Ο Έλληνας σκηνοθέτης επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με την έκτη μεγάλου μήκους ταινία του, τη «Σπασμένη φλέβα»
Πέντε χρόνια μετά την «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς», ο Γιάννης Οικονομίδης επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με την έκτη μεγάλου μήκους ταινία του, τη «Σπασμένη φλέβα». Είναι ένα καθαρόαιμο αστικό δράμα, με επίκεντρο την οικογένεια, τις ερωτικές σχέσεις, το οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο, την ασφυκτική πίεση που αισθάνεται ο Νεοέλληνας. Πρωταγωνιστής στην ταινία είναι ο Θωμάς Αλεξόπουλος, ένας μεσήλικας επιχειρηματίας που έχει καταστραφεί οικονομικά και προσπαθεί να σώσει το σπίτι του από τον τοκογλύφο της περιοχής. Θα κάνει τα πάντα για να βρει τα χρήματα. Η οδύσσεια αυτού του ήρωα που ψάχνει να βρει αυτά που χρωστάει, δεν θα αργήσει να μετατραπεί από κοινωνικό θρίλερ σε αρχαία ελληνική τραγωδία.
Έχοντας χαράξει τη δική του ξεχωριστή κινηματογραφική πορεία από το «Σπιρτόκουτο» το 2002, ο σκηνοθέτης μας οδηγεί για άλλη μια φορά στο απόλυτα ρεαλιστικό σύμπαν του, στο οποίο πρωταγωνιστούν άνθρωποι της διπλανής πόρτας με γνώριμα οικογενειακά, συναισθηματικά, οικονομικά και υπαρξιακά θέματα. Είναι χαρακτήρες καθημερινοί και ταυτόχρονα οικείοι, αληθινοί, με σάρκα και οστά, που ερμηνεύουν εκπληκτικά οι ηθοποιοί που πρωταγωνιστούν στην «Σπασμένη Φλέβα».
Ο Γιάννης Οικονομίδης πιάνει κι εδώ με σιγουριά και αμεσότητα το σφυγμό της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας και απεικονίζει τη βαθιά σαπίλα και διαφθορά της. Άλλωστε από την αρχή της κινηματογραφικής διαδρομής, οι ταινίες του πέρασαν στην κοινωνία, μπήκαν σε διάλογο μαζί της, χάρη στην αλήθεια και την ειλικρίνειά τους, χάρη στον ευθύβολο τρόπο που συλλαμβάνουν και καταγράφουν την ανθρώπινη συνθήκη, τα σκοτάδια του Νεοέλληνα.
Ο ίδιος δεν λοξοδρόμησε ποτέ από αυτή την δημιουργική πορεία, που μετρά ήδη σχεδόν τρεις δεκαετίες. Σπάνια βλέπεις κάποιον τόσο προσηλωμένο και αδιαπραγμάτευτο στα θέλω του. Πιστό στην τέχνη και το όραμά του, ασκητικό στον τρόπο ζωής του, ολιγαρκή στις ανάγκες του. Το μόνο που τον ενδιαφέρει πέρα από την οικογένειά του, είναι οι ταινίες του, για τις οποίες πάλεψε να γίνουν. Μετρά ήδη έξι παραγωγές σε 23 χρόνια και ένα θεατρικό έργο που έκανε πάταγο, σημαδεύοντας ανεξίτηλα το θεατρικό τοπίο της Ελλάδας. Τον συναντήσαμε ένα μεσημέρι στα Εξάρχεια και μιλήσαμε μαζί του για τον κόσμο και το αίμα που τρέχει σε αυτή την Σπασμένη φλέβα.
