Ο διακεκριμένος χορογράφος παρουσιάζει τη νέα χορογραφική του παραγωγή «My fierce ignorant step», στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, από τις 8-18 Μαΐου.
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος παρουσιάζει στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση από την Πέμπτη 8 Μαΐου, τη νέα του χορευτική παραγωγή, με τίτλο «My fierce ignorant step». Πρόσφατα βραβευμένος με το διεθνές βραβείο χορού Rose International Dance Prize που θέσπισε το Sadler’s Wells, το κορυφαίο βρετανικό κέντρο χορού, ο ευφυής δημιουργός αντλεί αυτή τη φορά την έμπνευσή του από τα εφηβικά του χρόνια στη Νεμέα, την πίστη και τη δύναμη που αισθανόταν τότε ότι θα άλλαζε τον κόσμο, αλλά και από την ανάγκη του να επαναδιαπραγματευθεί το παρόν, να διαχειριστεί διαφορετικά το άγχος και τις απαιτήσεις της δουλειάς, την προσωπική και επαγγελματική του διαδρομή.
Δέκα χορευτές και χορεύτριες δημιουργούν επί σκηνής ένα εκστατικό ηχοτοπίο, που παρασέρνει τον θεατή με τη δύναμη, τον παλμό και την αισιοδοξία του. Μνήμες και ακούσματα, φωνές και σώματα ηχούν σαν μουσικά όργανα και σταδιακά οδηγούν σε μια κοινή έξαψη. Η νέα δουλειά του μινιμαλιστή χορογράφου εξερευνά πώς η κίνηση γίνεται ένα τραγούδι μέσα στο οποίο πάλλονται τα σώματα των χορευτών, πώς κατασκευάζεται μια ομάδα, που μέσα από τη διαφορετικότητα των μελών της, δημιουργεί μια σαγηνευτική ομοιομορφία. Αυτό που έχει σημασία είναι το μαζί, η συμφωνία για κοινή πορεία και δράση, πώς ο ένας θα βοηθήσει τον άλλο στη δυσκολία.
Συναντήσαμε τον Χρήστο Παπαδόπουλο στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και μιλήσαμε μαζί του για αυτή τη νέα παραγωγή, τον τρόπο με τον οποίο δούλεψε αυτή τη φορά, τα ζητήματα που τον απασχολούν, το κινητικό λεξιλόγιο που χρησιμοποίησε, αλλά και το πώς η φόρα της εφηβείας, ως αυτόματη γραφή, μετουσιώνεται στο σώμα της παράστασης και των χορευτών του, πώς προκύπτει η κίνηση, χωρίς εγκεφαλική διεργασία.
Πώς προέκυψε η ιδέα γι’ αυτή τη νέα σου χορογραφική δουλειά;
Τα τελευταία χρόνια νιώθω ότι βομβαρδιζόμαστε από ανέλπιδες ειδήσεις, από ανέλπιδα νέα. Νιώθω ότι ενώ είμαι ένας θετικός και αισιόδοξος άνθρωπος, έπιασα τον εαυτό μου τα τελευταία χρόνια διαρκώς να απογοητεύομαι, σε τέτοιο βαθμό που ένιωθα ότι δεν υπάρχει πια ελπίδα. Η τάση μου να βγαίνω μια βόλτα στο δρόμο και να εκτιμάω το ωραίο και να βλέπω τους ανθρώπους και να χαίρομαι, άρχισε σιγά σιγά να εκλείπει. Δηλαδή βγαίνω μια βόλτα στην πόλη και βλέπω λίγο την ασχήμια της. Και αυτό έχει να κάνει με το πώς τοποθετούμαι εγώ μέσα στα πράγματα και όχι με την αντικειμενική ασχήμια ή την ομορφιά μιας πόλης.
