Ο κόσμος της Κύπρου – Φωτογραφίες από μία «άλλη» εποχή!

Ο κόσμος της Κύπρου – Φωτογραφίες από μία «άλλη» εποχή!
Πνευματικά Δικαιώματα 
Από Μάριος Ιωάννου
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button
ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Τον γνωρίσαμε πριν από λίγα χρόνια όταν μας παρουσίασε μέσα από τον φωτογραφικό του φακό το Διεθνές Αεροδρόμιο Λευκωσίας με φωτογραφίες όπου για πρώτη φορά άνθρωποι που έζησαν το αεροδρόμιο από κοντά φωτογραφήθηκαν σε αυτό το εγκαταλελειμμένο κτίριο

Τώρα έρχεται να μας παρουσιάσει τον «Κόσμο της Κύπρου». Ανθρώπους, τοπία και καταστάσεις της Κύπρου που έμειναν αναλλοίωτα μέσα από τον χρόνο.

Ο λόγος για τον Άντρο Ευσταθίου όπου μετά από μια πολύχρονη εργασία μας «ταξιδεύει» σε μία άλλη εποχή της κυπριακής πραγματικότητας που λίγοι γνωρίζουν ή κάνουν πως δεν την γνωρίζουν. Ιστορίες καθημερινές που πολλές φορές προσπερνάμε γιατί δεν θέλουμε να τις αντιμετωπίσουμε.

Μιλήσαμε με τον Άντρο Ευσταθίου για αυτή του την δουλειά και μας περιγράφει τα όσα έζησε γυρίζοντας το πανέμορφο αυτό νησί της Μεσογείου.

Euronews:«Ο κόσμος της Κύπρου». Γιατί επέλεξες αυτό τον τίτλο για τη νέα σου έκθεση;

Άντρος Ευσταθίου: Επέλεξα το νέο μου Πρότζεκτ να έχει τον τίτλο Ο Κόσμος της Κύπρου, ως μια ελάχιστη τιμή που θα μπορούσα να αποδώσω σε αυτόν τον βασανισμένο, ταλαιπωρημένο αλλά Περήφανο Κόσμο που μου χάρισε σοφία μέσα από τις συζητήσεις μας, μέσα απο τις ιστορίες του. Ο Κόσμος αυτός που φωτογράφισα με έκανε ξανά να νιώσω περήφανος ως Κύπριος.Τους ευγνωμονώ απεριόριστα!!

Πες μας λίγο για την ίδεα αυτή; Πως την σκέφτηκες; Πόσο χρόνο χρειάστηκε;

Άντρος Ευσταθίου: Κοιτάξτε το 2002 όταν ξεκινούσα το πρότζεκτ μου αυτό, το ενδιαφέρον μου αρχικά ήταν στραμμένο αποκλειστικά στους πρόσφυγες του 1974 με σκοπό να αποτυπώσω τον κόσμο αυτό. Απλά σε λίγο καιρό το ίδιο το πρότζεκτ από μόνο του τράβαγε άλλους δρόμους. Δηλαδή η δίψα μου να μάθω και να φωτογραφίσω πρόσφυγες εξελίχτηκε στο να φωτογραφίζω τον απλό Κόσμο που δεν τον βλέπουμε στις πρώτες γραμμές της επικαιρότητας, αλλά σίγουρα κάτι σημαντικό θα έχουν να μας διηγηθούν. Εξάλλου δεν υπάρχει μεγαλύτερη πρόκληση από την προσπάθεια που καταβάλεις για να αποτυπώσεις στην κάμερα σου τον πόνο τις δυσκολίες και την περηφάνια που κουβαλά ένα πρόσωπο.

