Newsletter Newsletters Events Εκδηλώσεις Ποντάκαστ Βίντεο Africanews
Loader
Διαφήμιση

Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Θετική εκτίμηση για την ελληνική οικονομία - Αστερίσκος για τον πληθωρισμό

Φωτογραφία Αρχείου
Φωτογραφία Αρχείου Πνευματικά Δικαιώματα  Petros Karadjias/AP
Πνευματικά Δικαιώματα Petros Karadjias/AP
Από Maria Psara
Δημοσιεύθηκε ανανεώθηκε πριν
Κοινοποιήστε το άρθρο Σχόλια
Κοινοποιήστε το άρθρο Close Button

Σύμφωνα με τους ειδικούς της Κομισιόν ο γεωπολιτικός κίνδυνος παραμένει - Ελληνικές εξαγωγές και τουρισμός θα μπορούσαν να επιβαρυνθούν, σημειώνεται στην έκθεση

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Με θετικό πρόσημο αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την ελληνική οικονομία, αν και βάζει ορισμένους αστερίσκους σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό και το εμπορικό έλλειμμα.

Στις οικονομικές προβλέψεις της Κομισιόν για την Ελλάδα, που δόθηκαν στη δημοσιότητα την Δευτέρα, σημειώνεται πως η ελληνική οικονομία «αναμένεται να διατηρήσει την ισχυρή δυναμική της και να αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2025  και κατά 2,2% το 2026, χάρη στη συνεχή αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ».

Σημειώνεται ωστόσο πως ο πληθωρισμός παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Η Κομισιόν αναγνωρίζει πως η Ελλάδα πέτυχε σημαντικό δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2024, το οποίο πρόκειται να διατηρηθεί κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων (επόμενα δύο χρόνια).

Σύμφωνα με τους ειδικούς της Κομισιόν πάντως, ο γεωπολιτικός κίνδυνος παραμένει.

Διατήρηση της δυναμικής της ελληνικής οικονομίας

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να διατηρήσει την ισχυρή δυναμική της και να αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2025 και κατά 2,2% το 2026, χάρη στη συνεχή αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ. Ο πληθωρισμός αναμένεται να συγκρατηθεί στο 2,3% έως το 2026, με τις ισχυρές εξελίξεις στους μισθούς και τη ζήτηση να εξακολουθούν να ασκούν πιέσεις στις τιμές καταναλωτή.

Η Ελλάδα πέτυχε σημαντικό δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2024, το οποίο πρόκειται να διατηρηθεί κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων. Με τη βοήθεια της ισχυρής αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ συνεχίζει να μειώνεται και αναμένεται να φθάσει το 140,6% το 2026.

Το 2024, η οικονομία της Ελλάδας επεκτάθηκε κατά 2,3%. Αυτό τροφοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ιδιωτική κατανάλωση, τις επενδύσεις και τη δημιουργία αποθεμάτων. Παρά τη συρρικνωτική δημοσιονομική πολιτική, η αύξηση της εγχώριας ζήτησης ήταν ισχυρή και συνεπαγόταν σημαντική αύξηση των εισαγωγών, ενώ οι εξαγωγές αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό. Ως εκ τούτου, οι καθαρές εξαγωγές επιβάρυναν την οικονομική δραστηριότητα.

Με την πρόοδο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας , οι επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ αναμένεται να είναι σημαντικές το 2025 και το 2026. Μαζί με τη συνεχιζόμενη ισχυρή κατανάλωση, η οποία υποστηρίζεται από σταθερή αύξηση του εισοδήματος, αυτές αναμένεται να αποτελέσουν τους κύριους μοχλούς της οικονομικής ανάπτυξης. Η ζήτηση για εισαγωγές θα παραμείνει ισχυρή, δεδομένου του υψηλού εισαγωγικού περιεχομένου των επενδύσεων. Συνολικά, η αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να συνεχίσει να υπερβαίνει το μακροπρόθεσμο δυναμικό του , με ρυθμούς 2,3% το 2025 και 2,2% το 2026.