Συγχρόνως, στα τελευταία δέκα χρόνια της καριέρας μου, που έχουν υπάρξει πολύ ανταποδοτικά και είμαι πολύ ευγνώμων γι’ αυτό που έχει συμβεί, το άγχος και ο τρόπος που πολλαπλασιάζεται διαρκώς, χρόνο με το χρόνο, με έκανε να καταλάβω ότι αυτό αν συνεχιστεί έτσι, έχει ημερομηνία λήξης. Σκεφτόμουν λοιπό πώς μπορώ να επαναδιαπραγματευτώ τον τρόπο που συνδέομαι τη δουλειά μου, πώς μπορώ να τη βάλω στο σωστό πλαίσιο, με το σωστό άγχος, χωρίς να είναι η αρχή και το τέλος της ζωής μου. Αυτό συνδέεται βέβαια και με ένα είδος ναρκισσισμού ότι η επιτυχία και η δουλειά και το πώς θα καταφέρεις κάθε φορά να βρεις κάτι σημαντικό, μας κάνει λίγο να μην βλέπουμε την πραγματικότητα γύρω μας. Να είναι η δουλειά μας, η αρχή και το τέλος της ημέρας μας. Καταλάβαινα ότι αυτή η πορεία έχει ημερομηνία λήξης, οπότε κάτι έπρεπε να κάνω με τον εαυτό μου.
Τι έκανες λοιπόν; Πώς αυτό αποτέλεσε αφετηρία γι’ αυτή τη δουλειά;
Σ’ αυτή την ανέλπιδη λοιπόν περίοδο, σκεφτόμουν διαρκώς τα εφηβικά μου χρόνια στη Νεμέα, στο χωριό μου, που είχα αυτή τη συγκλονιστική φόρα. Πατούσα συνεχόμενα το γκάζι. Είχα την τρομακτική βεβαιότητα ότι η ζωή είναι ένα τεράστιο, πολύ όμορφο μονοπάτι. Πίστευα ότι θα το ζήσουμε με ένα πολύ ωραίο τρόπο και θα παλέψουμε γι’ αυτό και θα τα καταφέρουμε. Αυτή η θρασύτατη βεβαιότητα έρχεται διαρκώς στο μυαλό μου τα τελευταία χρόνια, όχι ως μία αφελής περίοδος της νεότητας, αλλά ως μια περίοδος που είναι εκεί. Είναι πραγματική. Αυτό το αίσθημα είναι πραγματικό και ανατροφοδοτεί, στην ουσία, όλη μας τη ζωή από εκεί και πέρα.
Οπότε αυτή η νέα δουλειά είναι μια προσπάθεια να ξανασκεφτώ το πώς θέλω να κάνω αυτή τη δουλειά και το πώς θέλω να είμαι μέσα σε αυτό τον κόσμο. Είναι μια προσπάθεια να θυμηθώ εκείνο το πηγαίο και ατίθασο αίσθημα της νεότητας και να προσπαθήσω να το φέρω στο παρόν. Μέσα από όλο αυτό σκέφτομαι ότι υπάρχει και ένα περίεργο παιχνίδι με το βλέμμα. Ότι είμαι στο παρόν και κοιτάζω εκείνη την στιγμή του παρελθόντος που τότε κοίταζα το μέλλον της, που είναι το παρόν μας. Οπότε είναι ένας περίεργος κύκλος του τώρα και του τότε.
Γι’ αυτό και ο τίτλος της παράστασης «My fierce ignorant step»;
Ναι! γιατί αντανακλά εκείνη την περίοδο που ήμασταν άγριοι (fierce), βέβαιοι και υπήρχε αυτή η αφέλεια και η άγνοια (ignorance) για το πώς η δυσκολία θα μας σμιλέψει μέσα στα χρόνια.
