Πληροφοριοδότες: Ο «Γολγοθάς» όσων αποκαλύπτουν σκάνδαλα στην Ευρώπη

Πληροφοριοδότες: Ο «Γολγοθάς» όσων αποκαλύπτουν σκάνδαλα στην Ευρώπη
Από Euronews
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button
Αντιγραφή/Επικόλληση το λινκ του βίντεο πιο κάτω:Copy to clipboardCopied

«Η γυναίκα που πραγματικά ήξερε πολλά». Αυτός είναι ο τίτλος του βιβλίου της Στεφανί Ζιμπό, πρώην διευθύντριας μάρκετινγκ της γαλλικής θυγατρικής της

«Η γυναίκα που πραγματικά ήξερε πολλά». Αυτός είναι ο τίτλος του βιβλίου της Στεφανί Ζιμπό, πρώην διευθύντριας μάρκετινγκ της γαλλικής θυγατρικής της ελβετικής τράπεζας UBS.Το βιβλίο κυκλοφόρησε πέρυσι και την οδήγησε στο εδώλιο του κατηγορούμενου.

Η UBS κατέθεσε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση. Είναι η τρίτη φορά σε 6 χρόνια, που η Ζιμπό αντιμετωπίζει τον πρώην εργοδότη της στα γαλλικά δικαστήρια

«Το 2010 η UBS κατέθεσε μήνυση εναντίον μου για συκοφαντική δυσφήμιση. Υποστήριξαν πως άδικα τους κατηγορούσα για εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Όμως έχασαν την δίκη. Τότε, οδήγησα την UBS στα δικαστήρια για παρενόχληση υπαλλήλου και φυσικά κέρδισα. Σε καμία από τις δύο περιπτώσεις, δεν ασκήθηκε έφεση» δήλωσε στην κάμερα του euronews η Στεφανί Ζιμπό, πρώην επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της UBS Γαλλίας.

Ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και φοροδιαφυγή κόστισαν στην ελβετική τράπεζα το ποσό του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ. Σύμφωνα με την έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη, η UBS απέκρυψε περισσότερα από 12 δισεκατομμύρια ευρώ από τις γαλλικές φορολογικές αρχές μέσω offshore εταιρειών. Κι όμως κυνηγάει μια πρώην υπάλληλο της.

«Αυτό αποκαλώ οργανωμένη ηθική παρενόχληση και καταδίωξη από συμμορία. Στόχος είναι να σε κάνουν να λυγίσεις. Αυτό περιμένουν, αυτό ελπίζουν. Σε βλέπουν ως ένα ψίχουλο που τόλμησε να αμφισβητήσει μια πανίσχυρη πολυεθνική εταιρεία. Αυτό δείχνει πόσο ασφαλείς και σίγουροι νιώθουν. Μιλάμε για εταιρείες που υπακούν μόνο στο χρήμα, αυτό είναι το αφεντικό τους» υποστηρίζει η Στεφανί Ζιμπό, πρώην επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της UBS Γαλλίας.

Η Στεφανί Ζιμπό είναι πληροφοριοδότης.
Όλα ξεκίνησαν το 2008, όταν ένας προϊστάμενος της ζήτησε να καταστρέψει ηλεκτρονικά αρχεία που περιείχαν ονόματα πελατών, αλλά και όσων διαχειρίζονταν τους λογαριασμούς τους.

Εκείνη αρνήθηκε. Στη συνέχεια ανακάλυψε ότι η τράπεζα χρησιμοποιούσε διαχειριστές ελβετικών λογαριασμών για να παρέχει κάλυψη σε Γάλλους πελάτες που παραβίαζαν το νόμο, χρησιμοποιώντας διπλά βιβλία.
Δηλαδή παράλληλες λογιστικές καταγραφές που συγκάλυπταν την φοροδιαφυγή.

