Η πρώτη υπεύθυνη για την αντιμετώπιση των υψηλών θερμοκρασιών στις πόλεις στον ΟΗΕ, Ελένη (Λενιώ) Μυριβήλη, εκτιμά ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα αναγκάσουν ακόμα και τις ΗΠΑ να λάβουν μέτρα
Το κόστος που θα πληρώσουν όλοι οι πολίτες, και ιδιαίτερα οι περισσότερο ευάλωτοι, αν δεν ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης θα είναι πολύ μεγάλο προειδοποιεί η Ελένη (Λενιώ) Μυριβήλη, πρώτη Υπεύθυνη για την Αντιμετώπιση της Αστικής Θερμότητας στα Ηνωμένα Έθνη.
Αποστολή της είναι να ενημερώνει την παγκόσμια κοινότητα για τους κινδύνους από τις υψηλές θερμοκρασίες και να προτείνει λύσεις ώστε να είναι πιο βιώσιμη η ζωή στις πόλεις.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο euronews, στο περιθώριο του EU Climate Pact National Event 2025, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, τόνισε ότι παρότι οι Ηνωμένες Πολιτείς φαίνεται να απομακρύνονται από τις πολιτικές για το κλίμα η ανάγκη αντιμετώπισης των ακραίων φαινομένων θα επιβάλλει και πάλι μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.
Συναντιόμαστε σε μια περίοδο όπου η συζήτηση για την κλιματική αλλαγή φαίνεται να αλλάζει κατεύθυνση με την έμπρακτη αμφισβήτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες των πολιτικών των Ηνωμένων Εθνών. Έχετε την αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής; Είναι μια πρόσκαιρη πολιτική μεταβολή;
«Ελπίζω ότι θα είναι μια πρόσκαιρη πολιτική μεταβολή, γιατί θα εντείνονται όλο και περισσότερο τα ακραία καιρικά φαινόμενα που θα επηρεάζουν όλο και περισσότερο τους πολίτες στις χώρες, σε όλες τις χώρες του κόσμου. Οπότε πιστεύω ότι σιγά -σιγά θα ξαναγυρίσει πιο έντονα η ανάγκη για να μειώσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Παρόλα αυτά, το κομμάτι που αφορά στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, δηλαδή το πώς θα προσαρμοστούμε στα ακραία καιρικά φαινόμενα και πώς θα προετοιμαστούμε γι αυτά, νομίζω ότι δε θα μειωθεί η έντασή του και η ανάγκη του ακόμα και τώρα, ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Απλώς σε αυτή η συζήτηση δεν θα μιλάμε πια για κλιματική αλλαγή. Θα το λέμε "ακραία καιρικά φαινόμενα" και "αντιμετώπιση των ακραίων φαινομένων" και "προετοιμασία για τα ακραία καιρικά φαινόμενα".»
Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει και αντίστοιχη προσαρμογή των πολιτικών που έχουν αποφασιστεί μέχρι τώρα;
«Δυστυχώς έχουμε δει όντως οι πολιτικές να αρχίζουν να οπισθοχωρούν. Το οποίο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και πάρα πολύ άσχημη εξέλιξη. Γιατί ξέρουμε ότι βγήκε πρόσφατα, μια έρευνα που έκανε η γερμανική κυβέρνηση ότι κάθε 0,25 βαθμό Κελσίου που αυξάνουμε τη θερμοκρασία, την παγκόσμια θερμοκρασία, ανεβαίνει η ανασφάλεια και τα ζητήματα κινδύνου και ρίσκου που αντιμετωπίζουμε. Και αυτό συμβαίνει και από γεωπολιτική άποψη, δηλαδή σχέσεις κρατών, ενεργειακά ζητήματα, ζητήματα νερού, μεταναστευτικό κλπ. Αλλά και ζητήματα που έχουν να κάνουν με την εσωτερική ασφάλεια τους, τον κόσμο που ζει μέσα στις χώρες και στις πόλεις, το πώς επηρεάζει τα βασικά συστήματα υγείας, την οικονομία, τις υποδομές, τα πορτοφόλια μας.»
