Αντιμέτωπη με την πιθανή αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από την ευρωπαϊκή άμυνα και τους ακραίους όρους της Ρωσίας για εκεχειρία, πόσο μάλλον για ειρήνη, με την Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται υπό πίεση.
Η ενίσχυση των ευρωπαϊκών αμυντικών δυνατοτήτων και η αύξηση της στρατιωτικής υποστήριξης προς την Ουκρανία αποτελούν πλέον προτεραιότητες για την εκτελεστική εξουσία της ΕΕ.
Από την αρχή της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η ΕΕ παρείχε σημαντική οικονομική, ανθρωπιστική και στρατιωτική βοήθεια, η οποία αντιπροσωπεύει περισσότερη από τη μισή της συνολικής διεθνούς βοήθειας στην Ουκρανία. Η στρατιωτική υποστήριξη της ΕΕ έφτασε τα 49,3 δισεκατομμύρια ευρώ, με τα κράτη μέλη, πλην της Ουγγαρίας, να συμφωνούν να συνεχίσουν την προμήθεια όπλων. Ορισμένα κράτη, όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, εξετάζουν το ενδεχόμενο να στείλουν στρατεύματα στην Ουκρανία μετά από μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία, αν και αυτό παραμένει αμφιλεγόμενο ζήτημα.
Χωρίς ενιαία στρατιωτική δύναμη, η ΕΕ βασίζεται στο ΝΑΤΟ για άμυνα, με 23 μέλη της ΕΕ να είναι επίσης μέλη της Συμμαχίας. Ωστόσο, οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα των συνολικών αμυντικών δαπανών από άλλες χώρες του ΝΑΤΟ.
Εν μέσω αυξανόμενων φόβων ότι η Αμερική θα μπορούσε να μειώσει τη συμμετοχή της, η ΕΕ ενέκρινε τον Μάρτιο το σχέδιο «ReArm Europe», με στόχο την κινητοποίηση 800 δισεκατομμυρίων ευρώ για την άμυνα έως το 2030.
Αναμένεται να χρειαστεί χρόνος για την υλοποίηση των φιλοδοξιών για την ευρωπαϊκή άμυνα και, εντωμεταξύ, πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι η υποστήριξη της Ουκρανίας είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Ευρώπης. Ουκρανοί στρατιώτες, όπως ο Arthur, υποδιοικητής της 38ης Ταξιαρχίας, τονίζουν ότι η σύγκρουση δεν αφορά μόνο την ελευθερία της Ουκρανίας, αλλά και την ασφάλεια της Ευρώπης συνολικά. Ο Arthur προειδοποιεί ότι το πάγωμα της σύγκρουσης, σε περίπτωση εκεχειρίας, δεν θα έλυνε το εδαφικό ζήτημα και θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω ρωσικές εδαφικές διεκδικήσεις, θέτοντας σε κίνδυνο τη σταθερότητα της Ευρώπης.
Ο Maksym, Ουκρανός αξιωματικός πολιτικής συνεργασίας, συμφωνεί με αυτό, τονίζοντας ότι η υποχώρηση στις εδαφικές απαιτήσεις της Ρωσίας απλώς θα άφηνε την Ουκρανία ευάλωτη σε περαιτέρω εισβολή στη χώρα. Αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες συμμερίζονται την ανησυχία πως οι φιλοδοξίες της Ρωσίας επεκτείνονται πέρα από την Ουκρανία.
Η έκβαση του πολέμου θα είναι κρίσιμη για την Ευρώπη. Μπορεί όμως η ΕΕ, η οποία αποκλείεται από τις εν εξελίξει συζητήσεις εκεχειρίας από την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, να έχει λόγο σε αυτές;
Η καλύτερη πορεία δράσης για την ΕΕ, επισημαίνει ο Steven Everts, Διευθυντής του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας, είναι επομένως να συνεχίσει να υποστηρίζει την Ουκρανία και να αποτρέψει κάθε συμφωνία που θα υπονομεύσει την εδαφική ακεραιότητα ή την κυριαρχία της Ουκρανίας...
Ο Everts προτείνει, επίσης, πρακτικά μέτρα που μπορεί να λάβει ΕΕ, όπως παροχή καλύτερης εκπαίδευσης για τις ουκρανικές δυνάμεις εντός της Ουκρανίας και ενίσχυση των δυνατοτήτων αεράμυνας της Ουκρανίας ώστε να αντέχει τους ρωσικούς βομβαρδισμούς. Όσον αφορά την ιδέα της αποστολής ευρωπαϊκών στρατευμάτων επί του εδάφους, συμβουλεύει ότι αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί ως ειρηνευτική αποστολή. «Δεν είμαστε ουδέτεροι σε αυτήν τη μάχη, είμαστε στο πλευρό της Ουκρανίας», αναφέρει ο Steven Everts. «Η σωστή προσέγγιση είναι πώς μπορεί να υποστηριχθεί η ικανότητα της Ουκρανίας να αμυνθεί», καταλήγει.