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να επηρεαστεί μόνο ήπια από τους αμερικανικούς δασμούς, λόγω των σχετικά αδύναμων άμεσων και έμμεσων εμπορικών δεσμών της με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, οι κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης αυξήθηκαν και τείνουν προς τα κάτω, καθώς η επίμονη αύξηση της εμπορικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας σε συνδυασμό με την επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών προοπτικών θα μπορούσαν να επιβαρύνουν τις ελληνικές εξαγωγές, ιδίως τον τουρισμό.

Αγορά εργασίας και μισθοί

Η αγορά εργασίας βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια και η ευνοϊκή δυναμική μεταφέρθηκε στις αρχές του 2025, όπως αποδεικνύεται από την περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας τον Φεβρουάριο στο 8,6%. Μετά την κορύφωση κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024, τα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας έχουν αρχίσει να μειώνονται, αλλά εξακολουθούν να υποδηλώνουν μια σφιχτή αγορά εργασίας, ιδίως σε τομείς που σχετίζονται με τον τουρισμό και σε εκείνους που απαιτούν υψηλές δεξιότητες.

Η απασχόληση αναμένεται να συνεχίσει να διευρύνεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό, καθώς τα κενά σε δεξιότητες και η χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας, ιδίως μεταξύ των γυναικών, περιορίζουν την προσφορά εργασίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι πραγματικοί μισθοί ανά εργαζόμενο αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω, κατά μέσο όρο κατά 1,3% ετησίως κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων. Αυτό υποστηρίζεται επίσης από τις πρόσφατες αυξήσεις του κατώτατου μισθού και τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης ο πληθωρισμός

Ο συνολικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 3% το 2024, 0,6 μονάδες βάσης πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Ο αποπληθωρισμός έχει περιοριστεί από την επιτάχυνση των τιμών των υπηρεσιών και την άνοδο των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.

Εξετάζοντας το μέλλον, οι μισθοί θα συνεχίσουν να ασκούν ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Ως εκ τούτου, ο πληθωρισμός των υπηρεσιών αναμένεται να επιβραδυνθεί μόνο σταδιακά κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων. Συνολικά, ο πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 2,8% το 2025 και στο 2,3% το 2026. Ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα προβλέπεται να παραμείνει υψηλότερος, στο 3,5% και στο 2,6% το 2025 και το 2026, αντίστοιχα.

Δημοσιονομικές προοπτικές

Το 2024, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης ξεπέρασε σημαντικά τις προσδοκίες και κατέγραψε πλεόνασμα ύψους 1,3% του ΑΕΠ, έναντι ελλείμματος 0,6% του ΑΕΠ που προβλεπόταν στις φθινοπωρινές προβλέψεις.

Η βελτίωση αυτή οφείλεται στη συγκρατημένη αύξηση των τρεχουσών δαπανών, στα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα έσοδα από άμεσους φόρους και στις ισχυρές εισπράξεις από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, που συνδέονται όχι μόνο με τη σταθερή αύξηση της απασχόλησης αλλά και με τα μέτρα για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας, όπως η ψηφιακή κάρτα εργασίας και οι αυστηρότερες απαιτήσεις υποβολής δηλώσεων ΦΠΑ.

Το 2025, το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί, φθάνοντας το 0,7% του ΑΕΠ. Από την πλευρά των εσόδων, η πρόβλεψη αντανακλά το υψηλότερο βασικό επίπεδο λόγω των ισχυρότερων του αναμενόμενου επιδόσεων των εσόδων το 2024 και λαμβάνει υπόψη την αύξηση του φόρου διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία, τα διαρθρωτικά μέτρα για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την επέκταση της ψηφιακής κάρτας εργασίας στους τομείς των τροφίμων και του τουρισμού, με στόχο τη μείωση της αδήλωτης εργασίας και την αύξηση των τελών της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Αυτά τα μέτρα αναμένεται να αντισταθμίσουν τον αντίκτυπο της σχεδιαζόμενης μείωσης κατά 1 ποσοστιαία μονάδα του ποσοστού εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και της αύξησης των μισθών του δημόσιου τομέα.

Από την πλευρά των δαπανών, οι προβολές ενσωματώνουν μια νέα δέσμη μέτρων, ύψους 0,5% του ΑΕΠ, που ανακοινώθηκε μετά τη δημοσίευση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων του 2024, συμπεριλαμβανομένης της επιστροφής ενός μηνιαίου ενοικίου με εισοδηματικά κριτήρια, μιας μόνιμης κοινωνικής παροχής 250 ευρώ σε χαμηλοσυνταξιούχους, ανασφάλιστους ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρίες, και μιας ετήσιας αύξησης 500 εκατ. ευρώ στον εθνικό προϋπολογισμό επενδύσεων.