Η Σπασμένη Φλέβα είναι μια ταινία που «πατάει» δυνατά στο σήμερα. Μιλά για αυτό που ζούμε γύρω μας, για την σαπίλα και την οικονομική ασφυξία. Ποια στοιχεία και ποιες συμπεριφορές της σύγχρονης Ελλάδας καταγράφει, αφουγκράζεται και σχολιάζει;
Κατά τη γνώμη μου, η ταινία καταπιάνεται με διαχρονικά ζητήματα, όσον αφορά στις ανθρώπινες συμπεριφορές. Εστιάζει στην έννοια άνθρωπος, στην ανθρώπινη συνθήκη, είναι μια καταβύθιση στην ψυχολογία του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι διαχρονικά αυτά τα ζητήματα, που πιάνουμε εμείς. Υπήρχαν πάντα. Δεν είναι μια καινοτομία της Σπασμένης Φλέβας. Τουναντίον, εμείς επιλέξαμε να πάρουμε ένα δάνειο από το παρελθόν, να σκαρώσουμε δηλαδή ένα σύγχρονο δράμα το οποίο έχει καταβολές πίσω στο χρόνο και εξελίσσεται σε τραγωδία. Το κάναμε ακριβώς για να καταδείξουμε ότι ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Είναι ο ίδιος. Τα θέματα που τον κατατρέχουν, οι συμπεριφορές, το βαθύτερο DNA του, ο πυρήνας του είναι ο ίδιος. Παραμένει ο ίδιος. Δυστυχώς.
-Αυτή η ταινία αρκετά πιο εσωτερική, έχει έναν άλλο ρυθμό και διαφέρει από τις προηγούμενες, τόσο στην ανάπτυξή της, όσο και στους ολοκληρωμένους χαρακτήρες που διαθέτει. Για μένα, έχει μια ωριμότητα, όπως και οι ήρωές σου. Αισθάνεσαι ότι αποτελεί κάποιου είδους καμπή αυτή η έκτη ταινία σου;
Σ’ αυτή την ταινία βάλαμε το στοίχημα να κάνουμε ένα σύγχρονο αστικό δράμα. Μια δραματική ιστορία πόλης με έναν ήρωα που κουβαλάει πάνω του όλη την περιπέτεια της πλοκής που του έχουμε σκαρώσει. Το καινούργιο που φέρνει αυτή η ταινία μέσα στη φιλμογραφία μου, θεωρώ ότι είναι ο πιο επεξεργασμένος και απέριττος αφηγηματικός τρόπος της. Η ταινία αυτή είναι πιο ανοιχτή, πιο φιλική σε σχέση με τις τεχνικές της μυθοπλασίας και του πώς αφηγείσαι μια ιστορία, ακριβώς γιατί θέλουμε να ακουμπήσει πιο μεγάλο κοινό, χωρίς όμως να κάνουμε καμία υποχώρηση.
Δηλαδή τα ζητήματα είναι ζητήματα, ο τρόπος είναι τρόπος, η ματιά είναι ματιά. Ο ρεαλισμός είναι ρεαλισμός. Κάπως, μέσα στα χρόνια, μάθαμε κάτι στο να μπορούμε να αφηγούμαστε καλύτερα και πιο ελκυστικά ακόμα και το πιο σκοτεινό δράμα, ακόμα και την πιο μαύρη τραγωδία, ούτως ώστε να μπορείς να έχεις το θεατή καρφωμένο στην καρέκλα, να θέλει να δει την ταινία, να θέλει να παρακολουθήσει τον ήρωα και να φεύγει από την αίθουσα γεμάτος, ολοκληρωμένος. Να ίπταται και να είναι γεμάτος από συγκίνηση και συναισθήματα. Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση.
Η ταινία ξεκινά ως δράμα και καταλήγει σε τραγωδία. Ο ήρωάς σου ο Θωμάς Αλεξόπουλος μοιάζει σαν ένα πρόσωπο αρχαίας τραγωδίας. Από την αρχή της ταινίας βλέπουμε την κάθοδό του στην κόλαση, την δραματική του πορεία, μέχρι το σημείο που έρχεται η τιμωρία, η απρόσμενη τίση για τις πράξεις του.
