Στο διαδίκτυο κυκλοφορούν παραπλανητικοί ισχυρισμοί ότι η νέα κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Φρίντριχ Μερτς πρόκειται να εισαγάγει "νόμους λογοκρισίας" - Το Euroverify έχει τα γεγονότα.
Το κείμενο συμφωνίας για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στη Γερμανία, 144 σελίδων, που υπεγράφη την περασμένη εβδομάδα μεταξύ των Χριστιανοδημοκρατών του CDU, του αδελφού κόμματος CSU της Βαυαρίας και των Σοσιαλδημοκρατών, κάνει αναφορά στην αντιμετώπιση της "παραπληροφόρησης" και της "στοχευμένης επιρροής στις εκλογές", κάνοντας λόγο για "σοβαρές απειλές για τη δημοκρατία μας".
Η αναφορά αυτή, εν μέσω αυξανόμενης ανησυχίας στην Ευρώπη για τον αντίκτυπο της εκλογικής παραπληροφόρησης, συμπίπτει με μια σειρά συγκρούσεων μεταξύ Ουάσινγκτον και Βερολίνου για την ελευθερία του λόγου και τις δημοκρατικές αξίες.
Πριν τις γερμανικές εκλογές του Φεβρουαρίου, ο σύμμαχος του Ντόναλντ Τραμπ και μεγιστάνας της τεχνολογίας Ίλον Μασκ, επιχείρησε να "πριμοδοτήσει" την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), την ώρα που ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς ασκούσε δριμεία κριτική, καταγγέλοντας καταστολή της ελευθερίας του λόγου στην Ευρώπη στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο κατηγόρησε τη Γερμανία για "μεταμφιεσμένη τυραννία", όταν η γερμανική υπηρεσία πληροφοριών χαρακτήρισε το AfD "ακροδεξιό εξτρεμιστικό" κόμμα, μια απόφαση που στη συνέχεια ανεστάλη.
Τώρα, συντηρητικοί σχολιαστές κατηγορούν τη νέα γερμανική κυβέρνηση ότι εισήγαγε νόμο περί "απαγόρευσης του ψεύδους" λόγω μιας φράσης που περιλαμβάνεται στη συμφωνία κυβερνητικού συνασπισμού μεταξύ του CDU/CSU και του SPD που αναφέρει: "Η σκόπιμη διάδοση ψευδών γεγονότων δεν καλύπτεται από τον νόμο για την ελευθερία της έκφρασης".
Καμία αλλαγή στις εγγυήσεις για την ελευθερία του λόγου
Ωστόσο, δύο νομικοί εμπειρογνώμονες δήλωσαν στο Euroverify ότι αυτό το απόσπασμα από τη συμφωνία κυβερνητικού συνασπισμού δεν αποτελεί "καινοτομία" και είναι απολύτως σύμφωνο με τις αρχές για την προστασίσ της ελευθερίας του λόγου που παρέχει η γερμανική νομοθεσία.
"Η πρόταση αυτή (...) είναι καλά θεμελιωμένη στη νομολογία του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Επομένως, δεν είναι καθόλου καινοφανής", σύμφωνα με τον Ματίας Μπέκερ, καθηγητή Δημοσίου Δικαίου και Δικαίου της Πληροφόρησης στο Πανεπιστήμιο Gutenberg του Mainz.
Ενώ το άρθρο 5 του γερμανικού συντάγματος, γνωστό ως "βασικός νόμος", εγγυάται την ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης, οι ψευδείς ισχυρισμοί που αποδεικνύονται πέραν πάσης αμφιβολίας ως αναληθείς και διαδίδονται με σκόπιμο τρόπο, δεν καλύπτονται, με την αυστηρή έννοια του όρου, πάντα από τον νόμο για την ελευθερία της έκφρασης.
"Αυτό ίσχυε πάντα βάσει του Συντάγματος, σύμφωνα με τη νομολογία του ομοσπονδιακού συνταγματικού δικαστηρίου", δήλωσε στο Euroverify ο Dr. Ralf Müller-Terpitz, πρόεδρος του Τμήματος Δημοσίου Δικαίου, Δικαίου Οικονομικών Κανόνων και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο του Μανχάιμ.