Το 2026, το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να αυξηθεί στο 1,4% του ΑΕΠ με την παραδοχή της μη μεταβολής της πολιτικής. Η βελτίωση αυτή αναμένεται να υποστηριχθεί από τη συνεχή αύξηση των φορολογικών εσόδων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες αναμένεται να αντισταθμίσουν τις αυξανόμενες δαπάνες για συντάξεις και μισθούς του δημόσιου τομέα.

Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός προβλέπεται να είναι επεκτατικός, υποστηριζόμενος από τη χρηματοδότηση της ΕΕ , τόσο το 2025 όσο και το 2026.

Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να συνεχίσει να μειώνεται στο 146,6% το 2025 και στο 140,6% το 2026. Η μείωση αναμένεται να προέλθει από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ καθώς και από τα δημοσιονομικά πλεονάσματα.

Οι προβλέψεις για την Κύπρο

Το πραγματικό ΑΕΠ στην Κύπρο αυξήθηκε κατά 3,4% το 2024, κυρίως λόγω της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία αυξήθηκε κατά 3,8%. Οι επενδύσεις επίσης επιταχύνθηκαν, σημειώνοντας αύξηση 2,5% (εξαιρουμένων των εγγραφών πλοίων), παρά την επιβράδυνση του τέταρτου τριμήνου που συνδέεται με την απεργία στον κατασκευαστικό τομέα. Οι καθαρές εξαγωγές έγιναν θετικές, υποστηριζόμενες από ισχυρά πλεονάσματα στους τομείς των ΤΠΕ, του τουρισμού και των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών.

Η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει εύρωστη στο 3% το 2025 και στο 2,5% το 2026. Βασικός μοχλός ανάπτυξης αναμένεται πως θα παραμείνει η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει ο βασικός μοχλός ανάπτυξης, καθώς η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών συνεχίζει να αυξάνεται, σε συνδυασμό με τη σταθερή αύξηση των μισθών και την υποχώρηση του πληθωρισμού. Οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται επίσης να παραμείνουν ισχυρές χάρη σε τομείς υπηρεσιών όπως ο τουρισμός και οι ΤΠΕ. Οι επενδύσεις αναμένεται να επιταχυνθούν, υποστηριζόμενες από τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τη συνέχιση των μεγάλων κατασκευαστικών έργων.

Ο συνεχιζόμενος μετασχηματισμός της οικονομίας αναμένεται να μεταφραστεί σε ισχυρές επενδυτικές ροές σε αναδυόμενους τομείς όπως οι ΤΠΕ, οι οποίοι συμβάλλουν επίσης στην αύξηση της παραγωγικότητας. Ωστόσο, η αυξανόμενη παρουσία εταιρειών που ανήκουν σε ξένες επιχειρήσεις και ο επακόλουθος επαναπατρισμός των κερδών τους αναμένεται να αντισταθμίσει εν μέρει τις βελτιώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο. Παρόλα αυτά, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να μειωθεί στο 5,9% του ΑΕΠ έως το 2026.

Η οικονομική αβεβαιότητα παραμένει ο κύριος καθοδικός κίνδυνος. Το περιορισμένο εμπόριο αγαθών της Κύπρου με τις ΗΠΑ παραπέμπει σε μόνο οριακές άμεσες επιπτώσεις από τους πρόσφατους δασμούς. Ωστόσο, παραμένει ο κίνδυνος των έμμεσων αρνητικών δευτερογενών επιπτώσεων που προκύπτουν από τις διαταραχές στο παγκόσμιο εμπόριο, ιδιαίτερα δεδομένης της σημασίας του τομέα των θαλάσσιων μεταφορών για την κυπριακή οικονομία, ο οποίος είναι περισσότερο εκτεθειμένος στις διακυμάνσεις του διεθνούς εμπορίου.

