Οι περιορισμοί έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από οργανώσεις υπεράσπισης της ελευθερίας του Τύπου
Το Αμερικανικό Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι οι δημοσιογράφοι που διαθέτουν διαπιστεύσεις θα πρέπει να υπογράψουν δήλωση με την οποία δεσμεύονται να μην δημοσιεύουν πληροφορίες που δεν έχουν εγκριθεί για δημόσια κυκλοφορία, ακόμη και αν αυτές είναι μη-ταξινομημένες.
Σε 17σέλιδο έγγραφο που δημοσιοποίησε το υπουργείο Πολέμου των ΗΠΑ —όπως μετονομάστηκε πρόσφατα από την κυβέρνηση Τραμπ το Υπουργείο Άμυνας— επισημαίνεται ότι οι δημοσιογράφοι που δεν συμμορφώνονται με την πολιτική αυτή διατρέχουν τον κίνδυνο να χάσουν τις διαπιστεύσεις τους, οι οποίες τους παρέχουν πρόσβαση στο Πεντάγωνο.
«Οι πληροφορίες πρέπει να εγκριθούν από τον κατάλληλο αρμόδιο πριν από τη δημοσιοποίησή τους, ακόμη και αν δεν είναι ταξινομημένες», αναφέρεται στην οδηγία.
Υποστηρικτές της ελευθερίας του Τύπου καταγγέλλουν την υποχρέωση μη-αποκάλυψης ως επίθεση στην ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Οι νέοι περιορισμοί του Πενταγώνου έρχονται ενώ ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, εντείνει τις απειλές, τις αγωγές και την πίεση προκειμένου να επαναπροσδιορίσει το τοπίο των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης.
«Αν οι ειδήσεις για τον στρατό μας πρέπει πρώτα να εγκριθούν από την κυβέρνηση, τότε το κοινό δεν λαμβάνει ανεξάρτητη πληροφόρηση. Λαμβάνει μόνο ό,τι θέλουν οι αξιωματούχοι να δει», τόνισε ο Μάικ Μπάλσαμο, πρόεδρος του National Press Club, προσθέτοντας ότι «αυτό θα πρέπει να ανησυχήσει κάθε Αμερικανό».
Ο Υπουργός Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, παρουσίασε τους νέους περιορισμούς σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τονίζοντας ότι «ο Τύπος δεν διοικεί το Πεντάγωνο, ο λαός το κάνει». Παράλληλα ανακοίνωσε ότι οι δημοσιογράφοι δεν θα επιτρέπεται πλέον να κινούνται ελεύθερα στους διαδρόμους της στρατιωτικής έδρας των ΗΠΑ.
«Ο Τύπος δεν επιτρέπεται πια να περιφέρεται σε χώρους ασφαλείας», σημείωσε. «Φορέστε το διακριτικό σας και ακολουθήστε τους κανόνες — αλλιώς σπίτι σας».
Οι περιορισμοί αυτοί ακολουθούν σειρά πρόσφατων διαρροών. Το Πεντάγωνο έχει ήδη απομακρύνει πολλά μέσα ενημέρωσης φέτος και έχει επιβάλει σειρά περιορισμών, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης πρόσβασης σε μεγάλες περιοχές της έδρας του χωρίς συνοδεία κυβερνητικού υπαλλήλου — χώρους στους οποίους ο Τύπος είχε πρόσβαση σε προηγούμενες κυβερνήσεις κατά την κάλυψη των δραστηριοτήτων του ισχυρότερου στρατού του κόσμου.
Νωρίτερα στην θητεία του Χέγκσεθ, το Πεντάγωνο βρέθηκε σε δύσκολη θέση όταν ο αρχισυντάκτης του αμερικανικού μέσου ‘The Atlantic’, Τζέφρι Γκόλντμπεργκ, περιλήφθηκε κατά λάθος σε ομαδική συνομιλία στην εφαρμογή Signal, όπου ο Υπουργός Άμυνας συζητούσε σχέδια στρατιωτικών επιθέσεων στην Υεμένη.
Επιπλέον, διαρροή προς τους New York Times αποκάλυψε ότι ο δισεκατομμυριούχος και πρώην συνεργάτης του Τραμπ, Ίλον Μασκ, επρόκειτο να ενημερωθεί για τα σχέδια του αμερικανικού στρατού σε περίπτωση πολέμου με την Κίνα — ενημέρωση που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, κατόπιν εντολής Τραμπ. Ως αποτέλεσμα, δύο αξιωματούχοι του Πενταγώνου τέθηκαν σε αναστολή για να διερευνηθεί η διαρροή.
Η αντίδραση των μέσων ενημέρωσης
Το Σάββατο, η Εταιρεία Επαγγελματιών Δημοσιογράφων (Society of Professional Journalists) καταδίκασε την κίνηση του Πενταγώνου, χαρακτηρίζοντάς την «ανησυχητική».
«Αυτή η πολιτική μυρίζει λογοκρισία εκ των προτέρων — τη σοβαρότερη παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου βάσει της Πρώτης Τροπολογίας — και αποτελεί επικίνδυνο βήμα προς κυβερνητική λογοκρισία», ανέφερε σε ανακοίνωσή της. «Οι προσπάθειες φίμωσης του Τύπου υπό το πρόσχημα της «ασφάλειας» εντάσσονται σε ένα ανησυχητικό μοτίβο αυξανόμενης εχθρότητας της κυβέρνησης απέναντι στη διαφάνεια και τις δημοκρατικές αξίες».
Ο Εκτελεστικός Συντάκτης της Washington Post, Ματ Μάρεϊ, δήλωσε ότι η νέα πολιτική αντιβαίνει στο συμφέρον του αμερικανικού κοινού. «Το Σύνταγμα προστατεύει το δικαίωμα να καλύπτονται οι δραστηριότητες εκλεγμένων και διορισμένων αξιωματούχων της κυβέρνησης», τόνισε. «Οποιαδήποτε προσπάθεια ελέγχου της πληροφόρησης και περιορισμού της πρόσβασης από την κυβέρνηση είναι αντίθετη με την Πρώτη Τροπολογία και το δημόσιο συμφέρον».