Ο φόβος του αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη

Ο φόβος του αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη
Από Euronews
Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια
Κοινοποιήστε το άρθροClose Button

Φόβοι αποπληθωρισμού καλύπτουν την Ευρώπη, με τον χαμηλό πληθωρισμό να εξελίσσεται σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Σε μία οικονομία όπως αυτή της ευρωζώνης, οι διακυμάνσεις των τιμών συμβαίνουν πολύ γρήγορα. Όταν η οικονομία ενισχύεται, μια χώρα κερδίζει, αφού εισάγει περισσότερο και περίπου μέχρι το 2% είναι αρκετά σταθερή. Γρήγορα όμως μπορεί να βγει εκτός ελέγχου.

Όταν η οικονομία δεν αναπτύσσεται, οι τιμές μπαίνουν σε φάση στασιμότητας. Τι είναι, λοιπόν, ο αποπληθωρισμός;

Ας πάρουμε για παράδειγμα έναν έμπορο. Στην επιχείρησή του είχε πολύ προσωπικό, ενώ αγόραζε πολλές προμήθειες. Όταν, όμως οι πωλήσεις έπεσαν, το «κόλπο» της έκπτωσης δεν έπιασε. Μπορεί ο έμπορος να έκανε επιπλέον εκπτώσεις, όμως οι πελάτες του περίμεναν ακόμη χαμηλότερες τιμές. Με αποτέλεσμα, ο εν λόγω έμπορος να μην βγάζει κέρδος από τη δραστηριότητά του. Απευθύνθηκε, λοιπόν, στους προμηθευτές του, λέγοντάς τους ότι περιμένει η κατάσταση να σταθεροποιηθεί. Εκείνοι, για να τον πείσουν να αγοράσει, μείωσαν και τις δικές τους τιμές, όμως αυτός περίμενε περαιτέρω έκπτωση. Με τη σειρά τους, οι προμηθευτές εξέθεσαν την κατάσταση στους δικούς τους προμηθευτές, με συνέπεια οι αγορές να παγώσουν μέχρι να πέσουν οι τιμές. Έτσι, κανείς ούτε αγόραζε ούτε πουλούσε. Τα έσοδα μειώνονταν, ακολούθησαν απολύσεις και, χωρίς δουλειές και χρήματα, ο έμπορος του παραδείγματός μας σταμάτησε να πουλάει. Μέσω του γενικότερου παγώματος της αγοράς, προκλήθηκε αποπληθωρισμός.

Η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Κύπρος, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Κροατία και η Πορτογαλία βρίσκονται σε αποπληθωρισμό. Οι υπόλοιπες χώρες – κυρίως στην Ευρωζώνη – βρίσκονται σε χαμηλό πληθωρισμό. Πώς επηρεάζει αυτό τους καθημερινούς ανθρώπους; Πήγαμε στη Βουλγαρία για να μάθουμε.

Η Βουλγαρία, το φτωχότερο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει αρνητικό πληθωρισμό πάνω από ένα χρόνο. Οι τιμές, ακόμη κι αν δεν πέφτουν, σίγουρα δεν ανεβαίνουν. Μοιάζει με τον παράδεισο του αγοραστή. Όμως, ο κόσμος δεν ξοδεύει κι υπάρχουν περισσότερες ανεπιθύμητες συνέπειες. Το γεγονός ότι τα αγαθά είναι φθηνότερα σημαίνει επίσης ότι οι επιχειρήσεις κάνουν μικρότερο τζίρο. Κατ’ επέκταση δίνουν στο κράτος λιγότερα έσοδα. Σταδιακά θέσεις εργασίας και μισθοί κόβονται. Ακόμη κι αν τα προϊόντα είναι φθηνά, ποιος μπορεί να αγοράσει;

Ο Τζόρνταν Ματέβ, εκτελεστικός διευθυντής της Ένωσης Σύγχρονου Εμπορίου, εξηγεί: «Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία της Βουλγαρίας. Έχουμε παρατηρήσει υπερπληθωρισμό, υψηλό πληθωρισμό, σταθερές τιμές, αλλά ποτέ αποπληθωρισμό. Γι’ αυτό ίσως ο κόσμος δεν αντιδρά σε αυτό. Είναι σημαντικό να καθοριστούν τα αίτια που προκαλούν αποπληθωρισμό. Να γίνει κατανοητό εάν πρόκειται να προκαλέσει ένα αποπληθωριστικό σπιράλ. Αυτό θα ήταν αρνητικό για τα χρεωμένα κράτη και νοικοκυριά».

