Η μηνιαία έρευνα της τράπεζας δείχνει αύξηση της αβεβαιότητας μεταξύ των επιχειρήσεων στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Υπάρχει μια αυξανόμενη αβεβαιότητα για το εγγύς μέλλον μεταξύ των γαλλικών επιχειρήσεων σε συνδυασμό με μια ελαφρά αύξηση της δραστηριότητας τον Νοέμβριο, σύμφωνα με τη μηνιαία οικονομική έρευνα της Τράπεζας της Γαλλίας, η οποία προσφέρει μια εικόνα του τρέχοντος επιχειρηματικού κλίματος στη χώρα.
Η Γαλλία αντιμετωπίζει επί του παρόντος μια πολιτική κρίση, καθώς η κυβέρνηση του Michel Barnier κατέρρευσε μετά από ψήφο δυσπιστίας, μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της.
Ως αποτέλεσμα, η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με το 2025 χωρίς έγκυρο προϋπολογισμό και αυτό θα παραμείνει μέχρι ο πρόεδρος Μακρόν να ορίσει νέο πρωθυπουργό για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Η έρευνα της Τράπεζας της Γαλλίας, η οποία διεξήχθη πριν από την κατάρρευση της κυβέρνησης, δείχνει ένα υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας μεταξύ των επιχειρήσεων.
Στους τομείς της βιομηχανίας και των κατασκευών, η επιχειρηματική αβεβαιότητα έχει φθάσει στο υψηλότερο επίπεδο από την ενεργειακή κρίση του 2022.
"Ο δείκτης αβεβαιότητας με βάση τα σχόλια των επιχειρήσεων παραμένει σχετικά υψηλός σε όλους τους τομείς, με τις απαντήσεις να υπογραμμίζουν την εγχώρια πολιτική κατάσταση και τον αντίκτυπο των φορολογικών συζητήσεων, καθώς και το διεθνές περιβάλλον", αναφέρεται στην έκθεση.
Παρ' όλα αυτά, η Τράπεζα της Γαλλίας αναμένει ελαφρά θετική αύξηση της δραστηριότητας για τους τρεις τελευταίους μήνες του έτους.
"Εκτιμούμε ότι η υποκείμενη δραστηριότητα της χώρας", εξαιρουμένης της έκτακτης επίδρασης των Αγώνων, "θα διατηρήσει την ελαφρώς θετική τάση ανάπτυξής της το τέταρτο τρίμηνο", αναφέρει η τράπεζα στην έκθεση.
Εκτίμησαν ότι η δραστηριότητα αυτή, περίπου 0,2 μονάδες του ΑΕΠ, θα αντισταθμιστεί από τις αντιδράσεις από την επίδραση των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, οι οποίες εκτιμώνται σε -0,2 μονάδες.
Ως εκ τούτου, η τράπεζα διατηρεί την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη, αναμένοντας μηδενική ανάπτυξη τους τελευταίους τρεις μήνες του έτους, σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, όταν το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,4%, κυρίως λόγω των επιπτώσεων των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού.