Θα αποτυπωθεί στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου
Η επικράτηση του Εμανουέλ Μακρόν στις προεδρικές εκλογές προκάλεσε ενθουσιασμό και ανακούφιση σε μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων.
Είναι γεγονός, όμως, ότι η χώρα παραμένει πολιτικά διχασμένη.
Από την μία πλευρά υπάρχουν οι ευρωπαϊστές ψηφοφόροι του Μακρόν στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Κι από την άλλη, οι ψηφοφόροι της Μαρίν Λε Πεν στις αγροτικές περιοχές και στις λιγότερο πλούσιες και βιομηχανικές περιοχές της βορειοανατολικής Γαλλίας.
Ο Μακρόν επικράτησε σε σχεδόν όλες τις εκλογικές περιφέρειες, με εξαίρεση δύο προπύργια της Λε Πεν. Η ακροδεξιά υποψήφια κατέγραψε επίσης υψηλά ποσοστά σε ορισμένες περιοχές που βρέχονται από τη Μεσόγειο.
Τα δυτικά και νοτιοδυτικά ψήφισαν μαζικά Μακρόν, ειδικά σε περιοχές παραδοσιακά αριστερές, όπως η Βρετάνη.
Τα υψηλότερα ποσοστά του ήταν στο Παρίσι, όπου άγγιξε το 90%, και άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, με εξαίρεση τη Μασσαλία.
Όμως η αποχή έφτασε το 25%, που είναι το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων 48 ετών.
Στις προεδρικές εκλογές του 2012 ήταν 20% και το 2007 16%.
Μεγάλος ήταν ο αριθμός των λευκών, που υπολογίζονται κοντά στο 9%.
Συνολικά, πάνω από το 1/3 των Γάλλων αρνήθηκαν να ψηφίσουν είτε Μακρόν ή Λε Πεν.
Σε αντίθεση με το 2002, ο Μακρόν δεν μπορούσε να βασιστεί στο λεγόμενο «δημοκρατικό μέτωπο».
Τότε, ο Ζακ Σιράκ αντιμετώπισε στο δεύτερο γύρο τον Ζαν Μαρί Λε Πεν. Ο Σιράκ επικράτησε με το ιστορικό ποσοστό 82%, επειδή οι ψηφοφόροι των άλλων κομμάτων τον στήριξαν μαζικά για να αποφύγουν την εκλογή ενός ακροδεξιού στην προεδρία.
Αυτή τη φορά όμως, ψηφοφόροι που δεν ήθελαν μια ακροδεξιά πρόεδρο αρνήθηκαν να στηρίξουν έναν κεντρώο που για πολλούς ταυτίζεται με τη λιτότητα και τις πολιτικές παγκοσμιοποίησης.
Ο πολιτικός διχασμός των Γάλλων αναμένεται να αποτυπωθεί στις γενικές εκλογές του Ιουνίου, όπου ο Μακρόν χρειάζεται μια ξεκάθαρη πλειοψηφία για να μπορέσει να κυβερνήσει.