Σύμφωνα με τον οικονομικό συντάκτη Νικολάι Στογιάνοφ, «στο μεγαλύτερο μέρος, πρόκειται για αποπληθωρισμό που προκλήθηκε από τις κανονικές τιμές του ρεύματος, τις οποίες έριξε η κυβέρνηση τον περασμένο χρόνο. Αυτό προκάλεσε αποπληθωρισμό σε όλη την οικονομία».

Μιλήσαμε με τον ιδιοκτήτη καταστήματος Πλάμερ Τουτουνάρορ, ο οποίος παρατήρησε ότι η χαμηλότερη κατά λίγα λεπτά τιμή δεν ωθεί τους πελάτες να καταναλώσουν. Οι διανομείς προτείνουν χαμηλότερη τιμή, γεγονός που οδηγεί στην περαιτέρω μείωση των δικών τους εσόδων. Ο Πλάμερ δηλώνει απογοητευμένος: «Η νέα τιμή αυτού του αναψυκτικού από το εργοστάσιο είναι 1,69 λέβα. Το γάλα είναι πια σε μεγαλύτερη συσκευασία. Η απόφαση ελήφθη από τους παραγωγούς για να δίνουν περισσότερο προϊόν, έτσι ώστε να υπάρχει ανταγωνισμός στην αγορά. Αυτό είναι ένα προϊόν για το οποίο μείωσα την τιμή, έτσι ώστε να αυξήσω τις πωλήσεις. Όπως βλέπετε όμως δεν είχε επιτυχία. Οι Βούλγαροι πιστεύουν ότι για να είναι φθηνό, πρέπει να υπάρχει πρόβλημα. Είτε είναι ληγμένο, είτε πλαστό».

Μιλώντας στο Real Economy, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Πέτερ Πρετ υπογράμμισε πως «υπάρχει χαμηλή ζήτηση, γιατί πολλά νοικοκυριά, πολλές εταιρείες, πολλά κράτη έχουν μεγάλο χρέος. Μειώνουν λοιπόν τα έξοδά τους σε σύγκριση με τη δυνατότητα παραγωγής της οικονομίας. Υπάρχει πίεση στο σύστημα των τιμών, οι οποίες βρίσκονται σε πτώση. Αυτή τη στιγμή έχουμε μιας μορφής διαρθρωτική πίεση στις τιμές ως αποτέλεσμα της χαλαρότητας της οικονομίας. Γι’ αυτό εφαρμόζουμε χαλαρή νομισματική πολιτική. Η νομισματική πολιτική αφορά σε επιτόκια κοντά στο μηδέν, αλλά κι άλλα εργαλεία που χρησιμοποιούνται». Όσο για το τι μέτρα προτίθεται να λάβει η ΕΚΤ, ο κ. Πρετ ξεκαθαρίζει πως «Υπάρχει περιθώριο στα επιτόκια όπως ξέρετε. Τα επιτόκια θα παραμείνουν χαμηλά. Όχι μόνο σήμερα, τα επιτόκια αυξήθηκαν στις ΗΠΑ, γιατί η κατάσταση βελτιώνεται. Αλλά, σε αντίθεση με το παρελθόν, μπορούμε να αποσυνδέσουμε τα επιτόκιά μας από τις ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική παραμένει χαλαρή. Πιο συγκεκριμένα, ένα από τα ζητήματα είναι η μετάδοση μέσω δανεισμού σε μικρότερες εταιρείες. Πραγματικά, αναζητούμε επιλογές.