Πριν από λίγα χρόνια «ξαναζωντάνεψες» το αεροδρόμιο φάντασμα της Λευκωσίας; Με τις φωτογραφίες αυτές «ξαναζωντανεύεις» το παρελθόν και τις πικρές ιστορίες του νησιού;

Άντρος Ευσταθίου: Νομίζω μετά απο 14 χρόνια φωτογραφικής καταγραφής, και οδήγησης χιλιάδων χιλιομέτρων,απο τον Απόστολο Αντρέα μέχρι τον Πύργο Τυλληρίας, τώρα που πιο ήρεμα, και “γυρνώντας“πίσω το μυαλό σε αυτή την μεγάλη περίοδο που και για μένα τον ίδιο ήταν ένα ταξίδι αυτοσκόπησης και συνειδητοποίησης της ίδιας μου της ύπαρξης σε αυτό τον τόπο, που με γέννησε, αντιλαμβάνομαι ότι συνειδητά φωτογράφισα τον κόσμο που βρίσκεται “πίσω” από τα φώτα. Εγώ φωτογράφισα το υγιές κομμάτι της κυπριακής κοινωνίας όπως εγώ αντιλαμβάνομαι το υγιές από το μη υγιές. Φωτογράφισα τον κόσμο που πέρασε μεγάλες προσωπικές δυσκολίες, που έζησε σε εποχές που το να ζείς τίμια ήταν δεδομένο. Που η τιμιότητα είναι στάση ζωής. Φωτογράφισα κόσμο που έχασε αδέλφια, συγγενείς, φίλους στον πόλεμο. Που έχασε τα σπίτια τους, τα χωράφια τους, που μετά απο 40 χρόνια ακόμη ζουν σε προσφυγικούς συνοικισμούς, με το μικρό κηπάκι τους έξω απο το σπίτι που τους έδωσαν να τους θυμίζει την Λαπηθο, τον Καραβά, την Κερύνεια. Φωτογράφισα όμως πάνω απο όλα έναν κόσμο περήφανο, έναν κόσμο όχι δειλό, αλλά έτοιμο ως απο καιρό για την επιστροφή.. Φωτογράφισα έναν κόσμο που κουβαλά μια σοφία στο βλέμμα του, και στις κουβέντες του που δεν την συναντάς εύκολα σήμερα στην μοντέρνα μας κοινωνία και στα κοσμικά μας σαλόνια.

Μπορούμε πραγματικά να δούμε μέσα από τις φωτογραφίες τον «κόσμο της Κύπρου» ή έναν κόσμο που οι περισσότεροι κάνουμε τα στραβά μάτια;

Άντρος Ευσταθίου: Mε τα πρότζεκτ μου πρώτα από όλα προσπαθώ να “δώσω” θέση σε ανθρώπους που τους έχουμε παραμελήσει έστω και άθελα μας. Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με τόσες πληροφορίες και προσπαθούμε τόσο πολύ να τις αναλύσουμε και να τις φιλτράρουμε, ωσάν και αυτές οι “ειδήσεις” είναι οι μόνες που πρέπει να μας απασχολούν. Δεν γυρνάμε να δούμε τους δίπλα μας, να τους μιλήσουμε, να τους ρωτήσουμε να μας πούνε τις ιστορίες τους, που είναι και δικές μας, αφού είναι η ιστορία μας, παρά μόνο μας ενδιαφέρει η “άχρηστη“πληροφορία του Διαδικτύου, οι φωτογραφίες των κοσμικών κυριών, τα λαμπερά πάρτι και ρούχα, τα ακριβά αμάξια και οι χλιδάτες διακοπές. Με τα Πρότζεκτ μου προσπαθώ να ανακαινίσω παλιές ιστορίες, και ας θεωρούνται passé και εκτός μόδας… Εμένα με ενδιαφέρει το προτζεκτ μου να έχει μια γερή βάση και ουσία για να μπορεί ο καθένας μας να “πατήσει“επάνω του και να ρουφήξει όση περισσότερη γνώση και εμπειρία μπορεί. Και μ αρέσει πολύ να ταξιδεύω στο νησί μου. Μου αρέσει να ακούω. Να μην μιλώ πολύ. Να μου φτιάχνουν καφέ σ ένα χωριό από μια άγνωστη μου κυρία και να με ρωτά “πόθεν είμαι”,να της λαλώ “που την Πάφο”, τζιαί να μου λαλεί, “επηέναμεν στην Πάφο, στην Παναγιά στο Μοναστήρι της Χρυσορογιατισσας, κάθε Δεκαπενταύγουστο”, παλιά που ειμαστουν νέες… τζιαί να της λαλώ“μα τζιαί τωρά είσαστε νέα τζιαι όμορφη με τα άσπρα σας τα μαλλιά”….