Είπατε για τα πορτοφόλια μας. Υπάρχει μία αυξανόμενη κριτική όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη -που μας αφορά άμεσα- ότι όλες αυτές οι περιβαλλοντικές πολιτικές έχουν συμβάλει στην αύξηση του κόστους ζωής και στην πληθωριστική κρίση. Πόσο απαντάται αυτή η κριτική;
«Η απραξία θα ήταν πολύ πιο ακριβή. Έχουμε μπει σε μία τροχιά η οποία μας πηγαίνει πάρα πολύ γρήγορα προς συνθήκες πολύ- πολύ δύσκολες. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κάνει σωστά τις παρεμβάσεις που θα έπρεπε να έχουμε κάνει. Όντως, δηλαδή θα έπρεπε να έχουμε προστατεύσει πολύ περισσότερο τους ανθρώπους που είναι στις χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις και θα έπρεπε να δούμε καλύτερα πώς η ενεργειακή μετάβαση τους επηρεάζει και πώς θα μπορούσαμε να τους υποστηρίξουμε καλύτερα.
Αυτό δεν είχε γίνει αρκετά και όντως είναι προβληματικό. Εγώ όμως πιστεύω ότι επειδή πραγματικά αυξάνονται ραγδαία τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η επικινδυνότητα των συνθηκών που ζούμε-για να μιλήσουμε για το πορτοφόλι μας- μειώνεται η παραγωγικότητα επειδή αυξάνονται οι θερμοκρασίες, συνήθως έχουμε ξηρασία, ανεβαίνουν οι τιμές των προϊόντων. Έχουμε προβλήματα με τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Υπάρχει μια αλληλουχία επιδράσεων που έχουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα και ειδικά οι ακραίες θερμοκρασίες, τα οποία θα επηρεάζουν πολύ πιο έντονα και πολύ πιο αρνητικά τα πορτοφόλια, πάντα των πιο αδύναμων. Οπότε πρέπει πραγματικά να προετοιμαστούμε.»
Είσαστε επικεφαλής σε μια υπηρεσία του ΟΗΕ που προσπαθεί να αντιμετωπίσει την υπερθέρμανση, ειδικά στα αστικά κέντρα. Να μιλήσουμε συγκεκριμένα για την Ελλάδα, με δεδομένο ότι έχει διαμορφωθεί ο αστικός ιστός τόσο στην Αθήνα όσο και στις μεγάλες πόλεις, υπάρχει πραγματικά τρόπος να προστατεύσουμε τους πολίτες από τους καύσωνες;
«Η Αθήνα έχει τη δυνατότητα να αρχίσει να κατεβάζει θερμοκρασίες. Δεν έχουμε κάνει αρκετή δουλειά πάνω σε αυτό και πραγματικά δεν έχουμε ασχοληθεί σοβαρά πάνω σε αυτό. Για να δώσω ένα παράδειγμα: Έχουμε κώδικες για το σεισμό στα κτίρια μας και όλοι οι αρχιτέκτονες και οι πολιτικοί μηχανικοί ξέρουν πώς να χτίσουν ένα κτίριο το οποίο είναι ασφαλές σε σχέση με τους σεισμούς.