Η ιστορία της ταινίας ξεκινά πολύ απλά, ως μια καθημερινή ιστορία ενός μικρού δράματος που το κουβαλάει πάρα πολύς κόσμος. Είναι η οικονομική φρίκη. Πάρα πολλοί άνθρωποι τη ζούμε στο πετσί μας, αυτή την στιγμή στην Ελλάδα. Αλλά είναι κι ένα ζήτημα γενικότερο και παραέξω, όχι μόνο στο δυτικό κόσμο, αλλά και σε όλο τον πλανήτη. Απλά εδώ μιλάμε με τους όρους του δυτικού ανθρώπου, του δυτικού πολιτισμού. Είναι ένας άνθρωπος που χρωστάει, έχει καταστραφεί οικονομικά, προσπαθεί να σώσει το σπίτι του από τον τοπικό τοκογλύφο, που ήταν η τελευταία σανίδα σωτηρίας που είχε. Τα υπόλοιπα του τα πήραν οι τράπεζες, η εφορία, το κράτος. Είναι κατεστραμμένος.
Κάπως έτσι ξεκινά η ταινία, η οποία σταδικά γίνεται ένα δράμα, ένα κοινωνικό θρίλερ με πολύ έντονο συναισθηματικό απόηχο. Και όλο αυτό το δράμα στην εξέλιξή του, στη διαδρομή αυτής της μικρής Οδύσσειας που περνάει ο ήρωάς μας, ο Θωμάς Αλεξόπουλος, αυτός ο επιχειρηματίας που είναι σε ελεύθερη πτώση, μετατρέπεται ξαφνικά, και από το πεπρωμένο και από τα λάθη και τις επιπολαιότητες του ήρωα, σε μια μεγάλη τραγωδία. Σε μια τραγωδία που δεν θα ευχόσουν ούτε στο χειρότερο εχθρό σου.
Η Ελλάδα και η κατάντια του σύγχρονου Έλληνα είναι κάτι που σε απασχολεί μόνιμα στις ταινίες σου. Ο Θωμάς Αλεξόπουλος πιστεύει ότι μπορεί να πετύχει τα πάντα και να γλιτώνει διαρκώς. Είναι τρομερά χειριστικός με τους πάντες γύρω του. Παρόλο που δεν ορρωδεί προ ουδενός κι είναι αλαζόνας, μάγκας και θρασύς, ο θεατής συμπάσχει μαζί του. Παρότι είναι αρνητικός χαρακτήρας, σε ελκύει με το δράμα του, τον καταλαβαίνεις. Κι εσύ είναι σαφές ότι τον αγαπάς. Πώς τον βλέπεις εσύ;
Αρνητικοί χαρακτήρες δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα στις ταινίες μου. Υπάρχουν άνθρωποι και σαν άνθρωπος, ο ήρωάς μου, ο Θωμάς Αλεξόπουλος, έχει όλη την γκάμα, έχει όλες τις ποιότητες της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Έχει όλα τα ανθρώπινα κουσούρια, τα καλά και τα κακά. Το θέμα είναι το πλαίσιο που τον βάζω να κολυμπήσει. Ένα είναι αυτό. Και το δεύτερο είναι ότι για μένα όλη η αξία είναι να ακολουθήσεις, να περιγράψεις και να προσπαθήσεις να κατανοήσεις ένα σύνθετο άνθρωπο, ένα σύνθετο χαρακτήρα, μέσα σε δύσκολες καταστάσεις. Αυτός ο ήρωας δεν είναι και το απόλυτο κακό, δεν είναι ο Ριχάρδος Γ΄ του Σαίξπηρ, δεν είναι η απόλυτη αναφορά του κακού ήρωα.
