίτηδες» για να αποφύγει το μέτωπο
Φοβούμενος ότι θα σταλεί στο μέτωπο, ο Νταρμπαντί λέει ότι προκάλεσε ο ίδιος τραυματισμό στον εαυτό του, προσπαθώντας να σπάσει το χέρι του. «Έτρεχα με το όπλο και το γκλομπ στον ώμο και επίτηδες σκόνταψα. Έπεσα έτσι ώστε να χτυπήσω δυνατά στον ώμο», περιγράφει.
Σύμφωνα με τη ρωσική νομοθεσία, τραυματισμός κατά τη διάρκεια της θητείας μπορεί να οδηγήσει σε απαλλαγή. Όπως λέει όμως, ο νόμος αυτός δεν εφαρμόστηκε στην περίπτωσή του.
Συνολικά έμεινε τραυματίας για έξι μήνες: τρεις σε νοσοκομείο και άλλους τρεις σε στρατώνα στην πόλη Καμένκα, ως «τραυματισμένος στρατιώτης».
Εκπαίδευση χωρίς όπλα και χωρίς δικαιώματα
Κάποια στιγμή, του είπαν να ετοιμαστεί για μεταφορά. Παρά τους πόνους και το γεγονός ότι, όπως λέει, το δεξί του χέρι δεν λειτουργούσε ακόμη, υποχρεώθηκε να συμμετάσχει σε εκπαίδευση διάρκειας περίπου 20–25 ημερών.
Η εκπαίδευση, σύμφωνα με την περιγραφή του, περιοριζόταν κυρίως σε τρέξιμο και πορεία, με ελάχιστη και επιφανειακή εκμάθηση χρήσης όπλων. «Μας φέρονταν όχι σαν ανθρώπους, αλλά σαν αναλώσιμους», λέει. «Όταν υπάρχει πόλεμος, στέλνουν πρώτα τους ξένους στο μέτωπο και κρατούν τους Ρώσους πίσω».
Στο στρατόπεδο εκπαίδευσης βρίσκονταν άνθρωποι από χώρες της Αφρικής, αραβικά κράτη, το Ιράν, την Κένυα και την Κολομβία. Οι ξένοι, όπως λέει, ήταν χωρισμένοι από τους Ρώσους και δεν είχαν ουσιαστικά κανένα δικαίωμα.
«Πολλοί υπέγραψαν μονοετή συμβόλαια για τα χρήματα και το μετάνιωσαν αμέσως. Έγραφαν αιτήσεις για να αποχωρήσουν, αλλά οι διοικητές μάζευαν όσους έπρεπε να σταλούν στη μάχη», λέει, απευθύνοντας έκκληση: «Μην συνεργάζεστε ποτέ με τη Ρωσία».
«Μας είπαν ότι είναι απλώς άσκηση»
Για την πρώτη του αποστολή, ο Νταρμπαντί λέει ότι τους είπαν πως επρόκειτο απλώς για στρατιωτική άσκηση. Τους έδωσαν ένα όπλο και δύο γεμιστήρες και τους έστειλαν πεζή σε συγκεκριμένο σημείο.
Κατέφυγαν σε ένα πρόχειρο όρυγμα, πιστεύοντας ακόμη ότι βρίσκονται σε εκπαιδευτικό σενάριο. Την επόμενη ημέρα, όπως λέει, ουκρανικό drone εξαπέλυσε επίθεση.
«Κοιμόμουν κάτω από δίχτυ κατά των drones και προσευχόμουν μέσα μου», λέει. «Δεν θέλω να πεθάνω εδώ».
Κάθε ρίψη προκάλεσε νέο τραυματισμό: στο δεξί χέρι, στο αριστερό μάτι, στο πρόσωπο, στην πλάτη και τελικά χαμηλά στη μέση. Δύο άνθρωποι δίπλα του σκοτώθηκαν. Ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά και έμεινε αβοήθητος για ημέρες.
Όπως λέει, έμεινε στο ίδιο σημείο για περίπου τρεις ημέρες χωρίς βοήθεια. Τελικά, δύο Ουκρανοί στρατιώτες τον εντόπισαν, του έδωσαν νερό και τον μετέφεραν σε νοσοκομείο.
«Μας απειλούσαν ότι θα μας σκοτώσουν αν παραδοθούμε»
Ο Νταρμπαντί λέει ότι πριν από την αποστολή τους είχαν προειδοποιήσει πως αν επιχειρούσαν να παραδοθούν, θα τους σκότωναν οι ίδιες οι δυνάμεις που βρίσκονταν πίσω τους. «Πολλοί ξένοι σκοτώθηκαν από δικούς τους», υποστηρίζει.
Αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο να θεωρηθεί εγκληματίας πολέμου, αναγνωρίζει ότι εισήλθε σε ουκρανικό έδαφος ένοπλος, αλλά τονίζει ότι το έκανε υπό εξαναγκασμό. «Νιώθω ενοχές και θέλω να επανορθώσω», λέει.
Εξηγεί ότι δεν υπήρχε δυνατότητα διαφυγής: «Υπήρχε ένοπλος πάνω από το κεφάλι μας. Αν κάναμε έστω ένα βήμα πίσω, θα μας πυροβολούσε».
Ο Αράς Νταρμπαντί λέει ότι φοβάται πως, αν επιστρέψει στη Ρωσία, θα σταλεί ξανά σε πόλεμο. Κλείνει με ένα μήνυμα προς την οικογένεια και όσους τον γνωρίζουν:
«Μην βοηθάτε ποτέ τρομοκράτες. Λένε ψέματα και σας κακοποιούν. Μην βοηθάτε χώρες όπως η Ρωσία και το Ιράν. Σταματήστε τον πόλεμο».