Το δόγμα πυρηνικής αποτροπής της Γαλλίας και τα άδεια ταμεία του Παρισιού απέναντι στο χαμένο έδαφος που καλείται να καλύψει το Βερολίνο στον τομέα της άμυνας - Μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία για την ΕΕ;
Η Γερμανία προσεγγίζει τη Γαλλία - και το αντίστροφο - στο ανοιχτό ζήτημα της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, αλλά οι διαφορές στα δημοσιονομικά και τα στρατηγικά συμφέροντα των δύο χωρών παραμένουν μεγάλες, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολο ο λεγόμενος γαλλογερμανικός άξονας να τροφοδοτήσει μια συνολική αλλαγή στην ΕΕ.
"Από μια πιο μακροχρόνια ιστορική άποψη, ο βαθμός σύγκλισης (μεταξύ των δύο χωρών) είναι αναμφισβήτητα υψηλότερος από ό,τι ήταν εδώ και, θα έλεγα, δεκαετίες", δήλωσε στο Euronews ο Jacob F. Kirkegaard, συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Bruegel με έδρα τις Βρυξέλλες.
Και οι δύο πρωτεύουσες βλέπουν τη Ρωσία ως τη μεγαλύτερη μακροπρόθεσμη απειλή και αμφότερες έχουν δεσμευτεί να επενδύσουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ στη στρατιωτική και αμυντική βιομηχανική τους βάση. Στο Βερολίνο, ονομάστηκε "Zeitenwende" (ή ιστορική καμπή), ενώ το Παρίσι δήλωσε ότι ο πρόσφατος νόμος για το νέο στρατιωτικό δόγμα αποτελεί "την απόλυτη στρατηγική κίνηση".
Η σύγκλιση πυροδοτήθηκε από την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η οποία επανέφερε τον συμβατικό πόλεμο στο ευρωπαϊκό έδαφος, την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η οποία έθεσε υπό αμφισβήτηση τη μακροπρόθεσμη δέσμευση των ΗΠΑ στην ασφάλεια της Ευρώπης, και στην αλλαγή ηγεσίας στη Γερμανία.
Ο νέος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, "πήρε ουσιαστικά αυτό που μπορώ να περιγράψω μόνο ως γκωλική στάση", σημειώνει ο Jacob F. Kirkegaard, λέγοντας ότι "η Ευρώπη πρέπει να προετοιμαστεί για ένα μέλλον χωρίς εγγυήσεις ασφαλείας από τις ΗΠΑ".
'Η Γαλλία συγκλίνει με τη Γερμανία'
Ωστόσο, ένα παράδειγμα για το πώς αυτή η προσέγγιση στον τομέα της άμυνας παραμένει μια δύσκολη διαδικασία ήρθε την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Γάλλος Εμανουέλ Μακρόν και ο Φρίντριχ Μερτς επιχείρησαν να γεφυρώσουν τις διαφορές τους αναφορικά με ένα κοινό αμυντικό έργο, προϋπολογισμού 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την ανάπτυξη του μαχητικού αεροσκάφους έκτης γενιάς.
Στο επίκεντρο της διαμάχης βρίσκεται η απαίτηση της Γαλλίας να εξασφαλίσει το 80% του έργου για το "Μελλοντικό Αεροπορικό Σύστημα Μάχης" (FCAS), αναιρώντας προηγούμενες συμφωνίες που προέβλεπαν ότι το έργο θα μοιραζόταν εξίσου μεταξύ των δύο χωρών και της Ισπανίας, η οποία επίσης συμμετέχει στο έργο.
Η γαλλική απαίτηση, ωστόσο, "δεν θα πρέπει να προκαλεί τόσο μεγάλη έκπληξη", εκτιμα στο Euronews ο Rafael Loss, επιστημονικός συνεργάτης πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), δεδομένου ότι μία από τις σημαντικότερες διαφορές μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας είναι το πόσο διαφορετικά αντιλαμβάνονται τις ένοπλες δυνάμεις τους και τον σκοπό που εξυπηρετούν.
Οι ένοπλες δυνάμεις στη Γαλλία αποτελούν κομμάτι της εθνικής εξωτερικής πολιτικής -όπως μαρτυρούν οι πρόσφατες επιχειρήσεις στο Σαχέλ- με τα υπερπόντια εδάφη και την κατοχή πυρηνικών όπλων να συνθέτουν τις παγκόσμιες στρατηγικές βλέψεις της χώρας.
"Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο γαλλικός στρατός αισθάνεται πολύ πιο άνετα όταν ενεργεί μονομερώς ή εκτός των πλαισίων της ΕΕ, του ΝΑΤΟ (από ό,τι ο γερμανικός), και αυτή η λόγική επεκτείνεται στη συνέχεια στα είδη των αμυντικών συστημάτων που προτιμούν να αποκτούν οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις", δήλωσε ο Loss.