«Ουσιαστικά πέταξα τον εαυτό μου στο στόμα του λιονταριού. Πήγα να δω τον διευθυντή νομικών υποθέσεων, τον γενικό διευθυντή, τον πρόεδρο, τον διευθυντή ανθρώπινου δυναμικού. Από την στιγμή που αρνήθηκα να εκτελέσω τις εντολές τους, όλοι στράφηκαν εναντίον μου. Έτσι στήθηκε συνωμοσία εις βάρος μου» δήλωσε η πρώην επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της UBS Γαλλίας.

Τελικά, απολύθηκε το 2012 και από τότε δεν μπορεί να βρει δουλειά. Τα 30.000 ευρώ που κατέβαλε η UBS αφού έχασε τη δίκη, καλύπτουν μόνο τις αμοιβές του δικηγόρου της.

Πλέον, ζει με ελάχιστες κοινωνικές παροχές, μαζί με το νεώτερο από τα δύο της παιδιά. Αδυνατεί να πληρώσει το ενοίκιο και σύντομα πρέπει να εγκαταλείψουν το διαμέρισμά τους στο Παρίσι.

«Όλοι σου γυρίζουν την πλάτη, είναι τρομερό. Έστειλα περισσότερα από 1.000 βιογραφικά και οι μόνες απαντήσεις που είχα είναι «Κυρία μου, μας τρομάζετε». Όλα χάθηκαν και ξαφνικά τίποτα δεν είχε σημασία. Όσα είχα κάνει, η καριέρα μου, η υγεία μου, τα χρήματά και η οικογένειά μου. Γιατί πρέπει κανείς να υποφέρει τόσο πολύ και είναι απομονωμένο, όταν λέει την αλήθεια και αγωνίζεται για το κοινό καλό;» υποστηρίζει η πρώην επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της UBS Γαλλίας.

Το κοινό καλό είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο η Ιλέιν Τσάμπ (http://www.compassionincare.com/)
εδώ και 15 χρόνια αγωνίζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Πρόκειται για μια από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν ειδική νομοθεσία για την προστασία των πληροφοριοδοτών. Έναν νόμο που η Ιλέιν Τσάμπ και χιλιάδες Βρετανοί πληροφοριοδότες θεωρούν αρκετά αδύναμο.

Έχασε τα πάντα αφού με 6 από συναδέλφους της, αποκάλυψε τις αγριότητες που συνέβαιναν σε κέντρο φροντίδας της BUPA, μιας πολυεθνικής που δραστηριοποιείται στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.

«Έχουμε δει ανθρώπους που έμοιαζαν με ζόμπι. Μέρα με τη μέρα σβήνουν και χάνονται σαν τα κεριά. Κανείς δεν νοιάζεται, κανείς δεν τους φροντίζει. Άνθρωποι σκόπιμα έμειναν χωρίς φαγητό και νερό. Μιλάμε για ολόκληρες ημέρες. Με τα μάτια μου έχω δει, άτομα υπό την επήρεια ναρκωτικών, αντι-ψυχωτικών φαρμάκων, που όμως δεν προορίζονταν για εκείνους. Μιλάμε για φάρμακα που ήταν αποθηκευμένα και έπαιρναν άνθρωποι που είχαν ήδη πεθάνει. Έχω δει ασθενείς που τους φτύνουν, τους χτυπάνε, τους κλωτσάνε, που τους κλέβουν κοσμήματα και χρήματα. Άνθρωπος βλάπτει άνθρωπο με κάθε πιθανό τρόπο. Αυτό το είδα να συμβαίνει» υποστηρίζει μιλώντας στην κάμερα του euronews, η Ιλέιν Τσάμπ.

Αν και υπήρξαν κάποιες συλλήψεις, ο πρώην εργοδότης της δεν καταδικάστηκε. Δέκα πέντε χρόνια μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, η Ιλέιν και οι συνάδελφοι της δεν μπορούν να βρουν δουλειά.

Η Ιλέιν αρνήθηκε τον οικονομικό διακανονισμό που της προτάθηκε.
Σήμερα, ζει με μερικές εκατοντάδες λίρες το μήνα. Αυτός είναι ο μισθός της, ως επικεφαλής της «Compassion in Care», μιας οργάνωσης που βοηθάει όσους θέλουν να αποκαλύψουν σκάνδαλα

Η οργάνωση μάχεται για την βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου, διότι σήμερα πάνω από το 75% των εργαζομένων στην Ευρώπη, δεν μιλούν αν και διαπιστώνουν πως υπάρχει αδίκημα.

