Τα αντηλιακά ορυκτών και τα χημικά αντηλιακά λειτουργούν διαφορετικά, αλλά και τα δύο θεωρούνται ασφαλή όταν χρησιμοποιούνται σωστά
Τα τελευταία χρόνια, τα αντηλιακά με ορυκτά φίλτρα (γνωστά και ως φυσικά ή «φυσικής προέλευσης») έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη δημοφιλία, καθώς πολλοί τα θεωρούν πιο ήπια ή πιο ασφαλή σε σχέση με τα χημικά αντηλιακά.
Ωστόσο, οι πραγματικές διαφορές ανάμεσα στους δύο τύπους αντηλιακής προστασίας είναι περισσότερο τεχνικής φύσεως απ’ όσο αντιλαμβάνεται το ευρύ κοινό, γεγονός που καθιστά εύκολη την παρανόηση όσων γνωρίζει η επιστημονική κοινότητα σχετικά με τις επιπτώσεις τους στην υγεία.
Πώς δρουν τα φίλτρα UV
Η βασική διαφορά ανάμεσα στα χημικά και τα ορυκτά αντηλιακά εντοπίζεται στα ενεργά τους συστατικά και στον τρόπο που μπλοκάρουν την υπεριώδη ακτινοβολία (UV).
Τα χημικά αντηλιακά απορροφούν την υπεριώδη ακτινοβολία, τη μετατρέπουν σε θερμότητα και την απελευθερώνουν από το δέρμα. Από την άλλη πλευρά, τα ορυκτά –ή φυσικά– αντηλιακά δημιουργούν ένα λεπτό στρώμα στην επιφάνεια της επιδερμίδας, το οποίο αντανακλά ή διασκορπίζει την ακτινοβολία.
Αξίζει, όμως, να σημειωθεί πως οι όροι «ορυκτό» και «χημικό» είναι αρκετά παραπλανητικοί, καθώς όλα τα αντηλιακά βασίζονται σε χημικές ενώσεις. Πολλές ορυκτές φόρμουλες περιλαμβάνουν επίσης πρόσθετες ουσίες, γνωστές ως «ενισχυτικά», που βοηθούν τα ενεργά φίλτρα να λειτουργούν πιο αποτελεσματικά.
Ο Κρίστιαν Ζούρμπερ (Christian Surber), δερματοφαρμακολόγος στα Πανεπιστήμια της Ζυρίχης και της Βασιλείας, προτείνει μια πιο επιστημονικά ακριβή προσέγγιση: να διακρίνουμε τα φίλτρα σε «διαλυτά» –που έχουν τη δυνατότητα να διαπεράσουν το δέρμα– και «αδιάλυτα», που δεν το κάνουν.
«Η διαφορά είναι καθαρά στον μηχανισμό δράσης των φίλτρων», εξηγεί ο Ζούρμπερ στο Euronews Health. «Μπορεί να είναι απορρόφηση ή διασπορά της ακτινοβολίας».
Παρ’ όλα αυτά, το Euronews Health χρησιμοποιεί τους όρους που οι καταναλωτές συναντούν πιο συχνά όταν ψάχνουν αντηλιακά στα ράφια.
Η ανησυχία για την υγεία και οι ευρωπαϊκές ρυθμίσεις
Οι προβληματισμοί για την επίδραση των αντηλιακών στην υγεία δεν είναι καινούργιοι. Το 2021, η Επιστημονική Επιτροπή για την Ασφάλεια των Καταναλωτών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (SCCS) αξιολόγησε την ασφάλεια τριών μη ορυκτών φίλτρων UV: της οξυβενζόνης (oxybenzone), της ομοσαλάτης (homosalate) και της οκτοκρυλένης (octocrylene), εξαιτίας ανησυχιών ότι ενδέχεται να έχουν ενδοκρινική δράση.
Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ομοσαλάτη και η οξυβενζόνη δεν είναι ασφαλείς στις συγκεντρώσεις που χρησιμοποιούνταν τότε. Αντιθέτως, η οκτοκρυλένη θεωρήθηκε ασφαλής μέχρι και συγκέντρωση 10%, αν και επισημάνθηκε πως τα επιστημονικά δεδομένα παραμένουν ασαφή.
Μια μελέτη, για παράδειγμα, υπολόγισε ότι ένας άνθρωπος θα έπρεπε να χρησιμοποιεί αντηλιακό καθημερινά επί 277 χρόνια για να εκδηλώσει ενδοκρινικές διαταραχές παρόμοιες με αυτές που παρατηρήθηκαν σε ποντίκια που κατανάλωσαν οξυβενζόνη στο εργαστήριο.
Παρά ταύτα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε νέους περιορισμούς το 2022 για τη μείωση της επιτρεπόμενης συγκέντρωσης αυτών των φίλτρων.
«Στην πράξη, δεν τα βλέπουμε πια στην αγορά», αναφέρει η Λόρα Κλεΐς (Laura Clays) από την οργάνωση Euroconsumers και την καταναλωτική ένωση Test-Achats στο Βέλγιο. «Οι παραγωγοί γνωρίζουν πως [ενδέχεται] να δημιουργούν προβλήματα ή να απαγορευθούν πλήρως στην ευρωπαϊκή αγορά μέσα στα επόμενα χρόνια».
Ορυκτά φίλτρα: Ήπια αλλά όχι πάντα αποτελεσματικά
Πολλοί άνθρωποι με ευαίσθητο δέρμα προτιμούν τα αντηλιακά με οξείδιο ψευδαργύρου ή διοξείδιο του τιτανίου – τα βασικά συστατικά στα ορυκτά φίλτρα – καθώς προκαλούν λιγότερους ερεθισμούς, όπως λέει η Κλεΐς.
Ωστόσο, σε δοκιμές που πραγματοποίησε η Test-Achats, πολλά αποκλειστικά ορυκτά αντηλιακά παρείχαν χαμηλότερη προστασία από την SPF ένδειξη στη συσκευασία, πράγμα που σημαίνει ότι «τα προϊόντα που περιέχουν μόνο ορυκτά φίλτρα δεν σας προστατεύουν αρκετά», επισημαίνει.
Επειδή αυτά τα αντηλιακά δεν απορροφώνται από το δέρμα, είναι σημαντικό να καλύπτεται σωστά όλο το σώμα.
Αυτό αποδεικνύεται δύσκολο στην πράξη, σύμφωνα με τις δοκιμές της ίδιας. Οι καταναλωτές τείνουν να τα επαναχρησιμοποιούν λιγότερο συχνά, εν μέρει επειδή αφήνουν μια λευκή μεμβράνη στην επιδερμίδα – κάτι που πολλοί βρίσκουν ενοχλητικό.
Το συμπέρασμα: Χρησιμοποιήστε το αντηλιακό που θα βάλετε πράγματι
Όταν χρησιμοποιούνται σωστά, τόσο τα χημικά όσο και τα ορυκτά αντηλιακά θεωρούνται ευρέως ασφαλή και αποτελεσματικά από τους δερματολόγους και τις αρμόδιες υγειονομικές αρχές.
«Κατ’ αρχήν, όλα τα αντηλιακά φίλτρα έχουν περάσει από αξιολόγηση ασφάλειας και έχουν εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές», τονίζει ο Ζούρμπερ.
Στο τέλος της ημέρας, οι ειδικοί συμφωνούν σε ένα πράγμα: το καλύτερο αντηλιακό είναι εκείνο που θα φορέσετε σταθερά.
«Δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά όσον αφορά την υγεία», καταλήγει η Κλεΐς.