Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "The Lancet Regional Health-Europe" αποκαλύπτει ότι η υγειονομική κάλυψη για τις ψυχικές διαταραχές στην Ευρώπη είναι "χαμηλή και ανεπαρκής".
Μια ολοκληρωμένη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "The Lancet Regional Health-Europe" αποκάλυψε μια ανησυχητική πραγματικότητα: το ποσοστό κάλυψης των υπηρεσιών υγείας για ψυχικές διαταραχές στον ευρωπαϊκό ενήλικο πληθυσμό είναι "χαμηλό και ανεπαρκές".
Η μελέτη, η οποία εξέτασε συστηματικά 45 μελέτες των τελευταίων δύο δεκαετιών με 198 εθνικές και περιφερειακές εκτιμήσεις, παρουσιάζει μια εικόνα μεγάλων ανισοτήτων μεταξύ των χωρών και των διαγνώσεων, με ιδιαίτερα σοβαρά κενά στην περίθαλψη των ευάλωτων πληθυσμών.
Σύμφωνα με τον Jordi Alonso, ερευνητή στο Hospital del Mar και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Pompeu Fabra (UPF) που συμμετείχε στη μελέτη, "υπάρχει σημαντική έλλειψη δεδομένων τόσο ανά χώρα όσο και ανά διαταραχή, γεγονός που καθιστά δύσκολο να γνωρίζουμε ποιο είναι το σημείο εκκίνησης".
Αυτή η έλλειψη συστηματικών και ομοιογενών πληροφοριών εμποδίζει τις αξιόπιστες συγκρίσεις μεταξύ των κρατών και την ανάλυση των διαχρονικών τάσεων, δυσχεραίνοντας έτσι την παρακολούθηση των στόχων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), ο οποίος στοχεύει στην αύξηση της κάλυψης κατά 50% έως το 2030.
Ψύχωση με υψηλή κάλυψη, κατάθλιψη και άγχος παραμελημένα
Η ανάλυση αποκαλύπτει ότι μόνο στις σοβαρές ψυχικές διαταραχές, όπως η ψύχωση, οι ευρωπαϊκές χώρες επιτυγχάνουν υψηλά επίπεδα κάλυψης, που κυμαίνονται από 50% έως 90% σε ορισμένα κράτη, αν και με αξιοσημείωτες διακυμάνσεις: η Κροατία ανέφερε κάλυψη 99% το 2017, ενώ οι Κάτω Χώρες μόλις και μετά βίας έφτασαν το 23%.
Ωστόσο, η κατάσταση είναι ριζικά διαφορετική για τις κοινές ψυχικές διαταραχές. Για τη μείζονα κατάθλιψη, τα επίπεδα ελάχιστα επαρκούς θεραπείας κυμαίνονται από ανησυχητικά χαμηλά ποσοστά - 9,5% στη Βουλγαρία, 9,8% στο Τατζικιστάν και 9,9% στο Τουρκμενιστάν - έως υψηλότερα ποσοστά σε χώρες όπως η Γερμανία (35%), το Βέλγιο (34%) και η Τσεχική Δημοκρατία (36,1%). Στην περίπτωση του Βελγίου, αν και το 36% των ατόμων με μείζονα κατάθλιψη έλαβαν θεραπεία, μόνο το 11% είχε πρόσβαση στην κατάλληλη περίθαλψη.
Για τις αγχώδεις διαταραχές, η κάλυψη κυμαίνεται από 47,1% στη Σουηδία έως 7,3% στη Βουλγαρία, ενώ οι διαταραχές χρήσης ουσιών και αλκοόλ έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά ενηλίκων που υποβάλλονται σε θεραπεία, με τις εκτιμήσεις να ξεπερνούν σπάνια το 15%.
Στην περίπτωση της ΔΕΠΥ στους ενήλικες, τα δεδομένα είναι τόσο λιγοστά και ξεπερασμένα -κυρίως από την εποχή που η πάθηση δεν είχε αναγνωριστεί ευρέως στους ενήλικες- ώστε είναι σχεδόν αδύνατο να διαγνωστεί η κατάσταση, με την κάλυψη να είναι συνήθως κάτω από 10%.
Ισπανία: μόνο ένα στα τρία άτομα λαμβάνει θεραπεία
Στην Ισπανία, η κατάσταση αντικατοπτρίζει αυτές τις γενικές ελλείψεις: μόνο ένα στα τρία άτομα, 33%, με οποιαδήποτε ψυχική διαταραχή λαμβάνει οποιαδήποτε μορφή θεραπείας και λιγότερο από 12% λαμβάνει επαρκή θεραπεία. Με τη μείζονα κατάθλιψη, το 28% του συνόλου έχει πρόσβαση σε κάποια θεραπεία, αλλά μόνο το 18% με κατάλληλη προσέγγιση- στο άγχος, τα ποσοστά είναι 29,5% και 12% αντίστοιχα.
Τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά στις διαταραχές χρήσης ουσιών και αλκοόλ, όπου μόνο το 5,2% λαμβάνει επαρκή θεραπεία.
Οι πιο ευάλωτες ομάδες αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα κενά στη φροντίδα. Η μελέτη εντοπίζει ότι οι γυναίκες, οι σεξουαλικές μειονότητες, οι εθνοτικές μειονότητες, οι πρόσφυγες, οι άστεγοι και οι εσωτερικά εκτοπισμένοι υφίστανται ιδιαίτερα σοβαρές ανισότητες, με τα κενά θεραπείας σε ορισμένες περιπτώσεις να ξεπερνούν το 80%.
Για παράδειγμα, στην Ουκρανία, το 74% των εσωτερικά εκτοπισμένων με ψυχικές διαταραχές δεν έλαβαν θεραπεία και στο Παρίσι, μόνο το 3% των αστέγων με ψυχωσικές διαταραχές είχαν πρόσβαση σε περίθαλψη.
Επείγουσα έκκληση για εναρμονισμένα συστήματα παρακολούθησης
Οι συντάκτες της μελέτης προειδοποιούν ότι η απουσία διαχρονικών δεδομένων εμποδίζει την παρακολούθηση των αλλαγών με την πάροδο του χρόνου. Οι αναλύσεις τάσεων για την κατάθλιψη έδειξαν ελάχιστες αυξήσεις στην κάλυψη κατά τη διάρκεια δύο δεκαετιών, ενώ για την ψύχωση παρατηρήθηκαν μικτά πρότυπα, αν και ορισμένες διαφορές μπορεί να αντανακλούν μεθοδολογικές αλλαγές και όχι πραγματικές διαφοροποιήσεις στην κάλυψη.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ερευνητές ζητούν επειγόντως τη δημιουργία εναρμονισμένων συστημάτων παρακολούθησης για τη συστηματική και συγκριτική μέτρηση της κάλυψης των υπηρεσιών, της επάρκειας της θεραπείας και της προόδου προς την επίτευξη των στόχων του ΠΟΥ.
Η μελέτη συνιστά δράσεις τόσο στην πλευρά της προσφοράς:
- Επέκταση των επαγγελματιών.
- Αποκέντρωση των υπηρεσιών.
- Ενσωμάτωση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη.
Και στην πλευρά της ζήτησης με εκστρατείες ευαισθητοποίησης, μείωση του στίγματος, επιδοτήσεις για ευάλωτες ομάδες, μαζί με μεταρρυθμίσεις χρηματοδότησης που θα ενσωματώνουν την ψυχική υγεία στην καθολική υγειονομική κάλυψη.