«Δεν αφορά μόνο τους πληροφοριοδότες. Αφορά και τα θύματα της σιωπής, τους ανθρώπους που υποφέρουν και πεθαίνουν, επειδή αγνοήθηκαν οι πληροφοριοδότες. Η σιωπή είναι ο εχθρός μας. Αγωνιζόμαστε κατά της σιωπής. Αν μπορούμε με την κατάλληλη νομοθεσία, να προστατεύσουμε τους πληροφοριοδότες και να βοηθήσουμε τα θύματα της σιωπής, τότε μπορούμε να τα αλλάξουμε όλα» δήλωσε, η πρώην νοσοκόμα Ιλέιν Τσάμπ.

Ανάλογη μάχη δίνει και η Γιασμίν Μοταρζεμί στην Ελβετία. Διετέλεσε διευθύντρια «Ασφάλειας Τροφίμων« της Nestle για περίπου 10 χρόνια. Εντόπισε και κατήγγειλε ελλείψεις στη διαδικασία ασφάλειας. Μεταξύ αυτών, έλλειψη υγιεινής σε εργοστάσια, λάθος δόσεις σε ορισμένα παρασκευάσματα, και μολυσμένες πρώτες ύλες.

«Καταγγέλλοντας αυτά τα γεγονότα, έκανα εχθρούς και το αφεντικό μου έγινε ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς μου. Άρχισε να με παρενοχλεί. Η ηθική παρενόχληση όχι μόνο δημιουργεί ένα αίσθημα ενοχής, αλλά αναρωτιέσαι τι συμβαίνει, γιατί από τη μια μέρα στην άλλη δεν σε εκτιμούν πια. Πραγματικά από τη μια μέρα στην άλλη! Και την ίδια στιγμή γίνεσαι αόρατος, δεν υπάρχεις. Αυτό το συναίσθημα είναι τόσο οδυνηρό, δεν θέλεις πια να ζεις» δήλωσε η Μοταρζεμί, πρώην διευθύντρια εταιρικής εκπαίδευσης και ασφάλειας τροφίμων της Nestle.

Σταδιακά απομονώθηκε, έχασε τους συνεργάτες της και εξαφανίστηκε από το οργανόγραμμα. Ο εφιάλτης κράτησε 4 χρόνια, μέχρι που τελικά απολύθηκε.

Όλο αυτό τον καιρό, υπέφερε από σοβαρή κατάθλιψη. Όμως δεν το βάζει κάτω και συνεχίζει τον αγώνα της.

Διεκδικεί αποζημίωση από τη Nestle, αλλά και εξηγήσεις για όσα έχει καταγγείλει. Η δίκη ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο.

«Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που προχωρούν σε συμφωνία με την εταιρεία τους. Στη συνέχεια γυρίζουν σελίδα και συνεχίζουν τη ζωή τους. Δεν τους κατηγορώ, γιατί μερικές φορές δεν έχουν τα μέσα για να παλέψουν. Είναι αναγκασμένοι να καταλήξουν σε συμφωνία, επειδή δεν έχουν τους πόρους, τις δεξιότητες, ή τα αποδεικτικά στοιχεία. Γιατί πρέπει να έχεις αποδείξεις. Εγώ είχα την θέληση και τα αποδεικτικά στοιχεία. Ακριβώς επειδή έχω τη θέληση και τα αποδεικτικά στοιχεία, το να μην πάω στο δικαστήριο, θα ήταν έγκλημα» δήλωσε η Μοταρζεμί, πρώην διευθύντρια εταιρικής εκπαίδευσης και ασφάλειας τροφίμων της Nestle.

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Μεγαλύτερη προστασία των πληροφοριοδοτών

Ανταπόκριση των γαλλικών αρχών σε μαζικές επιθέσεις

«Άνεμος (κλιματικής) αλλαγής» στη Γερμανία