Στις προβλέψεις αναφέρεται ακόμα πως οι στην αγορά εργασίας εξασθενούν, καθώς το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε σε χαμηλό 15ετίας, στο 4,7%, το τέταρτο τρίμηνο του 2024, χωρίς σημαντικές ενδείξεις ανεκπλήρωτης ζήτησης εργασίας. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις εισροές ξένων εργαζομένων μετά τις λεγόμενες «πολιτικές εγκατάστασης κεντρικών γραφείων», που αποσκοπούν στην προσέλκυση διεθνών εταιρειών και τη μεταφορά των κεντρικών τους γραφείων στην Κύπρο.

Οι εισροές αυτές αναμένεται να μειωθούν σταδιακά, καθώς το αρχικό κύμα εταιρικού ενδιαφέροντος έχει σε μεγάλο βαθμό υλοποιηθεί. Με την ανάπτυξη να μετριάζεται αργά και τις ανάγκες σε εργατικό δυναμικό να μειώνονται ως αποτέλεσμα, η πίεση στην αγορά εργασίας αναμένεται να παραμείνει περιορισμένη.

Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ο οποίος αναμένεται βάσει του ΕνΔΤΚ αναμένεται να συγκλίνει στο 2% έως το 2026, οι τιμές των τροφίμων και του τουρισμού παρουσίασαν αξιοσημείωτες αυξήσεις στις αρχές του 2025, αντανακλώντας την καθυστερημένη μετακύλιση της αύξησης των μισθών και την ισχυρή τουριστική ζήτηση. Αυτές οι προσωρινές πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να υποχωρήσουν σταδιακά καθώς η αύξηση των μισθών ομαλοποιείται και οι τιμές των αγαθών, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας, μετριάζονται.

Οι προβλέψεις για την Κύπρο κάνουν λόγο για ευοίωνες δημοσιονομικές προοπτικές. Το 2024, η Κύπρος πέτυχε δημοσιονομικό πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης ύψους 4,3% του ΑΕΠ, με τα έσοδα να αυξάνονται περισσότερο από τις δαπάνες. Το 2025, το δημόσιο πλεόνασμα προβλέπεται να παραμείνει σταθερό και να φθάσει το 3,5% του ΑΕΠ.

Η συνεχιζόμενη ισχυρή οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να συμβάλει στην αύξηση των εσόδων με ταχύτερο ρυθμό από τις δαπάνες, παρά τις διάφορες νέες ή αυξανόμενες δαπάνες. Σε αυτες περιλαμβάνεται η συμμετοχή του κράτους στην κατασκευή τερματικού σταθμού για την παραλαβή υγροποιημένου φυσικού αερίου και του Great Sea Interconnector.

Οι δαπάνες περιλαμβάνουν επίσης κοινωνικές πρωτοβουλίες, όπως το ταμείο αλληλεγγύης για την αποζημίωση των ατόμων που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2012 - 2013, καθώς και το σύστημα μετατροπής υποθήκης σε ενοίκιο (Ενοίκιο Έναντι Δόσης) που επιτρέπει στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να παραμείνουν στο ακίνητό τους.

Το 2026, η συνολική εικόνα προβλέπεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές αμετάβλητη και το δημοσιονομικό ισοζύγιο προβλέπεται να επιτύχει πλεόνασμα 3,4% του ΑΕΠ.

Η αναλογία του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε κατά περισσότερο από 8 ποσοστιαίες μονάδες σε 65,3% στο τέλος του 2024. Η τάση αυτή υποστηρίζεται από τα συνεχιζόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να μειωθεί στο 58,0% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2025 και στο 51,9% το 2026. Με αυτές τις δημοσιονομικές προοπτικές οι κίνδυνοι για τα δημόσια οικονομικά εμφανίζονται περιορισμένοι, σύμφωνα με την Κομισιόν.

Μετάβαση στις συντομεύσεις προσβασιμότητας
Κοινοποιήστε το άρθρο Σχόλια

Σχετικές ειδήσεις

ΕΕ: «Καλός βαθμός» για την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο

Η Toyota επεκτείνει το εργοστάσιο της Τσεχίας για να κατασκευάσει το πρώτο της ευρωπαϊκό EV

Ο "φόρος" της Taylor Swift γίνεται mainstream: Αμερικανικές Πολιτείες στοχεύουν πολυτελείς δεύτερες κατοικίες