Η αμερικανική πολιτική ζωή θυμίζει «ζώνη υψηλού κινδύνου» - Ακυρώσεις εκδηλώσεων, απειλές και δηλώσεις μίσους σκιάζουν την πορεία προς τις εκλογές
Ακόμη και πριν από τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, ο κυβερνήτης της Πενσυλβάνια, Τζος Σαπίρο, βίωνε το συναισθηματικό βάρος της πολιτικής βίας.
Πριν από πέντε μήνες, μέσα στη νύχτα, άγνωστος εισέβαλε στο σπίτι του και του έβαλε φωτιά. Ο Σαπίρο, πιθανός υποψήφιος των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές του 2028, κοιμόταν με τη σύζυγο και τα παιδιά του.
Από τότε που η οικογένειά του αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το φλεγόμενο σπίτι, ο Σαπίρο, πατέρας τεσσάρων παιδιών, όπως λέει, παλεύει με το ερώτημα πώς η καριέρα του έθεσε σε κίνδυνο την οικογένειά του: «Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να αντέξω ως πατέρας. Το βάρος αυτό συνεχίζει να με συντροφεύει μέχρι και σήμερα», δήλωσε στο Associated Press.
Σε όλη τη χώρα, πολιτικοί και από τα δύο κόμματα βιώνουν την ίδια ανησυχία μετά την πολιτική δολοφονία που συγκλόνισε τις ΗΠΑ. Κάποιοι ακυρώνουν δημόσιες εμφανίσεις, άλλοι στηρίζονται στην παρουσία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων, ενώ ορισμένοι επιμένουν ότι η δολοφονία του Κερκ δεν θα αλλάξει τον τρόπο που ασκούν τα καθήκοντά τους.
Ο Σαπίρο, ενώ προσευχήθηκε για τη σύζυγο και τα παιδιά του Κερκ, ξεκαθάρισε πως «δεν πρόκειται να επιβραδύνει». Το ίδιο μήνυμα εξέπεμψε και ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος σε τηλεοπτική του εμφάνιση δήλωσε: «Πρέπει να συνεχίσουμε».
Όμως, η βίαιη ρητορική στις ΗΠΑ έχει ενταθεί. Ο Ίλον Μασκ έγραψε στο Χ ότι «η αριστερά είναι το κόμμα της δολοφονίας» και πως «αν δεν μας αφήσουν ήσυχους, η επιλογή μας είναι να πολεμήσουμε ή να πεθάνουμε». Στο ίδιο μήκος κύματος, παρουσιαστές της συντηρητικής τηλεόρασης μιλούν ανοιχτά για «πόλεμο».
Το τεταμένο κλίμα οδήγησε αρκετούς Δημοκρατικούς, όπως τον γερουσιαστή Ρούμπεν Γκαλέγκο και την Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ, να ακυρώσουν εκδηλώσεις, επικαλούμενοι λόγους ασφαλείας. Αντίστοιχες ακυρώσεις έγιναν και από Ρεπουμπλικανούς κύκλους, ενώ άλλοι πολιτικοί, όπως ο κυβερνήτης του Μέριλαντ Ουές Μουρ, δηλώνουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν κανονικά.
Η πολιτική βία δεν είναι καινούργιο φαινόμενο στις ΗΠΑ. Η Γκάμπι Γκίφορντς πυροβολήθηκε το 2011, ο Ρεπουμπλικανός Στιβ Σκάλις τραυματίστηκε σοβαρά το 2017, ενώ πέρυσι ο Τραμπ γλίτωσε από δολοφονική απόπειρα στην Πενσυλβάνια.
Στο προεκλογικό πεδίο, η αυξημένη ασφάλεια είναι πλέον παντού αισθητή. Κάποιοι υποψήφιοι εξετάζουν μέτρα όπως ανιχνευτές μετάλλων και έλεγχο ταυτότητας για όσους παρευρίσκονται στις συγκεντρώσεις.
Οι κορυφαίοι Δημοκρατικοί κυβερνήτες, Σαπίρο και Μουρ, αποφεύγουν να ρίξουν όλο το φταίξιμο στη μία πλευρά, αλλά ασκούν κριτική στον Τραμπ για τον τρόπο που αντέδρασε, κατηγορώντας μόνο την «ριζοσπαστική αριστερά».
«Η βία έχει επηρεάσει και Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς», είπε ο Σαπίρο. «Κανένα κόμμα δεν έχει καθαρά χέρια».
Ο Μουρ κάλεσε σε αποκλιμάκωση: «Η ηγεσία είναι να σηκώνεις τον λαό ψηλά μέσα στο σκοτάδι, όχι να ρίχνεις λάδι στη φωτιά. Προσεύχομαι το μάθημα αυτής της στιγμής να μας κάνει καλύτερους – όχι χειρότερους».