"Όλα όσα σχετίζονται με το δόγμα της πυρηνικής αποτροπής πρέπει να λειτουργούν ανεξάρτητα. Και αυτό σημαίνει ότι τo FCAS, το οποίο υποτίθεται ότι θα αντικαταστήσει τα μαχητικά βομβαρδιστικά Rafale και θα φέρει μελλοντικά τα γαλλικά πυρηνικά όπλα, η γαλλική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία δεν πρόκειται να δεχτεί να είναι εξαρτημένο από άλλες χώρες, επειδή από το σύστημα αυτό εξαρτάται η πυρηνική αποτροπή".
"Η γαλλική βιομηχανία θα πρέπει να είναι σε θέση να παράγει μόνη της αυτό το αεροσκάφος, αν χρειαστεί. Είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν όταν οι στρατηγικοί προσανατολισμοί ευθυγραμμίζονται, αλλά τελικά πρέπει να παράγουν τα πάντα ανεξάρτητα από τους άλλους. Και πάλι, αυτό είναι κάτι που πολλοί στη Γερμανία και σε ολόκληρη την Ευρώπη δεν έχουν συνειδητοποιήσει", πρόσθεσε.
Παρόλα αυτά, υπογραμμίζει ο Loss, "η Γαλλία συγκλίνει με τη Γερμανία" με τη "συνειδητοποίηση ότι για χάρη της ευρωπαϊκής ασφάλειας πρέπει να δείξει ότι επενδύει στις συνεργασίες και τις σχέσεις της με τους Ευρωπαίους, ιδίως με εκείνους που βρίσκονται στην ανατολική μεθόριο".
"Μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία"
Το άλλο μεγάλο εμπόδιο για την προώθηση μιας κοινής αμυντικής ατζέντας σε επίπεδο ΕΕ είναι η έντονη διαφορά στη δημοσιονομική κατάσταση των δύο χωρών.
Ο δείκτης χρέους της Γερμανίας προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) διαμορφώθηκε στο 62,3% το πρώτο τρίμηνο του έτους. Της Γαλλίας ήταν στο 114,1%, πολύ πάνω από αυτό που επιβάλλουν οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ (60%).
Αυτή η απόκλιση σημαίνει ότι, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες στοχεύουν να αυξήσουν σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες και τις στρατιωτικές τους ικανότητες, προκειμένου να αποτρέψουν μια πιθανή ρωσική επίθεση προς το τέλος της δεκαετίας, η Γερμανία έχει την πολυτέλεια να επενδύσει σημαντικά ποσά στην άμυνα, ενώ η Γαλλία όχι.
Για παράδειγμα, η Γερμανία έχει ζητήσει να κάνει χρήση μιας πρότασης των Βρυξελλών για χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων για τις αμυντικές δαπάνες, κάτι που δεν μπορεί να κάνει η Γαλλία, η οποία βρίσκεται στο στόχαστρο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.
Η Γαλλία, η οποία επενδύει σταθερά στην άμυνα τις τελευταίες δεκαετίες έχει ένα προβάδισμα, αλλά τα ποσά που σκοπεύει να επενδύσει η γερμανική κυβέρνηση (συμπεριλαμβανομένου ενός ταμείου 500 δισεκατομμυρίων ευρώ για την ενίσχυση του στρατού και των υποδομών) σημαίνει ότι προβλέπεται να καλύψει γρήγορα το χαμένο έδαφος.
Όμως τα δημόσια οικονομικά των δύο χωρών "τους τοποθετούν θεμελιωδώς σε διαφορετικές πλευρές στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης" σε επίπεδο ΕΕ, δήλωσε ο Kirkegaard.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υποβάλει σχέδιο επανεξοπλισμού της Ευρώπης, το οποίο προβλέπεται ότι θα ωθήσει τα κράτη μέλη να επενδύσουν έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ πριν από το 2030. Αλλά τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα αναμένεται να προέλθουν από τα ταμεία των ίδιων των κρατών μελών, τα οποία στην περίπτωση της Γαλλίας είναι άδεια.
Δεδομένης της κλίμακας του έργου, ζητήθηκε από την Επιτροπή να προτείνει "καινοτόμες" επιλογές χρηματοδότησης της άμυνας. Ο Εμανουέλ Μακρόν ζήτησε μία από αυτές τις επιλογές να είναι ο κοινός δανεισμός της ΕΕ, κάτι που η Γερμανία απέρριψε κατηγορηματικά.
Για τον Kirkegaard, αυτό σημαίνει ότι η κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία, αποτελεί "μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία" για το μπλοκ.
"Αυτή η κρίση, ο πόλεμος στην Ουκρανία, δεν θα οδηγήσει σε ουσιαστικά μεγαλύτερη θεσμική ή δημοσιονομική ολοκλήρωση της ΕΕ. Θα οδηγήσει σε διεύρυνση της ΕΕ στην Ουκρανία και ίσως άλλες χώρες, αλλά αυτό είναι ένα διαφορετικό είδος αλλαγής στην ΕΕ", δήλωσε.