Αντιθέτως, είναι ένας άνθρωπος λίγο πολύ σαν εμάς. Ενδεχομένως δηλαδή να έχουμε κι εμείς δικά μας κομμάτια πάνω του. Είναι λίγο ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Αυτό δημιουργεί αυτή την έλξη- απώθηση στο θεατή. Είναι σκηνές που θέλεις να τον αγκαλιάσεις και να του εύχεσαι να βρει την άκρη και είναι σκηνές που θέλεις να τον φτύσεις και να τον κλωτσήσεις, γιατί σε βγάζει έξω από τα ρούχα σου, με τον τρόπο του και τη συμπεριφορά του.
Αυτό είναι όμως ο πραγματικός άνθρωπος που μας μοιάζει. Όλο αυτό το πράγμα κάνει έναν ήρωα ελκυστικό και δημιουργεί μια σχέση αμφιθυμίας, ανάμεσα στην ταινία και τον θεατή. Αυτό είναι όμως που δημιουργεί ρυθμό, προκαλεί σασπένς και κρατάει το ενδιαφέρον. Για μένα αυτό είναι το νόημα. Αλλιώς όλα τα άλλα είναι εύκολα: δηλαδή το μαύρο μαύρο, το άσπρο άσπρο, οι καλοί και οι κακοί. Δεν λέει τίποτα αυτό.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης είναι εκπληκτικός στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Παίζει τρομερά με όλο του το σώμα. Και υπάρχει κι ένα εσωτερικό παίξιμο ταυτόχρονα με την στιβαρή του ερμηνεία. Πνίγεσαι με την ασφυξία του, ταυτίζεσαι με την ανάγκη του να βρει λύση στα χρέη του. Νιώθεις τα πάντα στο βλέμμα του, στις κινήσεις του, στις σιωπές του. Δεν χρειάζεται να μιλήσει για να αντιληφθείς το αδιέξοδο, την αχνή ελπίδα, το δράμα του. Είναι σαν ο θεατής να είναι ο συνοδηγός στο αυτοκίνητό του, στην προσπάθειά του να μαζέψει λεφτά από παντού.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης πέρα από το ότι στάθηκε ένας εξαιρετικός συνεργάτης, στάθηκε μπροστάρης σε όλη αυτή την ιστορία, την περιπέτεια της ταινίας. Ήταν δίπλα μου δηλαδή, από την αρχή μέχρι το τέλος. Ήταν το δεξί μου χέρι στις πρόβες, στο να δουλέψει με άλλους ηθοποιούς, στο να τους εμπνεύσει, να τους οδηγήσει, να τους δώσει λύσεις σε πράγματα, σε προβλήματα. Ήταν υπάκουος και πειθαρχημένος. Αυτά είναι στοιχεία του χαρακτήρα του. Εκτός από αυτό, είναι και το ταλέντο. Είναι ένας απίστευτα ταλαντούχος ηθοποιός, ο οποίος είναι ευφυής και θαρραλέος.
