Το διατλαντικό πλαίσιο προστασίας των δεδομένων έχει ήδη αμφισβητηθεί ενώπιον του ανώτατου δικαστηρίου της ΕΕ.
Το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών εξέφρασε τις ανησυχίες του για το μέλλον της συμφωνίας μεταφοράς δεδομένων μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ, μετά την υπόσχεση της ρεπουμπλικανικής κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επανεξετάσει και ενδεχομένως να καταργήσει όλα τα διατάγματα που υπέγραψε ο προκάτοχός του.
Η ισχύουσα συμφωνία, γνωστή ως πλαίσιο προστασίας δεδομένων ΕΕ-ΗΠΑ και χρησιμοποιούμενη από τις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού για τη μεταφορά δεδομένων, βασίζεται σε δεσμεύσεις που ανέλαβε η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν, οι οποίες καθορίστηκαν σε εκτελεστικό διάταγμα. Υπάρχουν τώρα φόβοι ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να άρει τη νομική βάση της συμφωνίας.
Το γερμανικό υπουργείο δήλωσε στην εφημερίδα Handelsblatt ότι οι "νομικά ασφαλείς" μεταφορές δεδομένων έχουν "μεγάλη σημασία" για τη γερμανική οικονομία. Πολλές επιχειρήσεις εξαρτώνται από την αποθήκευση στο cloud από τις ΗΠΑ, για παράδειγμα, με κυρίαρχες τις υπηρεσίες Amazon Web Services, Microsoft και Google.
Οι ανησυχίες του υπουργείου επαναλήφθηκαν από την ομάδα προστασίας της ιδιωτικής ζωής NOYB, η οποία δήλωσε στο Euronews ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή "πάντα στηριζόταν σε μια προσέγγιση "μωσαϊκό-παζλ", η οποία όταν συναρμολογείται αρκεί για να αποδείξει την επάρκεια κατά τη σύνταξη της συμφωνίας με τις ΗΠΑ.
Προσθέτει ότι οι εταιρείες "σκέφτονται μαζικά τη φιλοξενία στην Ευρώπη και την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων".
Το 2023, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το πλαίσιο προστασίας των δεδομένων ΕΕ-ΗΠΑ, το οποίο αναγνωρίζει ότι η διαβίβαση δεδομένων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής.
Δύο μήνες αργότερα η συμφωνία προσβλήθηκε ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΔΕΕ) από τον Γάλλο πολιτικό Philippe Latombe. Η υπόθεση εκδικάστηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα και η απόφαση θα ακολουθήσει σε μεταγενέστερο στάδιο.
Ήρθε αφού οι προηγούμενες συμφωνίες μεταφοράς δεδομένων, Privacy Shield και Safe Harbor, κηρύχθηκαν άκυρες από το ΔΕΚ, επειδή οι εθνικοί νόμοι των ΗΠΑ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής κρίθηκε ότι δεν διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις για τον περιορισμό της πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα από τις αρχές εθνικής ασφάλειας.
Ελλείψει απόφασης επάρκειας, οι επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν εναλλακτικούς μηχανισμούς μεταφοράς δεδομένων, όπως οι τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες (SCC), οι οποίες χρειάζονται επανεξέταση από τις εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων και, ως εκ τούτου, είναι συχνά χρονοβόρες διαδικασίες.
Η Επιτροπή θα επανεξετάζει τη συμφωνία σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σύμφωνα με το νομικό κείμενο, όταν η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ έχει "ενδείξεις ότι δεν εξασφαλίζεται πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας", θα ενημερώνει τις αμερικανικές αρχές, και, εάν είναι απαραίτητο, μπορεί να αναστείλει, να τροποποιήσει ή να καταργήσει την απόφαση.