Τι έχει αλλάξει σε σένα σε σχέση με τότε; Αισθάνεσαι ότι έχεις χάσει κάτι πολύτιμο, το οποίο αναζητάς; Υπάρχει κάτι που σου λείπει ή που αισθάνεσαι ότι πρέπει να βρεις στη ζωή σου για να έχεις μια ισορροπία ή για να είσαι ευχαριστημένος;
Αυτό που έχει αλλάξει τη ζωή μου μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, από εκείνη την περίοδο της νεότητας, νομίζω ότι είναι στην ουσία ο χρόνος. Είναι ο χρόνος να φροντίσεις τον εαυτό σου. Το δικαίωμα του χρόνου, του ελεύθερου χρόνου, χωρίς να πρέπει να λύσεις δεκαπέντε προβλήματα συγχρόνως. Το δικαίωμα του χρόνου με τους φίλους σου, το δικαίωμα να δώσεις στον εαυτό σου την ευκαιρία να περάσεις καλά, να ξενυχτήσεις, να μεθύσεις, να μπεις στην κραιπάλη και αυτό να είναι οκ. Να μην έχεις δηλαδή ενοχή, γιατί πρέπει να κάνεις πάρα πολλά πράγματα την επόμενη μέρα. Και να έχεις το δικαίωμα σε αυτή τη ξενοιασιά που είναι πια ενοχοποιημένη.
Νιώθω ότι την έχω ενοχοποιήσει. Και όταν κάπως κάθομαι, νιώθω ότι δεν δουλεύω όπως θα έπρεπε. Οπότε νομίζω ότι αυτή η απλότητα του να μπορείς να δεχτείς το τίποτα και το άδειο, είναι αυτό κυρίως που έχω χάσει. Λέω διαρκώς ότι είναι και ήταν στοιχείο του χαρακτήρα μου, αλλά πραγματικά το έχω χάσει και θέλω να το ξαναβρώ. Γι’ αυτό προσπαθώ διαρκώς να βρω ένα τρόπο να φεύγω από την Αθήνα και να απομονώνομαι.
Αυτή η επιστροφή στη νεότητα και την εφηβεία, στα χρόνια της ανεμελιάς πώς μετουσιώθηκε ουσιαστικά στη χορογραφία αυτής της παράστασης; Πώς δούλεψες λοιπόν αυτή την ιδέα με τους χορευτές σου και πώς την ανέπτυξες στο συγκεκριμένο έργο;
Λοιπόν, αυτή η εκκίνηση από τη νεότητα, επηρέασε το έργο με πολλούς τρόπους. Το πρώτο είναι ότι αισθάνομαι τυχερός που έζησα εκείνα τα χρόνια, σε εκείνο το μέρος και εκείνη την εποχή. Τότε ήμασταν ελεύθεροι, δεν είχαμε κινητά, δεν μας περίμεναν οι γονείς μας να γυρίσουμε συγκεκριμένη ώρα στο σπίτι. Υπήρχε αυτή η ατελείωτη περιπλάνηση, χωρίς όριο, ιδίως τα καλοκαίρια. Γυρίζαμε όταν τελειώναμε το παιχνίδι, οπότε υπήρχε μια ανεμελιά και μια άγρια και αναρχική ελευθερία. Αυτήν προσπαθώ να πάρω και να την κάνω σώμα στη σημερινή παράσταση.
Τον πρώτο μήνα που ξεκινήσαμε πρόβες, αναπόφευκτα, αποτύγχανα διαρκώς να καταλάβω ποιο είναι το σώμα μέσα σε αυτόν τον καινούργιο κόσμο, γιατί πήγαινα σε αυτά που ξέρω. Οι χορευτές μου δίνανε αυτοσχεδιάζοντας υλικά που πίστευαν ότι ταιριάζουν στον κόσμο μου, οπότε έφτανε σε μένα ένα υλικό το οποίο ήταν εντελώς λάθος.
