Σουηδία: Πώς ένα θέρετρο στον Αρκτικό Κύκλο έγινε προσωρινό καταφύγιο για πρόσφυγες

Σουηδία: Πώς ένα θέρετρο στον Αρκτικό Κύκλο έγινε προσωρινό καταφύγιο για πρόσφυγες
Από Hans von der Brelie with PANOS KITSIKOPOULOS
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button

Η Σουηδία έχει πρόβλημα στη στέγαση του μεγάλου όγκου των αιτούντων άσυλο. Το Ρικσγκρένζεν, ένα μικρό χωριό βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, φιλοξενεί 600 πρόσφυγες.

Φέβεν σημαίνει «παράδεισος»

Τρία παιδιά παίζουν ευτυχισμένα στο χιόνι. Και γιατί όχι; Πλέον νιώθουν ασφαλή. Οι γονείς τους είναι από την Ερυθραία και εδώ στη Σουηδία, η οικογένειά τους βρήκε καταφύγιο.

Υπάρχει όμως κι άλλος ένας λόγος: Η θερμοκρασία ανέβηκε αρκετά: Μπορεί τώρα να έχει -20 βαθμούς Κελσίου, όμως χθες είχε -40!

Βρισκόμαστε πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, σε ένα μικροσκοπικό χωριό ονόματι Ρικσγκρένζεν, στη βόρεια Σουηδία. Η επόμενη πόλη απέχει δύο ώρες με το αυτοκίνητο και οι δρόμοι είναι παγωμένοι. Όμως δεν έχει σημασία: τα κορίτσια λατρεύουν τον χειμώνα στην Ευρώπη:

Η μία κόρη, η Σνε, μας λέει: «Είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε χιόνι. Είναι απίστευτο! Είναι πολύ κρύο, δεν είμαι συνηθισμένη σε κάτι τέτοιο», ενώ η αδελφή της, η Φέβεν, λέει ότι «μου αρέσει το κρύο, μου αρέσει το κρύο και θέλω να παίξω και μαζί του και μαζί σου!»

Το όνομά της, Φέβεν, σημαίνει παράδεισος. Γεννήθηκε στη Σαουδική Αραβία, όπου κατέφυγαν οι γονείς της, μακριά από τον πόλεμο Ερυθραίας και Αιθιοπίας.

«Μας έκαναν να σταματήσουμε να πηγαίνουμε στο σχολείο»

Έξι παιδιά έχει αυτή η οικογένεια. Για 15 χρόνια ο πατέρας εργαζόταν ως οδηγός ταξί στη Σαουδική Αραβία. Η οικογένεια πιστεύει στο Χριστιανισμό. Η Φέβεν και η αδελφή της, η Σνε, κατηχήθηκαν εν κρυπτώ, στο σπίτι, από τους γονείς τους. Όμως στο σχολείο αναγκάστηκαν να κατηχηθούν στη μουσουλμανική θρησκεία και μάλιστα στα αραβικά. Τα κορίτσια δέχτηκαν πίεση για να ασπαστούν το ισλάμ.

Η Φέβεν διηγείται: «Μου έλεγαν: ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ μουσουλμάνα! Έτσι ακριβώς. Μου έλεγαν: Οι χριστιανοί πάνε στη φωτιά και οι μουσουλμάνοι στο Θεό».

Η μητέρα τους, η Αντχανέ, λέει: «Είμαστε χριστιανοί. Όταν όμως βγαίνεις έξω από το σπίτι χωρίς το νικάμπ, σε πιάνει η αστυνομία και πρέπει να πας στη φυλακή και να μείνεις εκεί για πολλές μέρες».

Και η Σνε συνεχίζει: «Η εμπειρία μου στη Σαουδική Αραβία: είναι πολύ δύσκολο να ζήσεις εκεί, λόγω της θρησκεία. Δεν σου φέρονται καλά. Όταν περπατάς στο δρόμο, σε καταριούνται και όλα αυτά. Και στο σχολείο δεν μας έκαναν μάθημα, μόνο για δύο χρόνια. Μας έκαναν να σταματήσουμε να πηγαίνουμε στο σχολείο».

Η Σάρα είναι ενός έτους και είναι το χαϊδεμένο όλων. Έπειτα από ένα εξαντλητικό ταξίδι από τη Σαουδική Αραβία στη Σουηδία μέσω Τουρκίας και Ελλάδας, η οικογένεια μπορεί να κοιτάξει πίσω απαλλαγμένη από τη θρησκευτική καταπίεση. Διακοσμούν το καταφύγιό τους με τα λίγα αντικείμενα που διέσωσαν στην Οδύσσειά τους αυτή. Μεταξύ τους και μια εικόνα του Ιησού.