Η γερμανική πύλη ελέγχου γεγονότων "Correctiv" επισήμανε ότι το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ήδη από το 1982 ότι οι δημοσιεύσεις, που δεν μπορούν να θεωρηθούν άποψη, δεν προστατεύονται αυτόματα, ιδίως όταν πρόκειται για "αποδεδειγμένα ή εν γνώσει των υποκειμένων αναληθείς καταγραφές γεγονότων".
Αυτό έχει επιβεβαιωθεί σε αρκετές υποθέσεις έκτοτε, συμπεριλαμβανομένης μιας απόφασης του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου του 2012, η οποία διαπίστωσε ότι "μια αποδεδειγμένη ή εν γνώσει της ψευδής καταγραφή γεγονότων δεν καλύπτεται από την προστασία" του γερμανικού "βασικού νόμου".
Η ελευθερία του λόγου "έχει όρια"
Ο Nathanael Liminski, υπουργός ομοσπονδιακών, ευρωπαϊκών, διεθνών υποθέσεων και μέσων ενημέρωσης της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, ο οποίος συμμετείχε στην ομάδα εργασίας, που ήταν υπεύθυνη για την διαμόρφωση πολιτικής στα μέσα ενημέρωσης στη συμφωνία κυβερνητικού συνασπισμού, δήλωσε στο Euroverify ότι συντάχθηκε για να "επιβάλει την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε ομοσπονδιακό επίπεδο, καθώς και σε επίπεδο κρατιδίων".
"Έχουμε την άποψη ότι η ελευθερία δεν έρχεται χωρίς ευθύνη. Και αυτό σημαίνει ότι η ελευθερία έχει όρια. Και τουλάχιστον στον δικό μας ευρωπαϊκό τρόπο της ελευθερίας του λόγου, αυτή συνδέεται πάντα με την ευθύνη, και αυτό σημαίνει ότι η ελευθερία του λόγου έχει όρια", δήλωσε, αναφέροντας τον αντισημιτισμό και την άρνηση του Ολοκαυτώματος ως συγκεκριμένα παραδείγματα αυτών των ορίων.
Ισχυρή προστασία της ελευθερίας του λόγου
Ωστόσο, οι περιπτώσεις στις οποίες οι δημοσιεύσεις δεν εμπίπτουν στην προστασία της ελευθερίας της έκφρασης είναι εξαιρετικά σπάνιες.
"Όποτε υπάρχει αμφιβολία, βρίσκεστε εντός του πεδίου της ελευθερίας της έκφρασης. Επιπλέον, αν συνδυάζετε γεγονότα με αξιολογικές κρίσεις, αξιολογήσεις, σχόλια, βρίσκεστε επίσης εντός του πεδίου εφαρμογής της ελευθερίας της έκφρασης, ακόμη και αν στο κομμάτι των γεγονότων εντοπίζονται λάθη", εξήγησε ο καθηγητής Μπέκερ, προσθέτοντας ότι οτιδήποτε δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της ελευθερίας του λόγου θα πρέπει να "συμμορφώνεται με την αρχή της αναλογικότητας".
Ακόμη και αν μια δημοσίευση δεν προστατεύεται από τον "βασικό νόμο", αυτό δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται ή τιμωρείται από τον νόμο.
Η διάδοση ψευδών δηλώσεων μπορεί ωστόσο να οδηγήσει σε ποινική δίωξη όταν χρησιμοποιείται για τη διάπραξη απάτης ή δυσφήμισης ή για την υποκίνηση μίσους, σε περίπτωση που οι εν λόγω ψευδείς ισχυρισμοί προσβάλλουν συγκεκριμένα την ιδιοκτησία ή τα θεμελιώδη δικαιώματα ενός ατόμου.
Στον αρχισυντάκτη ενός ακροδεξιού μέσου ενημέρωσης που πρόσκειται στο AfD επιβλήθηκε πρόσφατα ποινή φυλάκισης 7 μηνών με αναστολή για τη διάδοση ενός ψεύτικου μιμιδίου της πρώην υπουργού Εσωτερικών Νάνσι Φέιζερ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε μια υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμισης που επικρίθηκε έντονα για τη σοβαρότητά της από πολιτικούς όλων των πλευρών του πολιτικού φάσματος και η οποία προκάλεσε ανησυχίες για οπισθοδρόμηση της ελευθερίας του λόγου.