Τι άλλαξες λοιπόν και ποιο στοιχείο έπαιξε κομβικό ρόλο στην παραγωγή του «σωστού» κινητικού υλικού ;
Κατάλαβα νωρίς ότι αυτοί οι άνθρωποι που μπαίνουν στη σκηνή, δεν πρέπει να είναι τα πλάσματα που συνήθως δημιουργώ, αυτός ο περίεργος κόσμος που υπάρχουν αυτά τα πλάσματα. Αντίθετα είναι άνθρωποι σαν το κοινό που θα έρθει να δει την παράσταση, σαν εσένα και εμένα. Έχουν έρθει αυτή την στιγμή, σε συγκεκριμένο χρόνο, για να μας αφηγηθούν κάτι. Αναζητούσα λοιπόν διακαώς ένα υλικό που πατάει στο τώρα, που είναι καλά γειωμένο. Είναι ένα σώμα το οποίο πατάει στο παρόν του και έρχεται με μία φόρα. Αυτή η φόρα που δημιουργεί την κίνηση, είναι πιο σημαντική από αυτή καθεαυτή την κίνηση. Όταν ερχόταν με επανάληψη λοιπόν ένα υλικό, μέσα από τον τρόπο που εγώ συνήθως καταλαβαίνω την κίνηση και τη διαχειρίζομαι, αυτό μας πετούσε διαρκώς έξω. Διότι ερχόταν ένα διαλογιστικό πράγμα, που αντανακλούσε κάτι εγκεφαλικό. Οπότε προσπαθούσα να βρω πώς μπορούν αυτά τα σώματα να πάλλονται και να θέλουν να πάνε στο επόμενο βήμα, χωρίς καμία εγκεφαλική διεργασία.
Σιγά σιγά κατάλαβα ότι η φόρα μπορεί να λειτουργήσει σαν αυτόματη γραφή: το γεγονός δηλαδή ότι δεν μπορείς να σταματήσεις να γράφεις, θα σε οδηγήσει να παράγεις ένα υλικό που δεν το έχεις σκεφτεί, για το οποίο δεν έχεις συναίσθηση. Θα σε οδηγήσει λοιπόν σε έναν κόσμο που δεν τον χειρίζεσαι μάλλον συνειδητά. Αυτή η φόρα λοιπόν μπορεί να δημιουργήσει ανάλογα και το κινητικό υλικό. Οπότε δημιουργήσαμε αυτή την επική ποσότητα υλικού, που τίποτα δεν επαναλαμβάνεται και τίποτα δεν έρχεται να εγκαθιδρυθεί. Υπάρχει λοιπόν μια φρενίτιδα παραγωγής υλικού, γιατί το «Πάμε!» είναι το πιο σημαντικό στοιχείο στη δουλειά αυτή.
Πέρα όμως από το κινητικό υλικό που δημιουργήσατε με τους χορευτές, τι ρόλο έπαιξαν στη δημιουργία αυτού του έργου, η μουσική και ο ήχος, που πάντα έχουν κομβική συμβολή στη δουλειά σου; Πώς συνδέονται με την κίνηση;
Αυτή η μνήμη της εφηβείας μου έχει συνδυαστεί με τα ακούσματα εκείνης της εποχής. Ήμασταν ευτυχώς μια οικογένεια στην επαρχία, που ακούγαμε Χατζιδάκι και Θεοδωράκη. Η πραγματικότητα ήταν σκληρή, καθώς παράλληλα με το σχολείο βοηθούσα τον παππού μου στα αμπέλια και τη μητέρα μου στο μαγαζί της. Ακούγαμε αυτή τη μουσική, η οποία συνδυάστηκε στο μυαλό μου με έναν ιδιαίτερο τρόπο: Για παράδειγμα, το «Άξιον Εστί» μιλάει για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη χειρότερη εκδοχή του ανθρώπινου είδους, αλλά συγχρόνως έχει να κάνει με την απίστευτη ομορφιά της φύσης και την καλύτερη εκδοχή μας. Οπότε, αυτό το αίσθημα της ελπίδας έχει συνδυαστεί πολύ με το «Άξιον Εστί» του Θεοδωράκη και τους «Όρνιθες» του Χατζιδάκι.
Ξεκινήσαμε λοιπόν το ταξίδι αυτής της παράστασης με τον Κορνήλιο Σελαμσή και τον Τζεφ Βάνγκερ, προσπαθώντας να πάρουμε σπαράγματα, ιδέες ή τρόπους αφήγησης που έχει μέσα το έργο του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι, να καταλάβουμε τα αποσπάσματα που λειτουργούσαν στο μυαλό μου τι ακριβώς αφηγούνται και πώς τα αφηγούνται και πώς δημιουργείται η μουσική σύνθεση. Μέσα σε αυτή τη διαδρομή, με πολλές αποτυχίες, αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πώς αυτό θα συντονιστεί απόλυτα με την κίνηση. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι, όταν έρχεται η μουσική και αφηγείται με την πληροφορία της λίγο παραπάνω ή λίγο λιγότερο, από αυτό που μας αφηγείται η κίνηση. Όταν μας αφηγείται λίγο παραπάνω, η κίνηση μοιάζει να είναι βαρετή, γιατί δημιουργεί μια ανυπομονησία στο μυαλό μας και μας κάνει να θέλουμε να πάμε στο επόμενο.