Σε αυτή την ταινία παίζει με απίστευτη τόλμη και θάρρος και εκπληρώνει το ρόλο του. Ένα μόνο θα σου πω: ο Βασίλης κατάφερε να φέρει ένα αποτέλεσμα μέσα στην ταινία, πιο μεγάλο από αυτό που εγώ ονειρεύτηκα. Τόσο πολύ. Βλέποντας δηλαδή την ταινία τελειωμένη και βλέποντας την ερμηνεία του Βασίλη, είναι κάτι παραπάνω από αυτό που είχα στο μυαλό μου, στα όνειρά μου. Καταλαβαίνεις πόσο πολύ με δικαίωσε αυτός ο άνθρωπος. Τι άλλο;
Όλοι οι ηθοποιοί είναι εκπληκτικοί στις ερμηνείες τους. Ερμηνεύουν με πάθος, αλήθεια και ουσία τους ρόλους τους, αναδεικνύοντας διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης συνθήκης. Η Μπέτυ Αρβανίτη είναι πραγματική αποκάλυψη στη μεγάλη κινηματογραφική επιστροφή της, ενώ η Μαρία Κεχαγιόγλου είναι σαρωτική ως σύζυγος. Ο μονόλογός της είναι αξέχαστος. Είναι τρομερό πόσο εστιάζεις και σκάβεις στην ανθρώπινη ψυχολογία. Αυτό το κάνεις από την εποχή του Σπιρτόκουτου. Πώς δουλεύεις μαζί τους για να πετύχεις αυτό το αποτέλεσμα, αυτά τα ολοκληρωμένα ψυχολογικά προφίλ των χαρακτήρων σου; Είναι κυρίως θέμα σεναρίου ή προβών;
Δεν είναι εύκολο να σου απαντήσω πώς επιτυγχάνω όλη αυτή τη συνθετότητα στους χαρακτήρες, στη δραματουργία και στην ψυχολογία των ηρώων. Σίγουρα όλα ξεκινούν από το σενάριο. Κατά δεύτερον το θέμα είναι τι έχεις εσύ σαν δημιουργός στο μυαλό σου για το πού θέλεις να πάει το πράμα, τι σε ενδιαφέρει. Σε μια ταινία βλέπουμε ως θεατές έναν σκηνοθέτη, ένα σεναριογράφο να ξεδιπλώνει σκηνές, να ξεδιπλώνει μια ιστορία, να βάζει χαρακτήρες να παίζουν, να θέτει ζητήματα ανάμεσά τους. Εκεί στην πραγματικότητα δεν βλέπεις μόνο αυτό, βλέπεις και τι έχει μέσα στο κεφάλι του ο δημιουργός, πού θέλει να το πάει, τι τον απασχολεί.
Έτσι κι εμένα πάντα με απασχολούσαν όλα αυτά, που βλέπεις στις ταινίες μου. Δηλαδή, με απασχολούσαν οι ανθρώπινες σχέσεις, τα μεγάλα ζητήματα, τα μεγάλα διακυβεύματα: αγάπη, μίσος, προδοσία, ζήλια, εξουσία, φόβος, θάνατος, μίσος. Όλα αυτά είναι σοβαρά και βαριά. Αυτά συνιστούν το δράμα και συνιστούν κι ένα μεγαλείο, όταν θες να πεις μια ιστορία, όταν βάζεις μέσα τέτοια ζητήματα και θέλεις να τα φωτίσεις, να τα καταλάβεις, να τα δεις να αναπτύσσονται μπροστά σου, σε σκηνές, μέσα σε μια ιστορία με ήρωες ή αντιήρωες. Αυτό προφανώς και με ενδιέφερε πάντα από την εποχή του Σπιρτόκουτου. Με ενδιέφερε η ανθρώπινη ψυχή, το ανθρώπινο μυαλό, μέχρι πού μπορεί να φτάσει, τι κρύβει. Η νοσηρότητα, η καλοσύνη, η ευγένεια, η κακότητα, το πώς εκδηλώνονται στο συνάνθρωπο, στον άλλο άνθρωπο και το πώς εκφράζονται. Αυτή είναι η δουλειά μας. Ο ρόλος του καλλιτέχνη, του δημιουργού είναι να έρθει και να φωτίσει, να σκάψει, να καταλάβει επιτέλους τι είναι αυτό το μυστήριο που είναι ο άνθρωπος. Με τι έχουμε να κάνουμε εδώ πέρα.