Αυτές οι παραβιάσεις είναι πιο δύσκολο να οριστούν όταν πρόκειται για παραπληροφόρηση σε εκλογικό πλαίσιο, σύμφωνα με τον καθηγητή Μπέκερ καθώς σχετίζονται με "δημοκρατικές έννοιες" και "συλλογικά αγαθά".
Οι ισχυρισμοί ότι το Βερολίνο θα ιδρύσει "Υπουργείο Αλήθειας" είναι αβάσιμοι
Σχολιαστές ισχυρίστηκαν επίσης ότι η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει να ιδρύσει το λεγόμενο "υπουργείο Αλήθειας" με αρμοδιότητα να ορίζει τι είναι αλήθεια και τι ψέμα.
Ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος. Η συμφωνία κυβερνητικού συνασπισμού αναφέρει στην πραγματικότητα ότι "η μη κυβερνητική ρυθμιστική αρχή των μέσων ενημέρωσης πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει μέτρα κατά της χειραγώγησης των πληροφοριών καθώς και κατά του μίσους και της υποκίνησης μίσους, διατηρώντας παράλληλα την ελευθερία της έκφρασης, βάσει σαφών νομικών κατευθυντήριων γραμμών".
Γίνεται αναφορά στις 14 ανεξάρτητες αρχές μέσων ενημέρωσης στη Γερμανία, οι οποίες είναι μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση και οργανώνονται σε επίπεδο κρατιδίων.
Ενώ η διατύπωση της συμφωνίας συνασπισμού υπονοεί έναν ισχυρότερο ρόλο για τη ρυθμιστική αρχή των μέσων ενημέρωσης, δηλώνει ο Dr. Tobaias Schmid, Επίτροπος Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Διάσκεψης των Διευθυντών των Γερμανικών Αρχών Μέσων Ενημέρωσης (DLM), επισημαίνοντας στο Euroverify ότι "είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η συμφωνία συνασπισμού είναι μια πολιτική δήλωση, δεν είναι νόμος".
"Είμαστε μέρος της εκτελεστικής εξουσίας και, φυσικά, το δεσμευτικό μέρος είναι ο νόμος και όχι κάποιες πολιτικές ιδέες", πρόσθεσε. "Αλλά εκτός από αυτό, νομίζω ότι πράγματι αυτή η συμφωνία συνασπισμού λέει ότι υπάρχει σαφής εστίαση στο ζήτημα της παραπληροφόρησης για την προστασία της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης γενικά".
Το ψηφιακό εγχειρίδιο της ΕΕ
Το κείμενο της συμφωνίας συνασπισμού αναφέρει επίσης ότι "πρέπει να απαγορεύονται οι συστηματικά αναπτυγμένες τεχνικές χειραγώγησης και διάδοσης, όπως η μαζική και συντονισμένη χρήση bots και ψεύτικων λογαριασμών".
Σύμφωνα με τον καθηγητή Μπέκερ, πρόκειται για μια ενέργεια που θα μπορούσε να είναι "εφικτή" και "δικαιολογημένη, υπό την προϋπόθεση ότι είναι αναλογικη" και ότι γίνεται σοβαρή δειγματοληψία για τον εντοπισμό αυτών των bots που αναπτύσσονται με στόχο να χειραγωγούν.
Ο καθηγητής Müller-Terpitz, ωστόσο, δήλωσε ότι αυτό θα ήταν ένα "λεπτό ζήτημα", προσθέτοντας ότι "δεν έχει την εντύπωση ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει την αρμοδιότητα να θεσπίσει νόμο που να προβλέπει μια τέτοια απαγόρευση".
Ο υπουργός Nathanael Liminski πρότεινε στο Euroverify ότι μια τέτοια απαγόρευση θα μπορούσε να προωθηθεί στο πλαίσιο μιας περαιτέρω "ανάπτυξης" του σαρωτικού ψηφιακού εγχειριδίου κανόνων της ΕΕ, του νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες.
"Έχουμε καταθέσει πολύ συγκεκριμένες προτάσεις στη συνθήκη. Έτσι, για παράδειγμα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλία για τη βελτίωση του Digital Services Act καταπολεμώντας τη μαζική χρήση πλαστών λογαριασμών από bots, για παράδειγμα", εξήγησε ο Liminski. "Και πρέπει να το καταπολεμήσουμε, διότι αυτό στρεβλώνει τον δημόσιο χώρο".