Η κίνησή μας έχει έναν άλλο τρόπο αφήγησης, οπότε διαρκώς παλεύουμε με την απόλυτη ισορροπία: το πώς θα έχουμε σχεδόν την αίσθηση ότι η κίνηση παράγει τον ήχο και ο ήχος παράγει την κίνηση, Δεν υπάρχει λοιπόν ένα ηχοτοπίο που προσκαλεί τους ανθρώπους να χορέψουν, αλλά περισσότερο ότι το υποστηρίζει. Η βασική προσπάθειά μου είναι ότι οποιαδήποτε κλιμάκωση συμβαίνει στο έργο, την κάνουν μόνοι τους. Δεν έρχεται μια μουσική να προσφέρει το επόμενο βήμα, αλλά στην ουσία αυτοί, με τη σκληρή δουλειά, δημιουργούν αυτό το ταξίδι.
Πέρα όμως από το ηχοτοπία, υπάρχει και το κινητικό λεξιλόγιο. Η δουλειά σου είναι μινιμαλιστική. Ασχολείσαι πολύ με τη λεπτομέρεια της κίνησης, την μικροκίνηση και τι μπορεί αυτή να φέρει στα σώματα των χορευτών και στην ομάδα. Σε αυτή τη διαδικασία, υπάρχει μια εσωστρέφεια, ένα κλείσιμο της κίνησης στο πλαίσιο ενός συστήματος σωμάτων. Πώς πέτυχες λοιπόν στη συγκεκριμένη περίπτωση να γίνει πιο εξωστρεφής η κίνησή σου; Πώς γίνεται αυτό το άνοιγμα προς τα έξω;
Προσπαθώντας να βρούμε το κινητικό λεξιλόγιο αυτού του έργου, συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι ο τίτλος «My fierce ignorant step» μιλάει για ένα βήμα. Δεν θεωρώ τυχαίο, ότι ήρθε στο μυαλό μου αυτός ο τίτλος. Σκέφτηκα λοιπόν ότι πρέπει να επιστρέψω στο βήμα, σε ένα απλό βήμα. Οπότε η αρχή της ανακάλυψης αυτού του υλικού βασίστηκε πάνω σε ένα περπάτημα.
Έχουμε δηλαδή ένα σύνολο ανθρώπων, το οποίο περπατάει και σε κάθε βήμα του διαπραγματεύεται ξανά και ξανά αυτή την ενότητα, η οποία δεν είναι δεδομένη. Κάθε στιγμή, ο κάθε περφόρμερ συναινεί ξανά ότι «Θέλω να είμαστε μαζί». Αρχίσαμε λοιπόν να σκεφτόμαστε διάφορες συμμορίες. Τους έδινα για παράδειγμα την πληροφορία του «West Side Story», αυτής της συμμορίας που έχει μια ελαφράδα, ένα fun, μια διασκέδαση και όχι του «Nονού».
Ξεκινήσαμε να φτιάξουμε μια διασκεδαστική συμμορία που έχει έρθει εδώ πέρα, για να μας σαγηνεύσει λίγο και να παίξει μαζί μας. Θέλει να δημιουργήσει στην ουσία ένα αστείο, χωρίς να σημαίνει κάτι πολύ σοβαρό και χωρίς να σημαίνει ότι πρέπει κάτι να καταλάβουμε. Οπότε αρχίζει σιγά σιγά να προκύπτει αυτή η αίσθηση της απόλαυσης, της παιδικότητας, της ξεγνοιασιάς, των κινήσεων που κάπως ήταν στο μυαλό μου ότι ήθελα να δημιουργήσω πάνω στη σκηνή, αλλά ποτέ δεν τολμούσα. Μέσα στις πρόβες δηλαδή, άρχισα να προτείνω χαζοκινήσεις που οι χορευτές μου αναρωτιόντουσαν αν πραγματικά ήθελα να τις εντάξουμε στο έργο.
