Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιήθηκε σήμερα η πρώτη συνεδρίαση των τεχνικών επιτροπών
Μετά από τις ρηματικές διακοινώσεις στον ΟΗΕ σχετικά με τις διεκδικήσεις τους, Αθήνα και Τρίπολη αποφάσισαν να ξεκινήσουν τη διαδικασία για την οριοθέτηση μεταξύ τους Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Μάλιστα, η ρηματική διακοίνωση της Αθήνας με την οποία απαντούσε στις διεκδικήσεις της Λιβύης, όπως αυτές εκφράζονται στο τουρκολιβυκό μνημόνιο έγινε γνωστή πριν από λίγες ημέρες.
Ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, υποδέχθηκε σήμερα στην Αθήνα τον ασκούντα χρέη υπουργού Εξωτερικών της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας της Λιβύης, Ταχέρ Σαλέμ Αλ Μπαούρ, σε συνέχεια της επίσκεψης του κ. Γεραπετρίτη στην Τρίπολη, στις 15 Ιουλίου, κατά την οποία είχε συμφωνηθεί η εμβάθυνση των διμερών σχέσεων.
Κατά τη συνάντηση, οι δύο υπουργοί κήρυξαν την έναρξη της διαδικασίας για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης και στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνεδρίαση των τεχνικών επιτροπών. Παράλληλα, συμφωνήθηκε η επόμενη συνάντηση να γίνει στην Τρίπολη.
Η Ελλάδα οικοδόμησε τα τελευταία χρόνια σχέσεις και με τις δύο πλευρές της σύγκρουσης στη Λιβύη, θεωρώντας ότι είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει άμεσος και ειλικρινής διάλογος με γειτονικές χώρες και ότι η επίλυση τυχόν διαφορών πρέπει να γίνεται με τον τρόπο που προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο και ιδίως το Δίκαιο της Θάλασσας, ανέφεραν διπλωματικές πηγές το προηγούμενο διάστημα.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αθήνα είχε δηλώσει επανειλημμένα την επιθυμία της για έναρξη τεχνικών συζητήσεων με τη Λιβύη σε σχέση με την διευθέτηση θαλασσίων ζωνών. Είναι αυτονόητο, ανάφεραν οι ίδιες διπλωματικές πηγές ότι από την πλευρά της Ελλάδας δεν μπορεί να γίνει καμία απολύτως συνεννόηση, ούτε τεχνική ούτε πολιτική θεωρώντας ως τετελεσμένο γεγονός το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Επομένως, η συζήτηση που θα γίνει θα λαμβάνει ως δεδομένο το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο της Θάλασσας και άρα όχι το τουρκολιβυκό μνημόνιο, το οποίο η Αθήνα θεωρεί ανυπόστατο.
Η Ελλάδα είχε φτάσει αρκετά κοντά σε διευθέτηση των θαλασσίων ζωνών με τη Λιβύη το 2010, αλλά τελικά η προσπάθεια δεν στέφθηκε με επιτυχία.
Θέματα της ημερήσιας διάταξης ήταν επίσης, η ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα της μετανάστευσης, με τον κ. Γεραπετρίτη να εκφράζει την ετοιμότητα της Ελλάδας να συνεχίσει την παροχή εκπαίδευσης στελεχών της λιβυκής ακτοφυλακής.
Οι δύο υπουργοί αντάλλαξαν επίσης απόψεις για την περαιτέρω ενίσχυση των διμερών σχέσεων στους τομείς της οικονομίας, της ενέργειας, των μεταφορών και των κατασκευών.
Εξέφρασαν παράλληλα, την ετοιμότητά τους για έναρξη απευθείας αεροπορικής σύνδεσης μεταξύ Αθήνας και Τρίπολης και συμφώνησαν στην πραγματοποίηση ελληνικής επιχειρηματικής αποστολής στην Τρίπολη, εντός του φθινοπώρου.
Ο κ. Γεραπετρίτης τόνισε την ανάγκη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και επανέλαβε την ελληνική και ευρωπαϊκή θέση αναφορικά με το άκυρο και ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Αναφέρθηκε, τέλος, στην ουσιαστική συμβολή της Ελλάδας, ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκλεγμένου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, στις προσπάθειες για την επίτευξη πολιτικής λύσης, με γνώμονα την ενότητα, την ανάπτυξη και τη σταθερότητα στη Λιβύη.
Η απάντηση της Ελλάδας στις διεκδικήσεις της Λιβύης: Ρηματική διακοίνωση στον ΟΗΕ
Μέσα στο Σαββατοκύριακο έγινε γνωστή η απάντηση που έστειλε η Αθήνα στην επιστολή που είχε απευθύνει η Λιβύη προς τον ΟΗΕ, στις 27 Μαΐου, όπου εκφράζονταν οι διεκδικήσεις της σε βάρος της Ελλάδας όπως έχουν καταγραφεί στο Τουρκολιβυκό Μνημόνιο. Η Ελλάδα επέδωσε στις 3 Σεπτεμβρίου την απάντησή της με τη μορφή ρηματικής διακοίνωσης προς τον ΟΗΕ.
Όπως αναφέρεται στο εκτενές τετρασέλιδο κείμενο, η Ελλάδα απορρίπτει τον ισχυρισμό της Λιβύης ότι το «Μνημόνιο Συνεργασίας μεταξύ της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας-Κράτους της Λιβύης και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την Οριοθέτηση των Θαλάσσιων Περιοχών Δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο», που υπογράφηκε στις 27 Νοεμβρίου 2019, «συνιστά μια δίκαιη λύση που επιτεύχθηκε βάσει του διεθνούς δικαίου». Τα δύο κράτη δεν έχουν κοινά θαλάσσια σύνορα λόγω της παρουσίας πολλών ελληνικών νησιών, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης και των Δωδεκανήσων, αναφέρει ελληνική πλευρά, τονίζοντας, παράλληλα, ότι «το μνημόνιο αγνοεί τα θαλάσσια δικαιώματα των ελληνικών νησιών και, ως εκ τούτου, επιχειρεί να αναδιαμορφώσει τη γεωγραφία στην ανατολική Μεσόγειο».
Εξάλλου, απορρίπτει τον ισχυρισμό ότι η μέση γραμμή πρέπει να χαράσσεται με βάση τις ηπειρωτικές ακτές των δύο χωρών, θέση που παραπέμπει στην πάγια τουρκική επιχειρηματολογία.