Τόμσεν: Ήμασταν υπερβολικά αισιόδοξοι για το ελληνικό πρόγραμμα

Τόμσεν: Ήμασταν υπερβολικά αισιόδοξοι για το ελληνικό πρόγραμμα
Πνευματικά Δικαιώματα © 2014 ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας
Πνευματικά Δικαιώματα © 2014 ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας
Από euronews with ΑΠΕ-ΜΠΕ
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button

Λάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας αναγνώρισε ο νυν διευθυντής του τμήματος Ευρώπης του Ταμείου Πολ Τόμσεν

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Λάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας αναγνώρισε ο νυν διευθυντής του τμήματος Ευρώπης του Ταμείου Πολ Τόμσεν σε ομιλία του στο Λονδίνο το βράδυ της Δευτέρας.

Ο υπεύθυνος του Ταμείου για το ελληνικό πρόγραμμα από το 2010 και μετά είπε στο ακροατήριο που συγκεντρώθηκε στο London School of Economics για να ακούσει την αποτίμησή του για το ελληνικό πρόγραμμα ότι ορισμένοι στόχοι που τέθηκαν ήταν υπερφιλόδοξοι.

«Το 2010 υποθέσαμε ότι η Ελλάδα θα χρειαζόταν οκτώ χρόνια για να επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα. (...) Το αποτέλεσμα ήταν πολύ χειρότερο. Σήμερα, σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι ακόμα 22% κάτω από το προ κρίσης επίπεδο. Αν χρησιμοποιήσουμε την πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα πάρει έως το 2031 για να επιστρέψει η Ελλάδα στα προ κρίσης επίπεδα. Αν πάρουμε

την πρόβλεψη του ΔΝΤ θα πάρει δυο-τρία χρόνια περισσότερο. Άρα σαφώς έχουμε πολλές εξηγήσεις να δώσουμε», σημείωσε ενδεικτικά ο Δανός οικονομολόγος.

«Κοιτάζοντας πίσω, θα έλεγα ότι ήμασταν πολύ αισιόδοξοι» πρόσθεσε, αναφερόμενος στην ικανότητα, στο βαθμό και στο χρονικό περιθώριο προσαρμογής που αναμενόταν από την Ελλάδα.

Παραδέχθηκε επίσης ότι η αρχική λανθασμένη εκτίμηση για τους «πολλαπλασιαστές» του ελληνικού προγράμματος, δηλαδή στην ουσία η ταχύτητα της δημοσιονομικής προσαρμογής, «ίσως συνέβαλε στην απογοήτευση και στην κόπωση που άρχισαν να γίνονται εμφανείς». Πρόσθεσε ότι «υπό αυτή την έννοια, η υποτίμηση του πολλαπλασιαστή ίσως συνέβαλε στην όλο και πιο βαθιά κρίση, που σύντομα άρχισε να πλήττει την εμπιστοσύνη και την οικονομική απόδοση».

Στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη που υπάρχει και σήμερα να περικοπούν «σε βιώσιμα επίπεδα» οι συντάξεις και να μειωθεί το αφορολόγητο όριο εισοδήματος, αν είναι να υπάρξει περιθώριο για αναπτυξιακές δαπάνες.

Παρόλα αυτά, χαρακτήρισε άδικη και πηγή «εκνευρισμού» την κριτική που ασκείται στο ΔΝΤ για επιβολή λιτότητας στην Ελλάδα.

Όπως εξήγησε, ήδη από το 2012, όταν, έστω καθυστερημένα, το Ταμείο τασσόταν υπέρ χαμηλότερων πλεονασμάτων, οι ελληνικές αρχές είχαν την τάση να συνταχθούν με τους Ευρωπαίους για υψηλότερα πλεονάσματα, «για να εντυπωσιάσουν τις ευρωπαϊκές χώρες για την ελληνική αποφασιστικότητα».

Πρόσθεσε ότι ο εκνευρισμός αυτός έγινε πολύ μεγαλύτερος τα τελευταία χρόνια όταν οι εκκλήσεις για φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις παρουσιάζονταν ως αιτήματα για περαιτέρω λιτότητα, την ώρα που στην πραγματικότητα στόχο είχαν τη δημιουργία χώρου για δαπάνες σε αναπτυξιακά μέτρα.

«Για την ακρίβεια, η κυβέρνηση εσκεμμένα επιδίωξε υπεραπόδοση έναντι του φιλόδοξου στόχου του 3,5% που συμφώνησε με τους Ευρωπαίους, για να τους δείξει ότι δε χρειαζόταν να κάνει αυτές τις δύσκολες φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις», σχολίασε ο Πολ Τόμσεν.

Χαρακτήρισε δε την ελληνική κρίση, πολιτική όσο και οικονομική, αν όχι περισσότερο πολιτική. «Σε αντίθεση με άλλες κρίσεις σε άλλες χώρες, (στην Ελλάδα) υπήρχε μία θεμελιώδης έλλειψη ευρείας πολιτικής στήριξης για το πρόγραμμα από την αρχή».

Ο κ. Τόμσεν υπερασπίστηκε τη διάσωση του 2010 παρά τη δημιουργία υπέρογκου χρέους για την Ελλάδα, καθώς δεν υπήρχε σύστημα αποτροπής εξάπλωσης της κρίσης στην ευρωζώνη. Παραδέχθηκε ότι μέτρησε πολύ και η ανάγκη αποσόβησης του συστημικού ρίσκου.

Σημείωσε δε ότι το ελληνικό PSI του 2012 ήταν «σκληρό» και «έσπασε ρεκόρ».

Σχολίασε ότι αν το PSI είχε γίνει νωρίτερα, από το 2010, αν και δε θα έκανε μεγάλη διαφορά για το χρέος, ίσως είχε μειώσει την αίσθηση της αδικίας από τη διάσωση ξένων πιστωτών.

Είπε, εξάλλου, ότι έχει ακόμα ανησυχίες πως κάποια στιγμή αυτό το «βουνό» του ελληνικού χρέους θα επιβαρύνει τη θέση της Ελλάδας στις αγορές. Αλλά όπως τόνισε, μετά από την ανάκτηση μιας μακροοικονομικής σταθερότητας καταλαβαίνει «γιατί οι επενδυτές εκεί έξω δεν ανησυχούν τόσο πολύ για τη βιωσιμότητα του χρέους».

Θέτοντας στον εαυτό του το ερώτημα τί θα έκανε διαφορετικά, είπε ότι δεν υπολόγισε πόσο θα πολιτικοποιούταν το ζήτημα του χρέους και για αυτό θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το ΔΝΤ έπρεπε να επιδιώξει μία δέσμευση από τους πιστωτές να παραχωρήσουν ελάφρυνση χρέους υπό τη μορφή κουρέματος. «Δεν το κάναμε. Δεν εγείραμε το θέμα», είπε.

Απαντώντας στη συνέχεια σε ερωτήσεις από το ακροατήριο, ο Πολ Τόμσεν είπε μεταξύ άλλων ότι αυτό που διδάχθηκε από την ελληνική κρίση είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις που επιδιώχθηκε να γίνουν «πρέπει να προέρχονται εκ των έσω» και όχι να επιβάλλονται.

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Μπεάτα Γιαβόρτσικ (EBRD): «Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε ένα παράθυρο ευκαιρίας»

Ο οίκος S&P αναβάθμισε τις προοπτικές του ελληνικού αξιόχρεου

Johan Norberg:«Βλέπω μία πολύ πιο σύγχρονη, επιχειρηματική και καινοτόμα Ελλάδα»