Οι ταινίες σου αποτελούν μια σκληρή, αλλά αληθινή αποτύπωση της παρακμής και της διαφθοράς της ελληνικής κοινωνίας και στο τι έχει γίνει ο Νεοέλληνας. Υπάρχει μια ακτίδα φωτός στο σκοτάδι που βλέπουμε γύρω μας; Υπάρχει ένας άλλος κόσμος σε σχέση με όλη αυτή τη σαπίλα, την φρίκη, την κοινωνική διάλυση και την ασφυξία που αποτυπώνεται μέσα από τις ταινίες σου;
Η ελπίδα υπάρχει αναμφισβήτητα. Απλά,ο ρόλος μας ως καλλιτέχνες, ο ρόλος του καλλιτέχνη δηλαδή, δεν είναι να μιλάει για τα καλώς έχειν, αλλά για τα κακώς έχειν, για τα σκοτάδια της κοινωνίας μας, είτε είναι ένας λόγος κοινωνικός, πολιτικός, ψυχικός, οντολογικός. Το θέμα είναι ότι ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να προσπαθήσει να φωτίσει, εκεί που δεν πέφτει φως. Για τα υπόλοιπα υπάρχουν άλλοι. Αυτό ήταν πάντα. Έτσι ήταν τα πράγματα δηλαδή όσον αφορά τον καλλιτέχνη και τα έργα τέχνης. Αυτά που μας τσούζουν, αυτά που μας καίνε, αυτά που μας πληγώνουν, αυτά που μας σκοτώνουν, αυτά είναι τα μεγάλα θέματα.
Αυτή είναι η δεξαμενή από την οποία ένας δημιουργός δουλεύει, δανείζεται και προσπαθεί να κολυμπήσει μέσα. Κατά τ’ άλλα, ναι, φυσικά και υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος. Υπάρχουν και σαφώς διαφορετικοί άνθρωποι από αυτούς που εγώ πιάνω μέσα στις ταινίες μου. Δεν το συζητάμε αυτό, αλλά από αυτό το παραδείσιο κομμάτι δεν έχει να μάθεις τίποτα, δεν έχεις να βοηθηθείς και πολύ. Έχεις να βοηθηθείς από το κομμάτι που σου θυμίζει ποιος είσαι, που μιλάει για πράγματα τα οποία ίσως να μην θες να αγγίξεις, που θες να τα βάλεις κάτω από το χαλί. Θεωρώ ότι σκάβοντας τον άνθρωπο, γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι.
Στις ταινίες σου και κυρίως σε αυτή την ταινία υπάρχει στο τέλος μια τιμωρία του ήρωα για τις πράξεις του. Πιστεύεις ότι απονέμεται δικαιοσύνη στις ημέρες μας σε όλους αυτούς οι οποίοι έχουν μια συμπεριφορά εγκληματική ή παραβατική; Λειτουργεί ένα σύστημα δικαίου, ώστε να υπάρχει μια κάθαρση για όσα γίνονται;
Αυτό που συμβαίνει στον ήρωά μου είναι η φυσική προέκταση της ιστορίας, που ο ίδιος έχει δημιουργήσει κι έχει προκαλέσει. Το τι πραγματικά θα του συμβεί, μόνο αυτός το ξέρει. Η κάθαρση είναι πολύ δύσκολη και πολύ σπάνια, είτε σε ατομικό επίπεδο είτε σε συλλογικό. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και αν κάποιοι βιώνουν την κάθαρση, ας είναι. Το θέμα είναι ότι κοινωνικά και συλλογικά σε αυτό τον τόπο δεν νομίζω ότι την έχουμε γευθεί. Ούτε έχει υπάρξει, ούτε υπάρχει και δυστυχώς από ό,τι φαίνεται, ούτε θα υπάρξει. Θα χρειαστούμε πάρα πολλά χρόνια για να πούμε ότι είμαστε σε ένα τόπο που ο κακός είναι στη φυλακή και ο καλός δικαιώνεται. Είναι πολύ σύνθετο θέμα. Απ’ όπου κι αν το πιάσεις, πονάει.
