Είκοσι χρόνια μετά από την big bang διεύρυνση, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται και πάλι σε διαδικασία συζητήσεων για μελλοντικές διευρύνσεις. Οι συζητήσεις αυτές επηρεάζονται και από τη γεωπολιτική πραγματικότητα που δεν άφηνε αδιάφορες και τις κοινωνίες των κρατών μελών
Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2004 ήταν, η πέμπτη διεύρευνση ήταν η μεγαλύτερη που έχει γίνει από τη δημιουργία της. 10 πολύ διαφορετικές χώρες σε διαφορετικές περιοχές της Ευρώπης εντάχθηκαν στην ευρωπαϊκή οικογένεια των 15 τότε, εν μέσω σκεπτικισμού και ανησυχιών για αυτό το μεγάλο βήμα. Οκτώ χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ μαζί με την Μάλτα και την Κύπρο εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την Πρωτομαγιά του 2004 γιόρτασαν διπλά πολίτες από τη Μάλτα μέχρι την Πολωνία κι από την Κύπρο μέχρι τη Λιθουανία. Ωστόσο, δεν συμμερίζονταν όλοι από τις παλιές ευρωπαϊκές χώρες τα ίδια συναισθήματα χαράς και αισιοδοξίας φοβούμενοι τον φθηνό ανταγωνισμό εξ ανατολών.
Πολλές ανησυχίες υπήρχαν και για τον τρόπο λήψης αποφάσεων από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με κάποιους να υποστηρίζουν ότι με την ένταξη των νέων χωρών η Ένωση θα γίνει δυσκίνητη και αναποτελεσματική.
«Το πρώτο μάθημα είναι ότι δεν αρκεί μόνο η εμβάθυνση. Η Ευρώπη προχωράει και με τη διεύρυνση της με στόχο να καλύψει όλο τον ευρωπαϊκό χώρο και να μην αφήνει μαύρες τρύπες, όπως είναι ας πούμε τα Δυτικά Βαλκάνια. Δεύτερον, ότι αυτό που θεωρήθηκε ένα πάρα πολύ δύσκολο εγχείρημα γιατί ήταν έπρεπε να γίνει μια μετάβαση στη δημοκρατία, αλλά μετάβαση και στην ελεύθερη αγορά, έγινε με μεγάλη επιτυχία και η σύγκλιση ήταν απτή και ουσιαστική. Και πραγματικά η Ευρώπη κατάφερε να φτάσει από τη Σόφια από τα όρια της Σοβιετικής Ενωσης μέχρι τον Ατλαντικό», τονίζει στο euronews η Μαριλένα Κοππά, πρώην ευρωβουλευτής και καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.
Είκοσι χρόνια μετά από την big bang διεύρυνση, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται και πάλι σε διαδικασία συζητήσεων για μελλοντικές διευρύνσεις. Οι συζητήσεις αυτές επηρεάζονται και από τη γεωπολιτική πραγματικότητα που δεν άφηνε αδιάφορες και τις κοινωνίες των κρατών μελών.
Oι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων περιμένουν εδώ και χρόνια την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως υποψήφιες χώρες η Αλβανία, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο, η Βόρεια Μακεδονία και η Σερβία μεταρρυθμίζουν την εθνική τους νομοθεσία ώστε να ευθυγραμμιστούν με τους κανόνες, τους κανονισμούς και τα πρότυπα της ΕΕ. Το ίδιο επιχειρούν η Μολδαβία και η Ουκρανία και μέχρι πρότινος η Γεωργία. Στην ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στα γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το ΕΛΙΑΜΕΠ για τα 20 χρόνια από την μεγάλη διεύρυνση τέθηκαν και οι προβληματισμοί για το μέλλον.
«Η γεωπολιτική πραγματικότητα έχει αλλάξει αρκετά τα δεδομένα. Κυρίως έφερε μπροστά την προοπτική της ουκρανικής ένταξης και βεβαίως σε δεύτερο βαθμό έβαλε την πλέον την προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων για τα Δυτικά Βαλκάνια, εκεί που ήταν η βασική μας προτεραιότητα. Θέματα διεύρυνσης ξαφνικά δεν αποτελούν βασικό αντικείμενο. Φαίνεται ότι αλλάζει αυτό που μας απασχολεί ως Ευρώπη η διείσδυση τρίτων κρατών στην ευρύτερη περιοχή, άρα δημιουργεί μια νέα γεωπολιτικά δεδομένα και στον ευρύτερο χώρο των Δυτικών Βαλκανίων. Και νομίζω ότι αυτό είναι προς όφελος της διαδικασίας, γιατί αυτή τη στιγμή, σε οικονομική βάση τουλάχιστον, διαπιστώνουμε αρκετές καθυστερήσεις Και το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τις μεταρρυθμίσεις που γίνονται σε επίπεδο κράτους δικαίου και δημοκρατίας. Άρα η γεωπολιτική πραγματικότητα πιθανώς να βοηθήσει εν τέλει και τα Δυτικά Βαλκάνια σε μια λογική ταχύτερης ένταξής τους», υποστηρίζει ο Σπύρος Μπλαβούκος, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με εξειδίκευση στην Ανάλυση Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 53 τοις εκατό των ερωτηθέντων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι υπέρ της μελλοντικής διεύρυνσης της ΕΕ, ενώ το 37 τοις εκατό κατά. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις της ΕΕ, η Γαλλία και η Γερμανία, είχαν αμφότερες πλειοψηφίες που δηλώνουν ότι δεν ήταν υπέρ της αποδοχής νέων χωρών ως μελών της ένωσης, με 55% και 49% κατά αντίστοιχα.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να προχωρήσει γρήγορα στη διεύρυνση, γιατί αυτή τη στιγμή υπάρχει μια αναγκαιότητα να καλύψει ένα κενό το οποίο όσο υπάρχει άλλες δυνάμεις, όπως η Ρωσία, να εκμεταλλευτούν στην περιοχή. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δείξει η πολιτική βούληση. Οι βασικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την προετοιμασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν απαιτούν αναθεώρηση της Συνθήκης. Μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, με ομόφωνες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, να μεταβάλλει το μέγεθος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ακόμη και να κάνει χρήση των ρητρών γέφυρας προκειμένου να εφαρμοστεί περισσότερο η ειδική πλειοψηφία αντί για την ομοφωνία», επισημαίνει στο euronews ο Νίκος Τζιφάκης, κάτοχος Έδρας Jean Monnet στις «Εξωτερικές Πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα Δυτικά Βαλκάνια» και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Η στάση της ΕΕ έναντι των Δυτικών Βαλκανίων υπήρξε διστακτική, προκαλώντας ανησυχία και δυσαρέσκεια. Για πολλά χρόνια η συζήτηση είχε παγώσει. Το θέμα βρίσκεται και πάλι πάνω στο τραπέζι αλλά όλα εξαρτώνται από την πολιτική βούληση των κρατών μελών.