Οι σκανδάλες ταχείας επαναφοράς που μπορούν να τοποθετηθούν σε ημιαυτόματα τυφέκια, μετατρέποντάς τα σε πολυβόλα, είχαν απαγορευθεί επί Μπάιντεν, όμως επανήλθαν επί Τραμπ. 16 πολιτείες κινούνται δικαστικά για να επανέλθει η απαγόρευσή τους.
Δεκαέξι πολιτείες κατέθεσαν αγωγή κατά της κυβέρνησης Τραμπ σχετικά με την πρότασή της να επιτρέψει την πώληση σκανδαλών ταχείας επαναφοράς (RFT), οι οποίες επιτρέπουν στα ημιαυτόματα τυφέκια να πυροβολούν με αυξημένο ρυθμό, και να επιστρέψουν στους ιδιοκτήτες τους τις συσκευές που έχουν ήδη κατασχεθεί.
Η αγωγή, η οποία ανακοινώθηκε τη Δευτέρα, υποστηρίζει ότι η επιστροφή των σκανδαλών θα παραβιάσει τους ομοσπονδιακούς νόμους, θέτοντας σε κίνδυνο τόσο τους κατοίκους όσο και το προσωπικό των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, καθώς και ότι ενδεχομένως θα επιδεινώσει την ένοπλη βία. Η αγωγή κατατέθηκε σε ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μέριλαντ.
Είχαν προηγηθεί αρκετές νομικές μάχες σχετικά με τις συσκευές, οι οποίες αντικαθιστούν την τυπική σκανδάλη ενός τυφεκίου τύπου AR-15. Η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε προηγουμένως υποστηρίξει ότι οι σκανδάλες χαρακτηρίζονται ως πολυβόλα κατά την ομοσπονδιακή νομοθεσία, επειδή η συνεχής πίεση των δακτύλων στις σκανδάλες θα συνεχίσει τους πυροβολισμούς, δημιουργώντας ουσιαστικά ένα παράνομο πολυβόλο.
Ο κατασκευαστής των συσκευών, η εταιρεία Rare Breed Triggers δηλώνει ότι το Γραφείο Αλκοόλ, Καπνού, Πυροβόλων Όπλων και Εκρηκτικών (ATF) ταξινόμησε τις σκανδάλες λανθασμένα και αγνόησε τα αιτήματα για παύση των πωλήσεών τους πριν η κυβέρνηση Μπάιντεν κινηθεί δικαστικά.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα συμφωνία με την εταιρεία που επιτρέπει την πώληση των RFT. Προηγουμένως, η εταιρεία εκπροσωπήθηκε από τον Ντέιβιντ Γουόρινγκτον, ο οποίος σήμερα υπηρετεί ως σύμβουλος του Λευκού Οίκου.
Σύμφωνα με τον διακανονισμό, η Rare Breed Triggers συμφώνησε να απέχει από την κατασκευή των συσκευών για πιστόλια, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο διακανονισμός απαιτεί επίσης από την ATF να επιστρέψει σκανδάλες που είτε κατασχέθηκαν είτε παραδόθηκαν οικειοθελώς από τους ιδιοκτήτες τους στην κυβέρνηση.
Στην αγωγή που ξεκίνησε από τις πολιτείες πρωτοστατούν οι γενικοί εισαγγελείς του Ντέλαγουερ, του Μέριλαντ και του Νιου Τζέρσεϊ.
Άλλες συμμετέχουσες πολιτείες είναι το Κολοράντο, η Χαβάη, το Ιλινόις, το Μέιν, η Μασαχουσέτη, το Μίσιγκαν, η Μινεσότα, η Νεβάδα, το Όρεγκον, το Ρόουντ Άιλαντ, το Βερμόντ, η Ουάσιγκτον, καθώς και η DC.
Όλοι οι γενικοί εισαγγελείς αυτών των πολιτειών ανήκουν στο Δημοκρατικό Κόμμα, αν και το γραφείο στη Χαβάη είναι επίσημα μη κομματικό.