Ο ήρωας όμως, παρόλα αυτά που είναι επί της ουσίας, είναι μια παραβολή ενός ανθρώπου. Εκφράζει έναν κόσμο. Ναι, κάτι του έρχεται στο κεφάλι, κάτι παθαίνει. Το θέμα είναι κατά πόσον αξίζει, όλο αυτό που παθαίνει. Το βάζω σαν θέμα στο τραπέζι. Είναι πολύ μεγάλο αυτό που του τυχαίνει. Αυτή η τιμωρία είναι πολύ μεγάλη. Φυσικά κι αυτό που έχει προκαλέσει είναι πολύ μεγάλο, αλλά όπως είπα πριν, δεν είναι το συνειδητό απόλυτο κακό, ο Θωμάς Αλεξόπουλος. Είναι ένας καθημερινός άνθρωπος, ένας άνθρωπος σαν εμάς που είναι λίγο επιπόλαιος, λίγο βλάκας, λίγο μαλάκας, λίγο αμετροεπής. Είναι, λίγο εγωιστής, είναι λίγο παλιόπαιδο, λίγο κακομαθημένος και η ζωή του παίζει ένα πολύ άσχημο παιχνίδι.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΑΙΝΙΑΣ
«Σπασμένη Φλέβα»
Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης
Σενάριο: Γιάννης Οικονομίδης – Βαγγέλης Μουρίκης
Πρωταγωνιστούν: Βασίλης Μπισμπίκης, Μαρία Κεχαγιόγλου, Μπέττυ Αρβανίτη, Στάθης Σταμουλακάτος, Σοφία Κουνιά, Γιάννης Νιάρρος, Γιάννης Αναστασάκης, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Κλέλια Ρένεση, Αναστασία Χατζηαθανασίου, Δημήτρης Καπετανάκος και Μαρία Καλλιμάνη
Μαζί τους οι: Βασίλης Κουκαλάνι, Βαγγέλης Αλεξανδρής, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Αργύρης Γκαγκάνης, Αλέκος Πάγκαλος, Γιώργος Κολλιόπουλος, Nectar De Leon, Σταύρος Μπένος, Δαυίδ Σταμούλος, Ελένη Μπούκλη
Οργάνωση Παραγωγής: Γιάννης Καραντάνης
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Δημήτρης Κατσαΐτης
Μοντάζ: Γιάννης Χαλκιαδάκης G.F.E.
Μουσική: Μπάμπης Παπαδόπουλος
Ήχος: Άρης Αναστασόπουλος
Σχεδιασμός Ήχου - Μιξάζ: Κώστας Φυλακτίδης
Σκηνικά: Σταμάτης Δεληγιάννης
Κοστούμια: Δέσποινα Χειμώνα
Μακιγιάζ-Κομμώσεις: Γιάννης Παμούκης
VFX Supervisor: Αντώνης Κοτζιάς | YAFKA
Τραγούδι τίτλων τέλους: ΛΕΞ / Kepler is Free
Παραγωγοί: Πάνος Παπαχατζής, Χρήστος Β. Κωνσταντακόπουλος
Παραγωγός: Γιάννης Καραντάνης
Συμπαραγωγοί: Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Αλεξάνδρα Δασκαλοπούλου, Δημήτρης Μάρης, Γιάννης Οικονομίδης
Executive Producers: Κωνσταντίνος Πολίτης, Γιάννης Ρήγος
Μία παραγωγή των: Athens Productions A.E., Αργοναύτες Α.Ε., Faliro House S.A., Yannis Economides Films Ltd
Σε συμπαραγωγή με: ΕΡΤ, Onassis Culture, Frontstage Entertainment, Custom Productions A.E.
Με την υποστήριξη των: Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, Οπτικοακουστικών Μέσων και Δημιουργίας – Creative Greece, Υφυπουργείου Πολιτισμού Κύπρου (Σ.Ε.ΚΙΝ.)
Χορηγοί: Ζαγόρι, Green Cola, Kaiser
Διανομή: Tanweer Alliances
27 Νοεμβρίου στους κινηματογράφους από την Tanweer