Παρά τις νέες αμερικανοκίνητες ειρηνευτικές πρωτοβουλίες, ο πόλεμος δεν δείχνει σημάδια λήξης σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την έναρξή του
Οι ουκρανικές επιθέσεις μεγάλης εμβέλειας σε διυλιστήρια εντός της Ρωσίας έχουν μειώσει τη δυναμικότητα διύλισης της Μόσχας κατά 20%, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος επικαλέστηκε πληροφορίες από δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Περισσότερο από το 90% αυτών των πληγμάτων στο εσωτερικό της Ρωσίας πραγματοποιήθηκαν με όπλα μεγάλης εμβέλειας κατασκευασμένα στην Ουκρανία, δήλωσε ο Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι η χώρα του χρειάζεται επιπλέον ξένη οικονομική στήριξη για να ενισχύσει την παραγωγή τους.
«Πρέπει να εργαζόμαστε πάνω σε αυτό κάθε μέρα», είπε ο Ουκρανός πρόεδρος σε δηλώσεις του στα μέσα ενημέρωσης τη Δευτέρα, οι οποίες δημοσιοποιήθηκαν την Τρίτη.
Οι εξαγωγές πετρελαίου αποτελούν κρίσιμη πηγή χρηματοδότησης για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, και νέες κυρώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση στοχεύουν να περιορίσουν τα έσοδα της Μόσχας από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Παρά τις νέες αμερικανοκίνητες ειρηνευτικές πρωτοβουλίες, ο πόλεμος δεν δείχνει σημάδια λήξης σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την έναρξή του.
Με το Κρεμλίνο να μην εμφανίζει καμία διάθεση για συμβιβασμό, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα νέες κυρώσεις εναντίον των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών Rosneft και Lukoil. Οι κυρώσεις πρόκειται να τεθούν σε ισχύ στις 21 Νοεμβρίου, με τον Ζελένσκι να εκτιμά ότι ο Τραμπ «πιθανόν θα τις χρησιμοποιήσει ως εργαλείο πίεσης ή διαλόγου με τη Ρωσία».
Η Κίνα και η Ινδία παραμένουν οι μεγαλύτεροι αγοραστές ρωσικού πετρελαίου. Ο Ζελένσκι ανέφερε ότι η Ινδία «έχει ήδη δώσει όλα τα σήματα πως θα μειώσει τις εισαγωγές ενεργειακών πόρων» από τη Ρωσία, ενώ εξέφρασε την ελπίδα ότι η επικείμενη συνάντηση του Τραμπ με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των αγορών ρωσικού αργού.
Η Lukoil πουλά τα διεθνή της περιουσιακά στοιχεία
Εν τω μεταξύ, η Lukoil ανακοίνωσε ότι προχωρά στην πώληση των διεθνών της περιουσιακών στοιχείων, σε απάντηση στις αμερικανικές κυρώσεις που επέβαλε ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα με στόχο να πιεστεί η Ρωσία να συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός.
Η εταιρεία δήλωσε ότι βρίσκεται ήδη σε διαπραγματεύσεις με πιθανούς αγοραστές και ότι οι συναλλαγές θα πραγματοποιηθούν εντός της μεταβατικής περιόδου χάριτος, η οποία επιτρέπει συναλλαγές με τη Lukoil έως τις 21 Νοεμβρίου. Παράλληλα, σημείωσε ότι θα ζητήσει παράταση της προθεσμίας εφόσον χρειαστεί για την ολοκλήρωση των συμφωνιών.
Η Lukoil διατηρεί συμμετοχές σε έργα πετρελαίου και φυσικού αερίου σε 11 χώρες, καθώς και διυλιστήρια στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Ολλανδία, όπου κατέχει το 45% ενός διυλιστηρίου.
Το νέο πακέτο κυρώσεων του Τραμπ δυσχεραίνει σημαντικά τη δραστηριοποίηση των εταιρειών Lukoil και Rosneft εκτός Ρωσίας. Εκτός από την απαγόρευση συνεργασίας αμερικανικών επιχειρήσεων μαζί τους, οι κυρώσεις περιλαμβάνουν και την απειλή δευτερογενών κυρώσεων σε ξένες τράπεζες που χειρίζονται τις συναλλαγές τους.
Αυτό σημαίνει ότι κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που επιθυμεί να διατηρήσει πρόσβαση στο αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα θα είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικό στο να συνεργαστεί με τις δύο ρωσικές εταιρείες.
Η Rosneft εξακολουθεί να διατηρεί συμμετοχή σε διυλιστήριο στο Σβέντ της Γερμανίας, ωστόσο η γερμανική κυβέρνηση έχει αναλάβει προσωρινά τη διαχείριση του μεριδίου αυτού, με αποτέλεσμα το εργοστάσιο να μην αποφέρει πλέον έσοδα στη μητρική εταιρεία.