Και εγώ τους είπα: «Πάμε να δοκιμάσουμε πώς μπορεί να έρθει ένα υλικό, το οποίο αντιστέκεται στο να ενταχθεί σε μία αισθητική γραμμή ή σε μία ρυθμική κανονικότητα». Στην ουσία δηλαδή, το υλικό μας δεν συμμορφώνεται ποτέ με ένα οκτάρι. Στον χορό μετράμε οχτάρια και όλα είναι κάπως μέσα στα οχτάρια. Στο έργο μας πότε δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο οχτάρι, οπότε ο,τι θέτει, το ανατρέπει συνεχόμενα. Οπότε είναι κάτι τρελό αυτό που πάμε να κάνουμε.
Δίνεις πάντα πολύ μεγάλη σημασία και ρόλο στην ομάδα και στην ομαδικότητα στα έργα σου. Το αποτέλεσμα προκύπτει μέσα από την συντονισμένη λειτουργία της. Το σύνολο πολλαπλασιάζει την ατομική κίνηση. Πώς βλέπεις αυτό το μαζί στη νέα σου χορογραφική δουλειά; Τι μπορεί να προκαλέσει ένα σύνολο ανθρώπων όχι μόνο επί σκηνής αλλά και στην κοινωνία γύρω μας;
Αυτό το μαζί που ψάχνω, είναι για μένα το πιο σημαντικό στοιχείο. Το λέω αυτό, γιατί είναι εύκολο να σκεφτούμε αυτή την περίοδο της εφηβείας ή της παιδικότητας, σαν κάτι ανάλαφρο, εύκολο και απλό. Στην ουσία αυτό που με ενδιαφέρει, είναι ότι το μαζί θέλει πάρα πολύ κόπο και πάρα πολλή δουλειά. Γι’ αυτό μας βοηθάει αυτό το τιτάνιο υλικό. Δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι πάνω στη σκηνή είναι τόσο αγχωμένοι και είναι τόσο δύσκολο αυτό που έχουν να κάνουν, που βλέπεις ότι η στιγμή που το μαζί αναδύεται με τον πιο όμορφο και ολοκληρωμένο τρόπο, είναι στα πιο δύσκολα κομμάτια της χορογραφίας. Είναι εκεί που χρειάζεται ο ένας να κρατήσει το χέρι του άλλου και να πει «Πάμε να το βγάλουμε αυτό!». Οπότε το μαζί για μένα δεν είναι μια a priori απόφαση που την παίρνω μόνος μου. Είναι ο τρόπος που θα αντιμετωπίσω τη μεγαλύτερη δυσκολία που έρχεται μπροστά μου. Δεν είναι μια συνθήκη, η οποία διαμορφώνεται και διατηρείται. Είναι μια συνθήκη που διαρκώς αναδιαπραγματεύεται.
Μέσα στην παράσταση έχουμε και ήχο. Τα παιδιά απελευθερώνουν την ανάσα τους και μέσα από την ανάσα είναι σαν να εικονογραφούν με έναν τρόπο την κίνηση, όχι με την αίσθηση της εικονογράφησης, αλλά με την αίσθηση ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι χορευτές, αλλά είναι άνθρωποι. Οπότε σε μια έντονη κίνηση υπάρχει ο ανάλογος ήχος. Οι στιγμές που λειτουργεί πραγματικά ο ήχος είναι στο πιο δύσκολο κομμάτι της χορογραφίας, που χρειάζεται το μαζί για να μπορέσουν να το κατανοήσουν και να το εκτελέσουν.