Οι φωτογραφίες και οι μικρές τους ιστορίες…

Για κάθε μία φωτογραφία ο Άντρος Ευσταθιού περιγράφει την ιστορία της χρησιμοποιώντας την κυπριακή διάλεκτο… Μια διάλεκτο που παραμένει ανεξίτηλη στα χρόνια και που ακόμη οι Κύπριοι χρησιμοποιούν με περηφάνια στην καθημερινότητα τους!

Ο Χασάνης…

Ο Χασάνης έζησε σ’ ένα ελληνοκυπριακό σπίτι στην κατεχόμενη Λευκωσία μετά που εθκιώξαν οι Τούρτσοι τους Ελληνοκύπριους ιδιοκτήτες του. Τον Χασάνη εφέραν τον με το «έτσι θέλω» που την Πάφο που εζούσε με την οικογενεία του, τζιαι εδώκαν του το σπίτι το ξένο για να συνεχίσει την ζωή του. Ποττέ του εν το δέχτηκε τούτο. Ποττέ του εν ετόλμησε να πειράξει τα πράματα που ήβρε μες το σπίτι που τον εβάλαν. Ο Χασάνης άφηκεν τα ούλα όπως τα ήβρε. Μες τα υπνοδωμάτια εθώρες τες σιδερένιες καρκόλες τζιαι τα αρμάρκα τα παλιά τα ξύλινα, τα κυπριακά. Τζιαι μες το καθιστικό έβρισκες τες πολυθρόνες τζιαι μιαν τηλεόραση με το πετσετούι σιεπασμένη. Ήταν πολλά γέρος τζιαι άρρωστος όταν τον ήβρα. Ήρτεν ο γιός του να του φέρει λίο φαΐ μες το πιάτο, τζιαι είπε μου τα τούτα ούλλα για τη ζωήν του. Αρώτησα τον για την τηλεόραση με το πετσετούι, τζιαι είπε μου ότι ο παπάς του ποττέ εν ετόλμησε να την ανάψει, ούτε το πετσετούι να μετακινήσει. Εν πειράζει πράματα ξένα, είπε μου. Έπιασα λίο το πετσετάκι τζιαι που τον χρόνο τον πολύ που επέρασε που πάνω του ήταν σας να σήκωνα μιαν ολόκληρη γενιά.

Ο Χασάνης, ο κύριος της φωτογραφίας έζησε σε ένα ελληνοκυπριακό σπίτι στην κατεχόμενη Λευκωσία μετά που οι Τούρκοι έδιωξαν τους Ελληνοκύπριους ιδιοκτήτες του. Τον έφεραν από την Πάφο, χωρίς τη θέληση του. Εκεί ζούσε με την οικογένεια του. Του έδωσαν αυτό το ξένο σπίτι όπως ο ίδιος πάντα έλεγε, για να συνεχίσει τη ζωή του. Ποτέ του όμως δεν το δέχθηκε αυτό. Ποτέ του δεν τόλμησε να πειράξει τα πράγματα που ήταν μέσα στο σπίτι. Τα άφησε όλα όπως ακριβώς τα βρήκε!

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Το πετσετάκι…

Η τηλεόραση με το πετσετούι, που έβαλλεν η γιαγιά μας, η μάνα μας. Η τηλεόραση που μέχρι να μεγαλώσω λίο τζιαι να καταλάβω, ενόμιζα ότι οι τηλεοράσεις ούλες έχουν πάνω τους τζειν’ το πετσετάκι. Το αξεσουάρ της κυπριακής τηλεόρασης. Το αξεσουάρ που δεν εδικαιούσουν να το πειράξεις. Το αντικείμενο φετίχ της κύπριας νοικοκυράς. Επεράσαν 40 χρόνια που την τελευταία φορά που τούτ’ η νοικοτζοιρά έβαλε το πετσετάκι τουτο πασ’την τηλεόραση της, τζι έφυε με την βία για να πάει να ζήσει κάπου αλλόυ.

Η τηλεόραση με το πετσετάκι ή σεμεδάκι! Ένα από τα αξεσουάρ της κυπριακής και φυσικά και της ελληνικής τηλεόρασης! Όπως αναφέρει ο Άντρος Ευσταθίου αυτό ήταν το αντικείμενο φετίχ της κύπριας νοικοκυράς. «Πέρασαν 40 χρόνια από την τελευταία φορά όπου αυτή η νοικοκυρά έβαλε το πετσετάκι αυτό πάνω στην τηλεόραση της, και έφυγε με την βία για να πάει να ζήσει κάπου αλλού».

Οι πραματευτάες!

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Η Έλλη Σταύρου επουλούσεν κεντήματα με τον άντρα της στην Τζιερύνια. Εκάμναν τζιαι τους πραματευτάες στα γύρω χωρκά. Μόνον καλά λόγια άκουσα για λλόου της που τον κόσμο που αρώτησα. Μορφωμένη γεναίκα, τζιαι έξυπνη, έκαμνεν εμπόριο τζιαι επρόκοψεν. Που την εθκίωξαν που την Τζιερύνια τζιαι ήρτεν ποδά στες ελέυθερες περιοχές, άνοιξεν έναν μαχαζούιν τζιαι επούλαν κεντήματα. Το άλλο που έκαμνεν, ως πρόσφατα, τζιαι ήξερεν το πολλίς κόσμος, ήταν ότι αγόραζε οτιδήποτε είσιεν σχέση με την Τζιερύνιαν της. Εβούραν τζιαι στες αντικατοχικές πορείες των γεναικών τη δεκαετία του ’90. Ήβρα την μιαν ημερα, καταλάθος, μες το μαχαζούιν της πίσω που τον πάγκο να συσταρίζει τα πετσεττούθκια τζιαι κάτι φωτογραφίες της Τζιερύνιας.

Η κυρία Έλλη Σταύρου πωλούσε κεντήματα με τον άντρα της στην Κερύνεια. Μάλιστα έκαναν και τους πλανόδιους πωλητές στα γύρω χωρία. Όταν την έδιωξαν από την Κερύνεια ήρθε με το πόδια στις ελεύθερες περιοχές, και άνοιξε ένα μικρό μαγαζάκι όπου πωλεί κεντήματα. Η ίδια έψαχνε και αγόραζε ότι είχε σχέση με την Κερύνεια της. Φωτογραφίες, παλιά αντικείμενα και ότι είχε να κάνει με την αγαπημένη της πόλη!

Άσπροι τοίχοι και φωτογραφίες!

Οι άσπροι τοίσιοι οι φρεσκοασβεστωμένοι. Γεμάτοι φωτογραφίες. Φωτογραφίες που γάμους που έγιναν μιαν άλλην εποχή, που βαφτίσεις που μόνο η γιαγιά τζιαι ο παππούς αθυμούντε, αποφοιτήσεις παιθκιών, εγγόνια ντυμένα στα στρατιωτικά, η γιαγιά νέα τζιαι όμορφη, ο παππούς νέος τζιαι μάγκας, τζιαι πολλοί άλλοι, οι περισσόττεροι πεθαμένοι συγγενείς που τους κρατούν ζωντανούς μες τες κορνίζες. Τζιαι σύρματα. Πολλά σύρματα, να κρέμουντε πας τους τοίχους.