Ο κ. Πρετ τόνισε επίσης ότι «η πίστωση είναι αδύναμη, γιατί πρόκειται για περιβάλλον στο οποίο δεν μπορείς να κάνεις πολλά, ή γιατί υπάρχει συγκεκριμένη παροχή δανεισμού. Εργαζόμαστε πάνω σ’ αυτό. Έχουμε διαπιστώσει βέβαια, ότι ο δίαυλος δανεισμού δημιουργεί ερωτήματα για τη μετάδοση. Η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουμε σήμερα είναι η αναδημιουργία δημόσιας, θετικής προσδοκίας για το μέλλον. Αυτό δεν είναι κάτι που βλέπει κανείς σε πολλές χώρες. Κοιτάζουμε ορισμένες προοπτικές όπως η θέσπιση οικονομικών προϋποθέσεων, ευνοϊκών οικονομικών προϋποθέσεων. Όταν οι εταιρείες αποφασίζουν να επενδύσουν, να μην έχουν περιορισμούς στην πίστωση. Συνηθίζουμε να κάνουμε παράπονα για τις τιμές που ανεβαίνουν όταν πηγαίνουμε για ψώνια. Όταν τις βλέπουμε να μένουν σταθερές, περιμένουμε να πέσουν ακόμη πιο χαμηλά. Οι οικονομολόγοι λένε ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, γιατί διακινδυνεύουμε εικοσαετή ύφεση ανάλογη της Ιαπωνίας. Η συμπεριφορά μας βάζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε αντιπαράθεση με άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες, οι οποίες κάνουν πιο αυστηρά τα χρηματικά αποθέματα και τα αυξανόμενα επιτόκια. Οι Ευρωπαίοι μαθαίνουν με σκληρό τρόπο ότι ο πληθωρισμός μπορεί να είναι αρνητικός όχι μόνο όταν είναι πολύ υψηλός, αλλά και πολύ χαμηλός. Ειδικά όταν ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού δημιουργεί έναν εκρηκτικό μηχανισμό σε συνδυασμό με τα υψηλά ποσοστά της ανεργίας και του δημόσιου χρέους καθώς κι ένα δυνατό ευρώ εναντίον του δολαρίου».

Από την πλευρά της, η καθηγήτρια Οικονομικών και Καινοτομίας στο Πανεπιστήμιο Sussex Μαριάννα Ματσουκάτο υποστηρίζει πως «Ο πληθωρισμός σε μέσα επίπεδα, 4% ή 5%, είναι δείγμα ανάπτυξης της οικονομίας. Αποπληθωρισμός υπάρχει συχνά όταν δεν υπάρχει σταθερή μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Ο αποπληθωρισμός θα παραμείνει ρίσκο όσο οι κυβερνήσεις λειτουργούν ως επιχειρήσεις».

Αν δούμε τις τάσεις του πληθωρισμού σε κάποιες από τις χώρες που έχουν υποφέρει περισσότερο από την κρίση (όπως, π.χ., η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Ελλάδα), αλλά και την τάση της Γερμανίας, της ατμομηχανής της Ευρώπης, βλέπουμε πως η καθοδική τάση στις τιμές καταπνίγει την ιδιωτική βούληση και την επιθυμία για επενδύσεις. Για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα, οι εθνικές οικονομίες πρέπει να ασχοληθούν με τους μισθούς. Αν ρίξουμε μια ματιά στα αποπληθωρισμένα κόστη εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στις ίδιες χώρες, βλέπουμε πως, ακόμη κι αν οι τιμές πέφτουν, η αγοραστική δύναμη μειώνεται και η πραγματική αξία του χρέους που πρέπει να αποπληρωθεί αυξάνεται σταδιακά.