Διακρίνω από όσα μου λες μια αίσθηση αισιοδοξίας και ελπίδας. Προέρχεται από αυτή την νοσταλγία για την δύναμη της εφηβείας ή υπάρχει χώρος για ελπίδα στον κόσμο που ζούμε;
Αν δεν υπάρχει ελπίδα, δεν υπάρχει ζωή. Οπότε δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα υπάρξει ζωή χωρίς ελπίδα. Αυτή η νοσταλγία της νεότητας δεν είναι πραγματική νοσταλγία για μένα. Πραγματικά δεν την αντιλαμβάνομαι σαν νοσταλγία, αλλά σαν μια δυναμική θέση, ότι μαζί μπορούμε. Και αυτό αποδεικνύεται και στην πραγματικότητά μας μέσα από τη φιλία, την οικογένεια, τους ανθρώπους που συνδιαλεγόμαστε.
Δεν υπάρχει ελπίδα χωρίς το μαζί. Δεν είναι για μένα μια αναπόληση, ούτε μια νοσταλγική επιστροφή. Είναι μια επαναδιαπραγμάτευση της πραγματικότητας και του τώρα μου. Δηλαδή θέλω να αλλάξω. Και επειδή θέλω να αλλάξω, θέλω να αλλάξω μέσα από αυτό τον δρόμο και επειδή θέλω να αλλάξω μέσα από αυτό τον δρόμο, θέλω να παίξω με αυτή την αίσθηση πάνω στην σκηνή. Οπότε για μένα η αισιοδοξία είναι μια σχεδόν πολιτική θέση που εσωκλείει δράση. Δεν εσωκλείει φιλοσοφική απόφαση. Χρειάζεται να δράσεις γι’ αυτό.
Οι παραστάσεις του «My fierce ignorant step» του Χρήστου Παπαδόπουλου στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση διαρκούν μέχρι τις 18 Μαΐου. Στη συνέχεια το έργο θα ταξιδέψει στο Πλόβντιβ της Βουλγαρίας, στη Μασσαλία, θα ανοίξει το Φεστιβάλ Yulidans στο Άμστερνταμ και θα συνεχίσει στο Grec festival στη Βαρκελώνη.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Σύλληψη & Χορογραφία: Χρήστος Παπαδόπουλος
Χορεύουν & συνεργάζονται οι: Θέμις Ανδρεουλάκη, Αντώνης Βαής, Αμαλία Κοσμά, Γιώργος Κοτσιφάκης, Σωτηρία Κουτσοπέτρου, Μαρία Μπρέγιαννη, Τάσος Νίκας, Σπύρος Ντόγκας, Δανάη Παζιργιαννίδη, Ιωάννα Παρασκευοπούλου
Δραματουργία: Αλέξανδρος Μιστριώτης
Πρωτότυπη Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής
Συνεργάτης Συνθέτης: Jeph Vanger
Σκηνικά: Κλειώ Μπομπότη
Κοστούμια: Μαρία Πανουργιά
Φωτισμοί: Στέφανος Δρουσιώτης
Φωνητική Διδασκαλία: Αποστόλης Ψυχράμης
Βοηθός Χορογράφου: Σεβαστή Ζαφείρα
Βοηθός Σκηνογράφου: Αγγελική Βασιλοπούλου-Καμπίτση
Βοηθός Ενδυματολόγου: Παναγιώτης Ρενιέρης
Οργάνωση και Εκτέλεση Παραγωγής: Ζωή Μουσχή & Ρένα Ανδρεαδάκη
Υπεύθυνος Φωτισμών Περιοδείας: Αλέξανδρος Μαυρίδης
Τεχνική Διεύθυνση Περιοδείας: Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη & Αγγελική Βασιλοπούλου-Καμπίτση
Ηχοληψία: Κωστής Παυλόπουλος
Οργάνωση Περιοδείας: Κωνσταντίνα Παπαδοπούλου
Ένα έργο του Χρήστου Παπαδόπουλου // Λέων και Λύκος
Ανάθεση & Παραγωγή: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Με την υποστήριξη του Dance Reflections by Van Cleef & Arpels
Συμπαραγωγοί: Théâtre de la Ville (Παρίσι, Γαλλία), Julidans (Άμστερνταμ, Ολλανδία), Romaeuropa Festival (Ρώμη, Ιταλία), Théâtre d’Orléans (Ορλεάνη, Γαλλία), LAC Lugano Arte e Cultura (Λουγκάνο, Ελβετία), December Dance Concertgebouw Brugge (Μπριζ, Βέλγιο), One Dance Festival (Πλόβντιβ, Βουλγαρία), Festival de Marseille (Μασσαλία, Γαλλία), I Teatri di Reggio Emilia (Ρέτζο Εμίλια, Ιταλία) & άλλοι που θα ανακοινωθούν προσεχώς
Υποστηρίζεται από το Onassis Stegi Touring Program
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος και η παράσταση My Fierce Ignorant Step είναι υποψήφιοι για το βραβείο χορού Fedora Van Cleef & Arpels 2025.