Δεν έχουμε ιδέα πώς θα πρέπει, με ποιες προδιαγραφές θα πρέπει να χτίζουμε τα κτίρια μας έτσι ώστε να μην πρέπει να σκάμε πάρα πολλά χρήματα στα κλιματιστικά. Θα έπρεπε να βγουν κάποιοι κωδικοί για το πώς χτίζονται τα κτίρια, για το πώς κάνουμε παρεμβάσεις στα ήδη υφιστάμενα κτίρια, έτσι ώστε όχι μόνο να τα κάνουμε ενεργειακά πιο αυτόνομα σε σχέση με το κρύο αλλά και με τη ζέστη
Κυρίως όμως το πιο σημαντικό είναι οι παρεμβάσεις στο δημόσιο χώρο. Ποιες είναι αυτές; Πάνω -κάτω τις ξέρουμε. Πρέπει να αυξήσουμε ραγδαία, πολύ δηλαδή ριζοσπαστικά, το ποσοστό του πρασίνου μέσα στην πόλη. Αυτό είναι πολύ δύσκολο. Αυτό είναι πολύ δύσκολο, γιατί έχουμε μια πόλη πολύ πυκνοκατοικημένη.
Αυτή τη στιγμή όμως, το περίπου 80% του δημόσιου χώρου της Αθήνας είναι παραδομένο στα αυτοκίνητα Ι. Χ.
Πρέπει να αναθεωρήσουμε τις προτεραιότητές μας. Και το έχουμε δει αυτό σε πάρα πολλές πόλεις στην Ευρώπη, όπου αρχίζουν πραγματικά να μειώνουν τα Ι. Χ. στο κέντρο των πόλεων, αυξάνοντας τις δημόσιες συγκοινωνίες και αυτό που ονομάζουμε "μικρο- κινητικότητα", δηλαδή την κινητικότητα που γίνεται με τα πόδια ή με ποδήλατα. Αυτά τα πράγματα μπορεί να ακούγονται λίγο ονειρικά ή λίγο αφελή, αλλά δεν είναι. Είναι αυτα που κάνούν την πόλη βιώσιμη.
Το 2024 η Αθήνα είχε θερμοκρασίες πάνω από 37 βαθμούς για 45 - 46 μέρες. Αυτό σήμαινε το μισό καλοκαίρι. Το μισό καλοκαίρι οι θερμοκρασίες ήταν αβάσταχτες στην Αθήνα και το ξέρουμε όλοι μας. Δεν μπορούσαμε να βγούμε ή να κάνουμε τίποτα έξω από το σπίτι μας. Ήταν δύσκολο να δουλεύουμε, είχαμε κακοκεφιά, είχαμε μεγαλύτερη αύξηση της βίας σε γειτονιές της Αθήνας. Είχαμε και προφανώς πάρα πολύ μεγάλα προβλήματα με τη δημόσια υγεία.»
Το 2024 ήταν μια χρονιά ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Περιμένουμε κάτι ανάλογο και φέτος;
«Δεν ξέρουμε, είναι δύσκολο να κάνουμε προβλέψεις για τόσους μήνες μπροστά.
Αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι γενικά η Ευρώπη θερμαίνεται με διπλάσιες ταχύτητες απο ότι το παγκόσμιος μέσος όρος. Ειδικά στη Μεσόγειο έχουμε πολύ μεγάλα ζητήματα με αύξηση θερμοκρασιών και ξηρασίες. Πρέπει να αρχίσουμε να προετοιμαζόμαστε για λειψυδρίες, ξηρασίες, περισσότερες φωτιές.
Πρέπει να μπούμε σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης με όλα αυτά τα ζητήματα. Ειδικά στο λεκανοπέδιο της Αθήνας βιώσιμο πρέπει να δούμε πώς μπορούμε να φέρουμε στην επιφάνεια νερό, με δέντρα και με μείωση των πραγμάτων που αυξάνουν τη θερμοκρασία. Θα μου πείτε τι θα τα κάνουμε; Πρέπει να είμαστε πολύ πιο λογικοί στον τρόπο που χρησιμοποιούμε το νερό και να μάθουμε να το χρησιμοποιούμε έξυπνα. Γιατί αυτό που είναι το πιο επικίνδυνο , για την υγεία μας, είναι οι θερμοκρασίες της νύχτας. Εκεί είναι που πρέπει να προσέξουμε πιο πολύ.»