Οι άσπροι τοίχοι, οι φρεσκοασβεστωμένοι. Είναι γεμάτοι φωτογραφίες. Φωτογραφίες από γάμους μιας άλλης εποχής και από βαφτίσια που μόνο η γιαγιά και ο παππούς θυμούνται…

Γυναίκα με τα κόκκινα – Φασούλα

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Τούτην την γεναίκα, ήβρα την κοντά στην Φασούλα της Πάφου, ένα μεσημερι του Αούστου. Μες το λιοπύρι, ντυμένη ολοκότσινα, επερπατούσε τζι εκουβάλαν μιαν κάσια. Εν μου εμιλούσε, αρνήτουν να μου πεί οτιδήποτε, μόνο άμα έφκαλα την φωτογραφική μηχανή, είπε μου απότομα ότι εν θέλει να την εφκάλω φωτογραφία. Εβούρουν την τζιαι ‘γω πουπίσω για καμιάν θκιακοσιά μέτρα, ώσπου τζιαι εφωτογράφισα την πλάτη της. Άφηκα την στην ησυχία της, τζιαι εξεκινησα τζια επήα στο δίπλα το χωρκό, τον Άη-Γιώρκη. Στον καφενέ ήβρα κάτι χωρκανούς της τζιαι αρώτησα τους για την γεναίκα να μου πουν ποιά εν που ένει. Είπαν μου ότι εν μια χωρκανή τους Τουρκοκύπρια, που το 1974 που έγινε η εισβολή, εβούρησε τζιαι εχώστειν μες το δάσος για να μεν την έβρουν οι Τούρτσιοι τζιαι να την πιάσουν να την πάρουν αλλού, σε άλλον τόπο για να ζήσει. Άμα ετέλιωσε το κακό, εφκήκε που το δάσος τζιαι εστρέφηκε στο χωρκό της την Φασούλα. Έζησε με τους Ελληνοκύπριους χωρκανούς της, αλλά τζιαι με νέους χωρκανούς, πρόσφυγες που εθκιώξαν οι Τούρτσιοι που τα χωρκά τους. Ήβραν τον τρόπο να ζιούν μαζί.

Αυτήν την γυναίκα την βρήκα κοντά στο χωριό Φασούλα της Πάφου, ένα μεσημέρι του Αυγούστου. Μέσα στη ζέστη και στο λιοπύρι, ντυμένη στα κόκκινα. Μόλις έβγαλα την φωτογραφική μου μηχανή, μου είπε απότομα ότι δεν θέλει να την βγάζουν φωτογραφίες. Έτρεχα από πίσω της για περίπου 200 μέτρα και τελικά κατάφερα να φωτογραφίσω την πλάτη της. Έφυγα και την άφησα στην ησυχία της. Στο διπλανό χωριό, τον Άη Γιώργη, βρήκα στο καφενείο μερικούς συγχωριανούς της και τους ρώτησα ποια είναι αυτή η γυναίκα. Μου είπαν ότι είναι μια Τουρκοκύπρια χωριανή τους, όπου το 1974 στην εισβολή έτρεξε και κρύφτηκε στο δάσος για να μην την πάρουν οι τούρκοι στρατιώτες και την πάνε κάπου αλλού να ζήσει γιατί δεν ήθελε να αφήσει το χωριό της. Και έτσι κι έγινε. Εξακολουθεί να ζει μαζί με τους Ελληνοκύπριους χωριανούς της όπως ζούσε πάντα!

Οι μιτσιοί….