Η παράσταση My Fierce Ignorant Step πραγματοποιείται με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού.
Πέμπτη 8 Μαΐου μετά το τέλος της παράστασης o Χρήστος Παπαδόπουλος θα συνομιλήσει με τον Αλέξανδρο Μιστριώτη, δραματουργό της παράστασης.
Λίγα λόγια για τον Χρήστο Παπαδόπουλο
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος σπούδασε χορό και χορογραφία στο SNDO (School for New Dance Development) του Άμστερνταμ, θέατρο στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα. Είναι ιδρυτικό μέλος της ομάδας χορού «Λέων και λύκος».
Τα πρώτα του έργα, «Opus» και «Elvedon», έτυχαν ευρύτατης αποδοχής όταν παρουσιάστηκαν στο θέατρο «Πόρτα». Το Elvedon επιλέχθηκε για το επίσημο πρόγραμμα του ευρωπαϊκού δικτύου χορού Aerowaves 16, ενώ αργότερα παρουσιάστηκε στο Παρίσι, στο Άμστερνταμ και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Το Opus επιλέχθηκε κι αυτό από το Aerowaves 18 και αμέσως μετά ξεκίνησε τη διεθνή του πορεία. Η παράσταση Ion (2018), μια ανάθεση της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση σε συμπαραγωγή με το Théâtre de la Ville του Παρισιού και το Le Lieu Unique της Νάντης, συνεχίζει με επιτυχία την περιοδεία της. H διεθνής συμπαραγωγή Larsen C (2021) έχει ήδη παρουσιαστεί σε περισσότερες από 25 σκηνές και φεστιβάλ ανά την Ευρώπη. Το 2023 ο Παπαδόπουλος δημιούργησε το έργο Mellowing για τη διάσημη ομάδα χορού Dance On και στη συνέχεια το Mycelium για το Μπαλέτο της Όπερας της Λυών και την Μπιενάλε Χορού της ίδιας πόλης. Τα έργα αυτά περιοδεύουν ανά την υφήλιο.
Τον Φεβρουάριο του 2025 διακρίθηκε με το σημαντικό Rose International Dance Prize, το οποίο καθιερώθηκε από το διάσημο βρετανικό κέντρο χορού Sadler’s Wells.
Έχει συνεργαστεί ως performer με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, την εταιρεία WeGo, την Alexandra Waierstall, τον Robert Stein, τον Φώτη Νικολάου κ.ά.
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος έχει συνεργαστεί με πολλούς σκηνοθέτες του θεάτρου και του κινηματογράφου, μεταξύ των οποίων είναι οι Γιώργος Λάνθιμος, Κώστας Γαβράς, Μιχαήλ Μαρμαρινός και Δημήτρης Καραντζάς.
INFO
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Συγγρού 107
8-18 Μαΐου 2025
Τετάρτη έως Σάββατο, 20:30, Κυριακή, 14:00
Διάρκεια: 55 λεπτά
Εισιτήρια
Κανονικό εισιτήριο: 15 €, 20 €, 28 €
Μειωμένο εισιτήριο, Φίλος, Κάτοικος Γειτονιάς: έκπτωση 20% επί της τιμής του κανονικού εισιτηρίου
Παρέα 5-9 άτομα: έκπτωση 10% επί της τιμής του κανονικού εισιτηρίου
Ανεργίας, ΑμεΑ, Συνοδός ΑμεΑ: 10 €