Ο πατέρας τους, ο Μπραχανέ, εκθέτει την κατάσταση: «Πριν γεννηθούν τα παιδιά, ήταν εντάξει τότε στη Σαουδική Αραβία ήταν λίγο καλύτερα. Όμως εδώ και κάποια χρόνια τα πράγματα χειροτέρεψαν. Συμμορίες άρχισαν να απαγάγουν παιδιά χριστιανικών οικογενειών και τα βίαζαν. Αποφάσισα να φύγω από τη χώρα πριν συμβεί κάτι τέτοιο στις κόρες μου. Ήθελα να τις πάω σε ασφαλές περιβάλλον»

«Λόγω της εγκυμοσύνης μου, ήμουν αδιάθετη στη διάρκεια του ταξιδιού και πολύ κουρασμένη, ένιωθα πολύ άσχημα. Έκανα εμετό όλη την ώρα. Δεν άντεχα την κατάσταση, έκανα εμετό συνέχεια. Ήταν πολύ δύσκολα για μένα», λέει η Αντχανέτ.

Θέρετρο, όπως… καταφύγιο

163.000 πρόσφυγες έφτασαν πέρυσι στη Σουηδία. Αριθμός πρόκληση για μια τόσο αραιοκατοικημένη χώρα. Ακόμη περισσότεροι είναι καθ’ οδόν. Όμως η Σουηδία αλλάζει τη στάση της και η κοινή γνώμη, αρχίζοντας να μοιάζει με τις θερμοκρασίες της περιοχής, παγώνει απέναντι στους αιτούντες άσυλο.

Οι περισσότεροι εξ αυτών προέρχονται ως επί το πλείστον από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν και λιγότεροι από την Ερυθραία.

Μη έχοντας εναλλακτική για μια τόσο επείγουσα κατάσταση, η λύση που προκρίθηκε ήταν η στέγασή τους στο Ρικσγκρένζεν, το βορειότερο χιονοδρομικό θέρετρο της χώρας.

Την ώρα που οι αιτούντες άσυλο περιμένουν στην ουρά του γραφείου μετανάστευσης, η Στοκχόλμη αυστηροποιεί τους ελέγχους στα σύνορα, προκειμένου να περιορίσει τον αριθμό των νέων αφίξεων.

Σύντομα, οι περισσότεροι θα λαμβάνουν απλά προσωρινές άδειες διαμονής. Θα έχουν τριετή ισχύ, σε αντίθεση με τις μόνιμες που εκδίδονταν μέχρι πρότινος. Η αναστροφή στη σουηδική μεταναστευτική πολιτική ακολουθεί ανάλογες κινήσεις που έγιναν στη Φινλανδία, τη Νορβηγία και τη Δανία.

«Δώστε μου πέντε χρόνια στη Σουηδία και θα γίνω διάσημος»

Στην κουζίνα συναντάμε τέσσερις φίλους που ήρθαν στον Αρκτικό Κύκλο από τη Συρία και το Ιράκ. Ο Αλί, ο Μογκντάντ, ο Ουαέλ και ο Ουελά ανησυχούν για τις αλλαγές στη νομοθεσία. Έχουν αφήσει πίσω τους τις οικογένειές τους, όμως, ευτυχώς, ακόμη και με τις νέες, πιο αυστηρές διατάξεις, θα μπορέσουν, έστω και με προσωρινή άδεια παραμονής, να φέρουν στη Σουηδία τις συζύγους και τα παιδιά τους.

«Έφυγα από το Ιράκ πριν τρία χρόνια, γιατί με απειλούσαν. Πρώτα πήγα στην Ιορδανία. Ζήτησα προστασία από τον ΟΗΕ και ρώτησα για να πάω στην Αυστραλία, τη Γαλλία, την Ιταλία ή στον Καναδά και σε άλλες χώρες. Προσπάθησα, αλλά δεν πήρα πουθενά άδεια εισόδου. Τελικά έφτασα στη Σουηδία που τώρα είναι η δεύτερη πατρίδα μου», λέει ο Αλί.

Για τον Μογκντάντ, «το πιο σημαντικό είναι να πάρω την άδεια διαμονής και μετά να φέρω εδώ την οικογένεια και τα παιδιά μου. Μόνο όταν γίνει αυτό, θα αρχίσω να σκέφτομαι πώς θα φτιάξω εδώ ένα νέο μέλλον, πώς και πού θα βρω δουλειά».

Ο Ουαέλ ζητά να του δώσουν «μόνο πέντε χρόνια στη Σουηδία και θα γίνω πραγματικά διάσημος: Θα φτιάξω πενήντα συνταγές για κοτόπουλο! Πενήντα εξαιρετικές συνταγές, γιατί είμαι πολύ καλός όταν μαγειρεύω κοτόπουλο. Αυτή η νέα ζωή θα μου δώσει μια αληθινή ευκαιρία. Θα είμαι ο καλύτερος στο μαγείρεμα κοτόπουλου, είναι το όνειρό μου. Οι συνταγές μου θα κάνουν το όνομά μου διάσημο».