Όμως, δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι να ελεγχθεί ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού, ακόμη και στις μεγαλύτερες οικονομίες; Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, θα υπήρχε περιθώριο για κάποιες πολιτικές. Σύμφωνα με τον διευθυντή Παγκόσμιων Οικονομικών Τάσεων στο ερευνητικό κέντρο Pew Μπρους Στόουκς, «οι Γερμανοί, οι οποίοι ιστορικά είναι οι πιο πληθωρισμο-φοβικοί, αυτοί που ανησυχούν περισσότερο για τον πληθωρισμό, φοβισμένοι από τον υπερ-πληθωρισμό του 1920, είναι στην ουσία αυτοί που ανησυχούν λιγότερο για τον πληθωρισμό, σε σύγκριση με άλλες χώρες που ερευνήσαμε. Αυτό δείχνει ότι θα υπήρχαν περισσότεροι ελιγμοί στη νομισματική πολιτική».

Πολλοί φοβούνται για την Ευρώπη ένα σενάριο σαν αυτό της Ιαπωνίας, η οποία τώρα βγαίνει από 20 χρόνια μπλοκαρισμένης οικονομικής ανάπτυξης. Όπως λέει ο ειδικός σύμβουλος της ιαπωνικής κυβέρνησης Ουίλιαμ Σάιτο, «υπάρχουν πολλά κοινά. Ένα από τα μεγάλα ζητήματα είναι ότι είναι μία από τις τελευταίες χώρες του κόσμου, στην οποία ο πληθυσμός μειώνεται και ταυτόχρονα γερνάει. Όταν λοιπόν, συμβαίνει αυτό, σε μερικές από τις μακροοικονομικές υποθέσεις έρχονται τα πάνω κάτω. Οι γηραιότεροι θέλουν το σταθερό εισόδημά τους να συνεχιστεί. Σωστό ή λάθος, από την πλευρά ενός ηλικιωμένου ανθρώπου ο αποπληθωρισμός είναι κάτι θετικό».

Για να αποφευχθεί αυτό το σενάριο, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όχι μόνο οι ανάγκες του ηλικιωμένου πληθυσμού, αλλά και των μελλοντικών γενεών. Ο Πέτερ Πρετ, πάντως, ισχυρίζεται ότι Ευρώπη και Ιαπωνία διαφέρουν αρκετά: «Μία από τις μεγάλες διαφορές με την ιαπωνική κατάσταση είναι ότι ασχολούμαστε με το ζήτημα του τραπεζικού τομέα τώρα. Επίσης, αναφορικά με τη νομισματική πολιτική, η αντίδραση ήταν σχετικά βίαιη από την αρχή της κρίσης, κάτι που δεν είχε σχέση με την Ιαπωνία αυτά τα χρόνια». Όμως τα όρια της αποστολής της ΕΚΤ, σύμφωνα με τον κ. Πρετ, δεν κρατάνε πίσω την Τράπεζα από εκείνα που μπορεί πραγματικά να κάνει: «Πήγαμε στην Ευρωζώνη σε περίοδο κρίσης, με θεσμούς για διαχείριση κρίσεων πολύ αδύναμους. Στις ΗΠΑ δεν θα υπήρχε αυτό, ενώ εκεί είναι και πιο εύέλικτη η αγορά εργασίας. Βγαίνουμε σταδιακά από το τούνελ, όμως έχει γίνει πολλή ζημιά. Είναι αλήθεια ότι δεν είμαστε σε αποπληθωρισμό. Είμαστε όμως σε κατάσταση αργής ανάπτυξης, χαμηλού πληθωρισμού και δεν είμαστε ευχαριστημένοι με αυτό. Είπαμε ξεκάθαρα ότι θέλουμε να το διευθύνουμε και απαντάμε σ‘αυτό με την αποστολή μας».

Κοινοποιήστε το άρθροΣχόλια

Σχετικές ειδήσεις

Σε δανεισμό και χαμηλό πληθωρισμό εστιάζει η ΕΚΤ

Πόσο αποτελεσματικός είναι ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας: Το παράδειγμα της Πορτογαλίας

Επείγουσα ανάγκη στην Ε.Ε. για την προστασία εργαζομένων από τον αμίαντο