Σε κάτι χωράφκια, έξω που την Πόλη Χρυσοχούς, ήβρα τέσσερις μιτσιούς να παίζουν πόλεμο με κάτι μακριές βέρκες. Εκάμναν ότι εξιφομαχούσαν τζιαι εβούραν ο ένας τον άλλο μεσ’ τα χωράφκια που ήταν φυτεμένα με καπνά. Επιάσαμεν κουβέντα, τζιαι άμαν εκαταλάβαν ότι είμαι της εμπιστοσύνης τους, επήαν τζιαι εφέραν τρία πεζουνούθκια που ήβραν μεσα σε κάτι φωλιές. Εδείξαν μου πως προσπαθούν να μάθουν τα πεζουνούθκια να περπατούν, τζιαι ότι ήταν πολλά περήφανοι που τα καταφέραν. Οι θκυό οι μιτσιοί εκρατούσαν την βέρκα που τες άκρες της, τζιαι οι άλλοι θκυό εβάλλαν τα πεζουνούθκια να περπατούν. Η μεαλύττερη έννοια τους όμως ήταν να μεν επέσουν χαμέ που την βέρκα τζιαι πάθουν τίποτε τα παλαζούθκια, γι’ αυτό, καθόλην την προσπάθεια του πεζουνιού να περπατήσει ήταν δίπλα του με ανοιχτές τις παλάμες έτοιμοι να το πιάσουν μεν τζιαι πέσει χαμέ τζιαι πεθάνει.

Σε κάτι χωράφια λίγο έξω από την Πόλη Χρυσοχούς της επαρχίας Πάφου, βρήκα τέσσερις μικρούς να παίζουν πόλεμο με κάτι κοντάρια. Έκαναν ότι ξιφομαχούσαν. Όταν κέρδισα την εμπιστοσύνη τους μου είπαν ότι βρήκαν κάτι μικρά περιστέρια και προσπαθούν να τα μάθουν να περπατούν…

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Γυναίκα με καπέλο!

Επήα στον Πύρκο της Τυλλιρκάς. Ήταν πολλά πρωί τον Άουστο. Εγύρεφκα τα καμίνια για να γνωρίσω τούτους τους καρβουνιάριδες που κάμνουν τούν’ τη δουλειά τζιαι ζουν στην άκρη της Κύπρου, ξεκομμένοι που Θεό τζιαι αθρώπους τζιει πάνω τζιει. Τούτη εν η γεναίκα καρβουνάρισα, που ξυπνά που το χάραμα για να πυρώσει το καμίνι. Που ζιεί μεσ’ τα βουνά, τζιαι έσιει την περηφάνια τζιαι την δύναμη να προχωρά μπροστά, τζιαι να μας λαλεί «Έσιει ο Θεός». Μια ψιλόλιγνη φιγούρα μες το κατάμαυρο τοπίο, να παλεύκει με την δύναμη της φύσης, ενάντια σε κάθε νόμο, αντιστέκεται τζιαι πολεμά για μιαν καλύτερη ζωήν, όι για λλόου της, αλλά για τα παιθκιά της.

Πήγα στον Πύργο Τηλλυρίας. Ήταν αρκετά πρωί μια μέρα του Αυγούστου. Έψαχνα τα καμίνια για να γνωρίσω τους καρβουνιάρηδες, που κάνουν αυτή την δουλειά και ζουν στην άλλη άκρη της Κύπρου, αποκομμένοι από Θεό και ανθρώπου. Βρήκα αυτή την γυναίκα καρβουνιάρισα, η οποία ξυπνάει από τα χαράματα για να πάει στη δουλειά. Ζει μέσα στα βουνά και έχει περηφάνια και δύναμη να προχωρά μπροστά και να μας λέει «Έχει ο Θεός»….

Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του Isnotgallery

Ακολουθήστε το euronews στα Ελληνικά στο Facebook και στο Twitter

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Το Αεροδρόμιο Λευκωσίας «ξαναζωντανεύει»!

Αγία Νάπα: Μία εβδομάδα αφιερωμένη στον Μεσαίωνα

Eurovision 2024: Μια 16χρονη εκπρόσωπος της Κύπρου στον διαγωνισμό