Ο Ουελά μας διηγείται: «Το πρόβλημα είναι ότι στη Βαγδάτη ανατίναξαν το εστιατόριό μας τρεις φορές. Κάθε φορά οι ζημιές ήταν φοβερές. Αλλάζαμε συνεχώς το όνομα του εστιατορίου: ‘Παλιό Χαλιφάτο’, το ανατίναζαν. ‘Φεγγάρι των Χασεμιτών’, το ανατίναζαν. Το χτίσαμε ξανά, τρίτη φορά, αλλά και πάλι το κατέστρεψαν. Ο θείος μου ήταν ιδιοκτήτης. Το ανατίναξαν τρεις φορές. Και τώρα είναι εντελώς κατεστραμμένο».

Λίγο μετά, στην είσοδο του ξενοδοχείου, ο Ουελά μου δείχνει ένα βίντεο που του ήρθε από τη Βαγδάτη. Το τρίτο του παιδί, ένα κοριτσάκι, γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά. Φυσικά δεν το έχει δει και, όπως είναι τώρα η κατάσταση, κανείς δεν ξέρει αν και πότε θα μπορέσει να τo κρατήσει στην αγκαλιά του για πρώτη φορά…

Τα δυσάρεστα νέα τον ακολουθούν μέχρι τον Αρκτικό Κύκλο. Ένας ξάδερφός του σκοτώθηκε, οι φίλοι του πέθαναν, πόσα πια να αντέξει…

«Δεν θέλουμε, αλλά αναγκαζόμαστε να εγκαταλείψουμε την πατρίδα μας»

Έξω βρίσκουμε τον Γκαφόρ και την κόρη του, την Παρέια. Είναι από το Αφγανιστάν και δοκιμάζουν να κάνουν σκι για πρώτη φορά στη ζωή τους. Πέρασαν το χειμώνα κοντά στο Βόρειο Πόλο, ολόκληρες μέρες χωρίς καθόλου ήλιο. Σήμερα είναι χαρούμενοι: ο Ήλιος βγήκε ξανά, έστω και για μόλις δύο ώρες.

Η οικογένεια τα κατάφερε και έφτασε στο Ρικσγκρένζεν από την Κανταχάρ. Πρώτος σταθμός του ταξιδιού τους το Ιράν, όπου όμως ο Γκαφόρ κατέληξε στη φυλακή, αφού δεν είχε νόμιμη άδεια εργασίας.

Ο Γκαφόρ μας λέει την ιστορία του: «Με πήγαν από το δωμάτιο στο δικαστήριο. Οι αστυνομικοί με κλωτσούσαν και με γρονθοκοπούσαν, με φώναζαν ψεύτη. Με πήγαν σε ένα μέρος που έμοιαζε με στάβλο. Ήμασταν κάπου 60-70 άτομα. Η τουαλέτα ήταν στο τέλος ενός στενού διαδρόμου με μόλις μία λάμπα. Ήταν το μοναδικό ανοιχτό μέρος και κοιμήθηκα δίπλα στην τουαλέτα».

Η γυναίκα του, η Φοροζάν, τονίζει πως «είμαστε όλοι άνθρωποι. Έχουμε τα ίδια ανθρώπινα δικαιώματα και πρέπει να σεβόμαστε ο ένας τον άλλο. Είμαστε ίδιοι, δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ μας. Οι ρίζες μας βρίσκονται αλλού, δεν θέλουμε, αλλά αναγκαζόμαστε να εγκαταλείψουμε την πατρίδα μας. Όσοι μεταναστεύουμε, το κάνουμε λόγω απελπισίας και δυστυχίας».

Μετεγκατάσταση στο Χότινγκ

Όμως σήμερα είναι η μεγάλη μέρα για την οικογένεια του Γκαφόρ, καθώς ήρθε η ώρα της μετεγκατάστασης.

Ήδη από το Νοέμβριο η σουηδική Υπηρεσία Μετανάστευσης δεν μπορεί να προσφέρει στέγη σε όλους τους αιτούντες άσυλο και ζητά από τους πρόσφυγες να κανονίζουν οι ίδιοι τα της διαμονής τους. Φυσικά, οι οικογένειες με παιδιά έχουν προτεραιότητα στη στέγαση. Οι 600 πρόσφυγες του Ρικσγκρένζεν αναδιανέμονται σε ολόκληρη τη Σουηδία, αφήνοντας πίσω τους το παγωμένο θέρετρο.

Ο Γκαφόρ, η Φοροζάν και η Παρέια επιβιβάζονται στο απογευματινό τρένο με προορισμό το Χότινγκ, μια κωμόπολη στην κεντρική Σουηδία με 700 κατοίκους.

Μια νέα περιπέτεια έχει μόλις ξεκινήσει.

Reporter - Asylum in Sweden

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Στέφαν Λεβέν: Η Σουηδία ανέλαβε την ευθύνη που της αναλογεί για το προσφυγικό

Ανταπόκριση των γαλλικών αρχών σε μαζικές επιθέσεις

«Άνεμος (κλιματικής) αλλαγής» στη Γερμανία